Το εργασιακό νομοσχέδιο που έγινε πλέον νόμος του κράτους, αφού σε ορισμένα άρθρα υπερψηφίστηκε ακόμα και από τους ηρωικούς μαχητές της «μητέρας όλων των μαχών», βρίσκει εφαρμογή αφ' ενός στα εργασιακά θέματα του ιδιωτικού τομέα και αφ' ετέρου στον τρόπο λειτουργίας των συνδικαλιστικών σωματείων. Αναπάντητο ερώτημα: Τι θα γίνει με τα εργασιακά θέματα του Δημόσιου Τομέα;
Θα πάρω το νήμα από το άρθρο του Σάκη Μουμτζή, με τίτλο: «Κάντε το όπως ο Κωστής Χατζηδάκης», το οποίο αναφερόταν στην αιφνιδιαστική επίσκεψη του υπουργού Κωστή Χατζηδάκη, στα γραφεία του ΕΦΚΑ στην Αγία Παρασκευή, όπου διαπιστώθηκε ότι μόνο 21 από τους 35 υπαλλήλους βρίσκονταν στις θέσεις εργασίας τους. Μια επίσκεψη που πραγματοποιήθηκε δίχως προειδοποίηση, δίχως τυμπανοκρουσίες, δίχως συνοδείες και κανάλια. Ήταν μια επίσκεψη, αιφνιδιασμού, επιθεώρησης, αυτοψίας και ελέγχου. Kαι πολύ σωστά το άρθρο αναφέρεται στην απογοήτευση των πολιτών που διερωτώνται: «Και τι θα αλλάξει; Το πολύ–πολύ να γίνει μια ΕΔΕ για τους απόντες, όλοι θα βρεθούν πως απουσιάζουν νομίμως, και ούτε γάτα ούτε ζημιά. Θα υπάρξουν κυρώσεις για τους αμελείς δημοσίους υπαλλήλους;».
Άραγε πως θα αλλάξει αυτό; Με τους αιφνιδιαστικούς ελέγχους του υπουργού; Με την πειθώ; Με τη συνταξιοδότηση των ορδών που εισέβαλαν μέσα στο Δημόσιο, επί ΠΑΣΟΚ και Αλλαγής; Με τη συνταξιοδότηση των διορισμένων από τον Φονέα του Μινώταυρου του Νεοφιλελευθερισμού; Με την αλλαγή των ηλικιακών ομάδων που θα πάρουν τα ηνία στα υπουργεία;
Το καθεστώς της «λούφας και παραλλαγής» που ζει και βασιλεύει στον Δημόσιο Τομέα και που έχει αποκτήσει τερατώδεις διαστάσεις λόγω των μέτρων για την πανδημία, πρέπει να καταργηθεί το ταχύτερο δυνατόν. Διότι παρ' όλο που ο πολίτης έχει στα χέρια του το όπλο των ψηφιακών και τηλεφωνικών υπηρεσιών, η άρνηση παροχής υπηρεσιών προς τους πολίτες από τους δημοσίους υπαλλήλους, έχει περάσει σε άλλο επίπεδο.
Τηλέφωνα κατεβασμένα, πόρτες κλειστές, «ραντεβού» που δεν κλείνονται, προβλήματα που δεν επιλύονται, υποθέσεις που δεν διεκπεραιώνονται, αποτελούν μερικά από τα θαύματα των δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι παρεμπιπτόντως δεν έχουν υποστεί την παραμικρή μείωση των αποδοχών τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ίσα ίσα, που οι υπάλληλοι του Δημοσίου βρίσκονται σε ένα ιδιότυπο καθεστώς ημιδιακοπών διαρκείας, από τον Μάρτιο του 2020.
Μήπως έφτασε η στιγμή να συνταχθεί ένα εργασιακό νομοσχέδιο για τους δημοσίους υπαλλήλους; Ένα νομοσχέδιο που θα καθορίσει τον τρόπο και τον χρόνο της απασχόλησης στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα; Ένα νομοσχέδιο που να καθορίζει ακόμα τις κανονικές άδειες, τις άδειες για «άλλους λόγους» και τις άδειες από τη «σημαία»; Ένα νομοσχέδιο που θα ανατρέψει μια σειρά παράλογων προνομίων, που επιτρέπουν στους δημοσίους υπαλλήλους να απολαμβάνουν ένα ιδιότυπο καθεστώς ασυλίας απέναντι στις πραγματικές εργασιακές ανάγκες των υπηρεσιών και στις πραγματικές ανάγκες εξυπηρέτησης των πολιτών.
Ένα κλασσικό παράδειγμα παράλογων προνομίων των δημοσίων υπαλλήλων είναι αυτό της άδειας αιμοδοσίας.
Ο εργαζόμενος του ιδιωτικού τομέα, ο οποίος ανταποκρίνεται σε πρόσκληση από υπηρεσία αιμοληψίας για κάλυψη έκτακτης ανάγκης ή μετέχει σε οργανωμένη ομαδική αιμοληψία, καθώς και ο εργαζόμενος που προσέρχεται σε οποιοδήποτε κέντρο αιμοληψίας με δική του πρωτοβουλία για να προσφέρει αίμα, δικαιούται ειδικής άδειας απουσίας με πλήρεις αποδοχές, μόνο για μία (1) ημέρα, την ημέρα της αιμοληψίας. Ο εργαζόμενος δύναται να κάνει χρήση του δικαιώματος της ειδικής άδειας αιμοληψίας μέχρι δύο (2) φορές ετησίως.
Αντίθετα, ο εργαζόμενος στον δημόσιο τομέα, δικαιούται ειδικής άδειας απουσίας με πλήρεις αποδοχές δύο (2) ημερών για έξι (6) κατ’ ανώτατο όριο το χρόνο αιμοληψίες. Και οι δύο (2) ημέρες κάθε φορά, προστίθενται στην ημέρα της αιμοδοσίας. Δηλαδή είναι 2+1 =3 ημέρες, επί 6 φορές, που μας κάνει 18 ημέρες. Ωστόσο, σύμφωνα με το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας, το μεσοδιάστημα μεταξύ δύο αιμοδοσιών για το ανδρικό φύλο, πρέπει να είναι τρεις μήνες, το οποίο σημαίνει ότι μπορούν να προβαίνουν σε αιμοδοσία έως και τέσσερις φορές το χρόνο. Οι γυναίκες μπορούν να δίνουν αίμα τρεις φορές τον χρόνο.
Ένα άλλο κλασικό παράδειγμα είναι αυτό, που αντιμετώπισε ο υπουργός στο υποκατάστημα του ΕΦΚΑ, στην Αγία Παρασκευή. Οι δημόσιοι υπάλληλοι με τη νοοτροπία μαθητών του δημοτικού σχολείου, παίρνουν άδειες ανάμεσα σε ημιαργίες, αργίες, τριήμερα και εορτές, με αποτέλεσμα να διακόπτονται οι εργασίες που έχουν αναλάβει, λες και ο χρόνος δεν αποτελεί ένα από τα βασικά κριτήρια επιτυχούς άσκησης των καθηκόντων τους.
Ένα ακόμα κλασικό παράδειγμα, είναι αυτό που όλοι μας έχουμε αντιμετωπίσει σε δημόσιες υπηρεσίες. Να βρίσκουμε στη θέση των υπαλλήλων στα γραφεία τους, τσάντες, παλτά και λοιπά. «Κάπου θα έχει πεταχτεί», είναι η μόνιμη απάντηση των υπολοίπων συναδέλφων των άφαντων υπαλλήλων.
Το νομοσχέδιο για τα εργασιακά στο Δημόσιο, δεν θα αφορά προφανώς τις υπερωρίες, ή την υπερεργασία των δημοσίων υπαλλήλων. Αλλά θα αφορά την τήρηση του ωραρίου, την απαγόρευση του κτυπήματος της «κάρτας» του ενός υπάλληλου από τον άλλον, καθώς και την πρόληψη και θεραπεία, όλων των παθογενειών της εργασίας στο δημόσιο και της εξυπηρέτησης των πολιτών. Το άβατο του Δημοσίου Τομέα σε αυτή τη χώρα, πρέπει να αλωθεί.
Το εργασιακό νομοσχέδιο που ψηφίστηκε από τη Βουλή, επιτρέπει στη χώρα να αποκτήσει μια σύγχρονη ευρωπαϊκή αγορά εργασίας που να διευρύνει εργασιακά δικαιώματα, να κατοχυρώνει και προστατεύει στην πράξη την μισθωτή εργασία και το εισόδημα των εργαζομένων, να ελέγχει και τιμωρεί τους κακούς εργοδότες και να εναρμονίζει τη νομοθεσία με τις συστάσεις του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ILO) και τις καλές πρακτικές που εφαρμόζονται ήδη στις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ. Η εργασιακή μεταρρύθμιση κατοχυρώνει τα δικαιώματα των εργαζόμενων και τους προσφέρει ευκαιρίες για αύξηση εισοδήματος και εξισορρόπηση επαγγελματικής και προσωπικής ζωής. Και αυτό αποτελεί ένα τεράστιο βήμα.
Η χώρα όμως έχει την επείγουσα ανάγκη, να μπει μια τάξη στα εργασιακά, στην αξιολόγηση και στην απόδοση των δημοσίων υπαλλήλων. Ως πότε η ιερή αγελάδα του δημοσίου θα απομυζά τα εισοδήματα των εργαζόμενων του ιδιωτικού τομέα, προσφέροντας υπηρεσίες που δεν συναντώνται ούτε στις χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής; Το ελληνικό δημόσιο, δεν θα πρέπει επιτέλους να εναρμονιστεί με τη λειτουργία των αντίστοιχων ευρωπαϊκών; Αυτό βέβαια απαιτεί την πλήρη διάρρηξη των δεσμών, ανάμεσα στη συντεχνία των συνδικαλιστών του Δημοσίου και στο πολιτικό προσωπικό της χώρας.