Της Μαρίας Χούκλη
Άνθρακες αποδείχθηκε ο θησαυρός για όσους παρακολούθησαν τη συζήτηση στη Βουλή για θέματα διαπλοκής και πολιτικών παρεμβάσεων στη Δικαιοσύνη. Κατ' ευφημισμό συζήτηση, γιατί πάλι ήταν καυγάς για το πάπλωμα που λέει η λαϊκή θυμοσοφία. Όσοι τηλεθεατές άντεξαν έως τέλους –δεν νομίζω να ήταν πολλοί– έμειναν με την όρεξη: ούτε «σκανδαλώδη» ονόματα άκουσαν, ούτε «σκανδαλώδεις» διευθύνσεις. Ακόμη και οι περίεργες συμπτώσεις που ανέφερε ο Σταύρος Θεοδωράκης είναι γνωστές στους παροικούντες την εγχώρια πολιτικο-μηντιακή Ιερουσαλήμ.
Οι αρχηγοί των κομμάτων περιορίστηκαν στο γνωστό «φώναξε, φώναξε κάτι θα μείνει». Καθείς με το ταμπεραμέντο και με τις στοχεύσεις του.
Ο Αλέξης Τσίπρας κατέφυγε στην τακτική της φραστικής όξυνσης και έτσι θα κινείται όσο πλησιάζει η στιγμή που θα δώσει τα χέρια με τους δανειστές. Έρχονται μέτρα 5,5 δισ. από αυξήσεις ασφαλιστικών εισφορών, περικοπές συντάξεων και περισσότερους φόρους στη μεσαία τάξη. Βαρύ το πακέτο και πολιτικά δυσκολοχώνευτο, με το προσφυγικό να αποτελεί την παράφρονα μεταβλητή. Άρα το μόνο που μένει στους κυβερνώντες είναι να θυμίζουν το «φαύλο» παρελθόν.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζήτησε εκλογές, βέβαιος ότι δεν επρόκειτο να σηκώσει το γάντι ο πρωθυπουργός. Χρειάζεται και εκείνος έναν περισπασμό της προσοχής της κοινής γνώμης από την εικόνα πολιτικής χαύνωσης που εμφανίζει η Νέα Δημοκρατία. Ακόμη και οι συμπαθούντες αναρωτιούνται γιατί χάθηκε η ανανεωτική ορμή που είχε επιδείξει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης άμα τη εκλογή του. Οι σκελετοί στην κομματική ντουλάπα φαίνεται πως είναι πολλοί.
Στην ελάσσονα αντιπολίτευση, Δημοκρατική Συμπαράταξη και Ποτάμι έδειξαν μια ακόμη φορά ότι οι διαφορές τους είναι ελάχιστες, ιδεολογικά σχεδόν ανύπαρκτες. Αν ζητούμενο αποτελούν οι μεταρρυθμίσεις με δίκαιο και προοδευτικό πρόσημο, δεν καταλαβαίνω πού κολλάει το πράγμα. Εδώ «παντρεύτηκαν» ο αριστερός ΣΥΡΙΖΑ με τους δεξιούς Ανεξάρτητους Έλληνες και δεν μπορούν να τα «βρουν» δυο πολιτικές οντότητες που κινούνται στον ίδιο χώρο; Εκτός εάν πρυτανεύει η λογική, «κάλλιο πρώτος στο χωριό παρά δεύτερος στην πόλη».
Όσο για τον Βασίλη Λεβέντη φαίνεται να απολαμβάνει τη δημοσκοπική δημοφιλία του και θα συνεχίσει να συμπεριφέρεται σαν δικαιωμένος Νέστωρας της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Κάθε ομιλία του εκπέμπει κάτι από την allure των παλαιών τηλε-διαγγελμάτων του.
Προς τι λοιπόν η φασαρία και η πολύωρη διαδικασία;
Για να πάρει συγχώρεση ο Γιάννης Μουζάλας από τον μεγάθυμο Πάνο Καμμένο; Τα όπλα του υπουργού Εθνικής Άμυνας μπήκαν στη θηκάρι τους και δεν βαριέσαι, μια κουβέντα είπαμε, μην το κάνουμε και θέμα.
Προς τι λοιπόν η φασαρία και η πολύωρη διαδικασία;
Μήπως για να αντιληφθούμε ότι ο Ευάγγελος Βενιζέλος είναι και του ακαδημαϊκού σαλονιού και του πολιτικού αλωνιού με εκείνο το «αλήτη, αλητάμπουρα, θα ζητήσεις στα τέσσερα συγγνώμη»;
Και εν πάση περιπτώσει, αυτά ήθελαν να πουν, αυτά είπαν. Απεραντολογίες άνευ ουσίας, σαν ξεθυμασμένο σίκουελ ενός παμπάλαιου έργου. Μόνοι τους τα λεν, μόνοι τους τα ακούν. Ο διάλογος των πολιτικών δυνάμεων στο Κοινοβούλιο για τόσο σοβαρά θέματα δεν γίνεται προκειμένου να μορφώσουν άποψη οι πολίτες; Ποιος ο λόγος να κρατήσει η διαδικασία μέχρι όρθρου βαθέως; Η Ζωή μπορεί να χαμογελά ευχαριστημένη για το trend που καθιέρωσε. Αυτό δεν είναι Βουλή, έχει γίνει πλέον το εθνικό αφτεράδικο.