Δεν χρειάζεται νόμος, αλλά μια απόφαση του υπουργείου Υγείας που να λέει ότι όσοι ασκούν κλινικό έργο στα νοσοκομεία του δημόσιου τομέα, αλλά και στα Κέντρα Υγείας, θα πρέπει να εμβολιάζονται, δηλώνει στο liberal.gr ο Καθηγητής του ΕΚΠΑ, Γιάννης Τούντας. «Αν δεν θέλουν να εμβολιαστούν θα πρέπει να απαλλαγούν από τα κλινικά τους καθήκοντα», προσθέτει.
Ο κ. Τούντας τονίζει ότι το ίδιο πρέπει να ισχύσει και για τους εργαζόμενους στα γηροκομεία, ενώ για τη νέα έκρηξη κρουσμάτων κορονοϊού σημειώνει πως το Σύστημα Υγείας είναι σαφώς πιο έτοιμο για να αντιμετωπίσει αυτή την έξαρση του β’ κύματος. «Σας θυμίζω ότι τώρα η θνητότητα στις ΜΕΘ έχει πέσει κάτω από το 30%, όταν πριν από μόλις λίγους μήνες ήταν στο 50%», καταλήγει.
Συνέντευξη στον Βασίλη Γαλούπη
Αυτή τη στιγμή είναι νόμιμο να μην θέλει ένας γιατρός ή ένας νοσηλευτής να εμβολιαστεί. Πόσο ηθικό είναι, όμως;
«Δεν τίθεται θέμα νομιμότητας. Δεν υπάρχει κάποιος σχετικός νόμος που να το επιτρέπει ή να το απαγορεύει. Αντίθετα, υπάρχουν νόμοι που κάνουν υποχρεωτικό τον εμβολιασμό των παιδιών, προκειμένου να εγγραφούν σε παιδικούς σταθμούς και δημοτικά σχολεία. Υπάρχουν ρυθμίσεις που απαγορεύουν να ταξιδέψεις σε ορισμένες χώρες της Ασίας ή της Αφρικής, αν δεν έχεις κάνει κάποια συγκεκριμένα εμβόλια.
Η Πολιτεία δεν μπορεί να επιτρέπει σε όποιον θέλει να κάνει ό,τι θέλει στα θέματα της δημόσιας υγείας. Η δημόσια υγεία προστατεύεται με την αυστηρή εφαρμογή των εκάστοτε αναγκαίων μέτρων. Κι αυτά τα μέτρα πρέπει να ισχύουν για όλους. Όπως ισχύει η ζώνη ασφαλείας στα αυτοκίνητα υποχρεωτικά για όλους και δεν τίθεται θέμα ελεύθερης επιλογής ή συνείδησης ή συνταγματικότητας. Ό,τι ισχύει και σε πολλά άλλα ζητήματα που αφορούν τη δημόσια υγεία, έτσι και σ’ αυτή την περίπτωση πρέπει να ισχύσει ο υποχρεωτικός εμβολιασμός των νοσοκομειακών γιατρών και νοσηλευτών/τριών που ασκούν κλινικό έργο, δηλαδή όσων έρχονται σε επαφή με τον ασθενή.
Ο ασθενής μπαίνει στο νοσοκομείο για να γιατρευτεί, δεν μπαίνει για να αρρωστήσει. Δεν επιτρέπεται να υπάρχει οποιοσδήποτε κίνδυνος για τον ασθενή στο νοσοκομείο που μπορεί να προληφθεί ή να ελεγχθεί. Ένας μολυσμένος εργαζόμενος αποτελεί σοβαρό κίνδυνο. Είδαμε τι έγινε στα γηροκομεία.
Υπήρξαν κρούσματα και θύματα εξαιτίας ενός εργαζόμενου που έτυχε να μολυνθεί και στη συνέχεια μετέδωσε τον κορωνοϊό σε πολλά άλλα ηλικιωμένα άτομα που ήταν φιλοξενούμενοι εκεί. Το γηροκομείο και το νοσοκομείο έχουν δυο κοινά χαρακτηριστικά. Είναι κλειστοί χώροι, όπου παραμένουν άτομα για κάποιο διάστημα, κι επίσης είναι ένας χώρος που τα άτομα αυτά έχουν εύθραυστη υγεία, είτε είναι ηλικιωμένα, είτε είναι ασθενείς.
Εκτιμάτε, δηλαδή, ότι δεν χρειάζεται να γίνει κάτι άλλο από πλευράς νομοθεσίας;
Δεν χρειάζεται νόμος. Χρειάζεται απόφαση του υπουργείου Υγείας που να λέει ότι όσοι ασκούν κλινικό έργο στα νοσοκομεία, του δημόσιου τομέα, αλλά και στα Κέντρα Υγείας, θα πρέπει να εμβολιάζονται. Αν δεν θέλουν να εμβολιαστούν θα πρέπει να απαλλαγούν από τα κλινικά τους καθήκοντα, να ασχοληθούν για όσο διάστημα χρειάζεται μέχρι να αποκτήσουμε τη συλλογική ανοσία σε θέσεις που να μην τους φέρνουν σε καθημερινή επαφή με τους ασθενείς. Αυτό είναι θέμα υπουργικής απόφασης, δεν χρειάζεται νόμος.
Το ίδιο θα έπρεπε να γίνει και στα γηροκομεία;
Ασφαλώς. Κι εκεί πρέπει το προσωπικό να είναι οπωσδήποτε εμβολιασμένο. Ούτε εκεί θα πρέπει να επιτρέπεται σε εργαζόμενους να ασκούν τα καθήκοντά τους χωρίς να έχουν εμβολιαστεί.
Μια λύση θεωρείται ότι μπορεί να είναι όσοι δεν εμβολιάστηκαν να μην έρχονται σε επαφή με τον κόσμο. Πόσο δίκαιο είναι αυτό για τους ιατρούς και νοσηλευτές που έχουν εμβολιαστεί και πως θα μπορούσε να λειτουργήσει κάτι τέτοιο; Έχουμε περίσσευμα από γιατρούς και νοσηλευτές σ’ αυτή τη φάση ώστε να τους βάλουμε στην πίσω γραμμή;
Δεν έχουμε περίσσευμα. Αυτό είναι γεγονός. Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι μιλάμε για ένα σχετικά μικρό αριθμό πανελλαδικά όσων δεν έχουν θελήσει να εμβολιαστούν μέχρι τώρα. Κι αυτός ο αριθμός όλο και θα μειώνεται, διότι βλέποντας ότι δεν υπάρχουν παρενέργειες και ότι οι συνάδελφοί τους που εμβολιάζονται είναι μια χαρά, χωρίς κανένα πρόβλημα ολοένα θα κάμπτονται οι αμφιβολίες ή οι αντιρρήσεις.
Δεν είναι κάτι που θα μας στερήσει από έναν μεγάλο αριθμό εργαζομένων. Θα είναι λίγες αυτές οι περιπτώσεις που δεν θα θελήσουν να εμβολιαστούν, αλλά έστω και οι λίγες είναι επικίνδυνες. Αυτό πρέπει να το καταλάβουμε. Άρα, πρέπει να τους απομακρύνουμε από τους ασθενείς. Ας πάνε να εργαστούν σε άλλους τομείς του νοσοκομείου, εργαστηριακούς, διοικητικούς κλπ.
Είναι δίκαιο αυτό για τους υπόλοιπους γιατρούς και νοσηλευτές που εμβολιάστηκαν;
Ναι, γιατί οι γιατροί που εμβολιάστηκαν συνεχίζουν να είναι εκεί που θέλουν να είναι κι ασκούν τα καθήκοντά τους όπως πρέπει, ενώ οι άλλοι θα υποχρεωθούν να στερηθούν αυτού του δικαιώματος μέχρι να εμβολιαστούν.
Οι γιατροί και οι νοσηλευτές ήταν οι ήρωες της κοινωνίας μας όλο αυτό το διάστημα για τις υπεράνθρωπες προσπάθειές τους. Νομίζετε ότι αυτή η εικόνα που βγαίνει για μια μερίδα που δεν εμβολιάζεται, αδικεί κάπως όλη αυτή την προσπάθεια που έχει γίνει;
Όχι, δεν την αδικεί. Η ιστορία της ιατρικής είναι γεμάτη σελίδες αυταπάρνησης γιατρών που εκτέλεσαν το καθήκον τους αψηφώντας πραγματικούς κινδύνους κι όχι ανύπαρκτους όπως στην προκειμένη περίπτωση. Οι λίγες εξαιρέσεις όσων δεν εμβολιάζονται δεν στιγματίζουν το υπόλοιπο ιατρικό σώμα που πραγματικά δίνει όλο αυτόν τον καιρό με αυτοθυσία μια ηρωϊκή μάχη. Και είδαμε το ιατρικό σώμα να θρηνεί και θύματα στην άσκηση του καθήκοντος. Η εξαίρεση του κανόνα δεν αλλάζει την εικόνα του ιατρικού σώματος απέναντι στα μάτια των πολιτών. Αντίθετα, η υπευθυνότητα της συντριπτικής πλειοψηφίας των γιατρών είναι ένας ακόμα λόγος για να πειστούν οι λίγοι γιατροί που έχουν προς το παρόν αυτές τις επιφυλάξεις. Για να μην θρηνήσουμε επιπλέον θύματα, ούτε από τους νοσηλευόμενους ούτε από τους γιατρούς.
Είναι πιο έτοιμο το Σύστημα Υγείας για το τρίτο κύμα της πανδημίας;
Δεν βλέπω τρίτο κύμα. Για να μιλάμε για τρίτο κύμα έπρεπε να σβήσει το δεύτερο κύμα. Το δεύτερο το χαρακτηρίσαμε ως τέτοιο επειδή έσβησε τον Μάιο το πρώτο κύμα. Το δεύτερο κύμα δεν έχει σβήσει ακόμα. Τους τελευταίους δυο μήνες ήμασταν σε μια αργή και σταδιακή ύφεση του δεύτερου κύματος. Αλλά εδώ και λίγες εβδομάδες, μετά τα Χριστούγεννα, είμαστε σε μια έξαρσή του. Δεν μπορούμε λοιπόν να μιλάμε για τρίτο κύμα.
Αυτή η έξαρση θα γίνεται όλο και πιο έντονη σε όλη τη διάρκεια των επόμενων λίγων εβδομάδων. Θα περάσουμε έναν δύσκολο κι ανηφορικό Φεβρουάριο. Ήδη τα νούμερα των διασωληνωμένων και των θανάτων αρχίζουν και γίνονται ανοδικά, από καθοδικά που ήταν μέχρι πρότινος. Θα αρχίσουμε να βλέπουμε μια κάμψη, μικρή και σταδιακή, από τον Μάρτιο. Κι από τον Απρίλιο και μετά μια επιταχυνόμενη κάμψη της επιδημίας μέχρι το καλοκαίρι που εκτιμώ ότι θα έχει τεθεί σε πλήρη σχεδόν έλεγχο.
Άρα, εκτιμάτε ότι υπάρχει μεγαλύτερη ετοιμότητα και γνώση πλέον…
Ναι, είναι πιο έτοιμο το Σύστημα Υγείας. Έχουμε αποκτήσει μεγάλη τεχνογνωσία τον τελευταίο χρόνο, έχουμε καλύτερες φαρμακευτικές προσεγγίσεις για να αντιμετωπίζουμε πιο αποτελεσματικά τα βαριά περιστατικά, έχουμε νέα φάρμακα που ετοιμάζονται να μπουν στην αγορά, έχουμε νέα εμβόλια που χτίζουν μέρα με τη μέρα το περίφημο τείχος της ανοσίας κι επίσης έχουμε τη δυνατότητα να αξιοποιήσουμε τις καινούργιες υποδομές, τις νέες κλίνες ΜΕΘ που δημιουργήθηκαν αυτό το διάστημα για να καλυφθεί το έλλειμμα που υπήρχε, ενώ έγιναν και προσλήψεις προσωπικού.
Σαφώς είμαστε πιο έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε αυτή την έξαρση του β’ κύματος. Σας θυμίζω ότι τώρα η θνητότητα στις ΜΕΘ έχει πέσει κάτω από το 30%, όταν πριν από μόλις λίγους μήνες ήταν στο 50%. Από την άλλη, θα μπορούσαμε να τα πάμε ακόμα καλύτερα εάν είχαμε ένα ολοκληρωμένο σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και ισχυρούς θεσμούς και υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, δηλαδή Πρόληψης της ασθένειας και Προστασίας και Προαγωγής της Υγείας, που δυστυχώς δεν έχουμε. Η καταπολέμηση κάθε επιδημίας επιτυγχάνεται πρωτίστως στην κοινότητα και δευτερευόντως στα νοσοκομεία.
Ο Γιάννης Τούντας είναι Καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής ΕΚΠΑ, μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου της διαΝΕΟσις