Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Έχουμε χαμηλή αυτοπεποίθηση. Η εθνική μας αυτοεκτίμησή βρίσκεται στο ναδίρ. Γι'' αυτό αναζητούμε, εφευρίσκουμε, και ενίοτε κατασκευάζουμε ήρωες. Είδωλα και επικές μορφές, να μεταφέρουν την «αθάνατη ελληνική ψυχή» στα πέρατα του κόσμου. Είτε πρόκειται για πολεμιστές με ασπίδες είτε για Μακεδονομάχους είτε για πρωταθλητές του τένις είτε για «μπάρμπι επιστήμονες»...
Κι εμείς οι δημοσιογράφοι φταίμε για πάρα πολλά. Γιατί παραδινόμαστε εύκολα, στο μέσο όρο. Στην αντίληψη, στην πεποίθηση, στην παραδεδομένη επικοινωνιακή βουλιμία του κόσμου. Πιστεύοντας ότι έτσι αναδεικνύουμε πρότυπα ενώ στην πραγματικότητα, ενισχύουμε τη «θρησκειολαγνεία» της κοινής γνώμης που διψάει για «ήρωες».
Η Ελένη Αντωνιάδη, η ερευνήτρια, δεν είπε κανένα ψέμα. Όχι περισσότερα πάντως από όσα είχε πει ο Νίκος Κοτζιάς για την Οξφόρδη και το Χάρβαρντ. Ακολούθησε απλώς τα δικά μας ψέματα. Τις δικές μας υπερβολές. Και το λάθος της είναι ότι δεν τις σταμάτησε. Ότι παραδόθηκε με φιλοδοξία και θράσος, στη δίνη της «θεογονίας» μας που προκρίνει ως ελιξίριο «κοινωνικής ευζωίας» τον λαϊκισμό της Αριστείας. Και εντάχθηκε και η ίδια στο πάνθεον του μεσσιανισμού της ελληνικής κοινωνίας.
Τα ερωτήματα είναι πολλά: η μαζική επικοινωνία αναδεικνύει πρότυπα; Όταν επιλέγω μία όμορφη γιατρό, δικηγόρο ή επιστήμονα για συνέντευξη ή ως καλεσμένη στην εκπομπή μου, καλλιεργώ τάση ή απλώς εκμεταλλεύομαι την εικόνα; Όταν επίσης, καταφεύγω σε «αγιογραφίες» προσώπων που διακρίθηκαν αναπαράγω αξίες ή απλώς, εντυπωσιάζω εισπράττοντας μεγαλύτερη τηλεθέαση;
Μακάρι να ήταν έτσι. Στην πραγματικότητα, δημιουργώ είδωλα και όχι πρότυπα. Γιατί τα πρότυπα δεν μπορούν να λειτουργήσουν παιδαγωγικά, στην μαζική επικοινωνία. Παρά μόνο στα σχολεία, στις οικογένειες και στο ελεγχόμενο περιβάλλον.
Πόση ανάγκη έχουμε από την ταύτιση με τη συλλογική μας ταυτότητα! Αφήνουμε τον εαυτό μας υποσυνείδητα να ταυτιστεί με τις διακρίσεις των ικανών, προσπαθώντας να ορίσουμε μία γόνιμη συνύπαρξη μαζί τους. Είναι φανερό ότι ψάχνουμε κάτι που λείπει από την πραγματική μας ζωή, στην αντιπροσωπευτικότητα των αρίστων.
Αυτό συμβαίνει και με τους άριστους των πανελληνίων. Αυτούς που εισάγονται πρώτοι στις σχολές τους και όλοι μαζί πανηγυρίζουμε για την επιτυχία τους. Ποια επιτυχία; Tων ίδιων, των δασκάλων και των οικογενειών τους...
Είναι πολλά που δένουν γύρω από μία επιτυχία, την οποία θέλουμε να την κάνουμε συλλογική. Η πολιτεία μπορεί να δίνει το διαβατήριο της συμμετοχής στην προσπάθεια, αλλά δεν σημαίνει ότι αξίζει και τα συγχαρητήρια της νίκης. Ασε που αν υπολογίσουμε διαχρονικά, από πού ήταν η καταγωγή όλων των σπουδαίων Ελλήνων, θα εκπλαγούμε, γιατί κάποια άλλη κοινωνία, ξένη, τους προετοίμασε για να σηκώσουν στις πλάτες τους την ελληνική σημαία. Η ελληνική πολιτεία, αν δεν τους πολέμησε, τις περισσότερες φορές απλώς τους γύρισε την πλάτη!
Ας μην κρυβόμαστε άλλο. Υπερήφανοι θα ήμασταν, ως Έλληνες, αν είχαμε οργανωμένο εκπαιδευτικό σύστημα και για τον τελευταίο μαθητή, αν διαθέταμε εργαστήρια, δημιουργικά πανεπιστήμια και ελεύθερες αγορές. Αν δίναμε στον Ελληνα που μεγαλώνει σ'' αυτόν τον τόπο την υποδομή, το θάρρος, τη στήριξη και την αξιοκρατία ως τρόπο ζωής για να απλώσει τα φτερά του. Να βγάλει από μέσα του την εξωστρέφεια και τον δυναμισμό, που τώρα καταπνίγει στη μιζέρια και τα αδιέξοδα.
Είναι κρίμα για τους υπόλοιπους, αλλά το «εγώ» του καθενός μας ουδεμία σχέση έχει με το «εγώ» του αρίστου και επομένως με το φαντασιακό «εμείς» στο οποίο εκλιπαρεί να ανήκει.
Σε κάθε περίπτωση, ούτε η «αποκάλυψη» της Ελένης θα μας κάνει καλύτερους ως κοινωνία ούτε η ανθρωποφαγία της. Στους χώρους μας πρέπει να ψάξουμε το λάθος και όχι στην μεμονωμένη περίπτωση. Στην δημοσιογραφία, στην επιστημονική κοινότητα και στα σχολεία. Σημασία έχει να αλλάξουμε εμείς και όχι να τιμωρηθεί η Ελένη...