Του Ηλία Πεντάζου*
Όσο πλησιάζουν οι ευρωεκλογές του Μαΐου τόσο ανεβαίνει το πολιτικό θερμόμετρο στην ΕΕ. Τι είδους εκπλήξεις θα βγάλει αυτή η κάλπη, με τα τύμπανα του έξαλλου εθνικισμού, του ακραίου λαϊκισμού και της περιχαράκωσης εντός των εθνικών συνόρων να ηχούν δυνατότερα από ποτέ. Η χώρα μας με τη συνήθη της εσωστρέφεια, επικεντρώνεται σε πιο προσφιλή, εσωτερικής σημασίας θέματα, όπως καλή ώρα οι επερχόμενες εθνικές εκλογές.
Πόσοι άραγε από τους συμπολίτες μας αντιλαμβάνονται ότι οι κανόνες που προδιαγράφουν τη ζωή και το μέλλον μας δεν ανήκουν στη σφαίρα των εθνικών εκλογών αλλά αποφασίζονται και χτίζονται στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων, στην ουσία ερήμην μας, μιας και εμείς επαναπαυμένοι στη ελληνοκεντρική παράδοση, σπάνια παρεμβαίνουμε με εποικοδομητικό λόγο στη διαμόρφωση των εξελίξεων.
Όχι μόνο οικονομία, αλλά και εκπαίδευση, υγεία, πολιτισμός, επιχειρηματικότητα, περιβάλλον, ενεργειακά, μετανάστευση, ανθρώπινα δικαιώματα, τεχνολογία, ασφάλεια, όλα αποφασίζονται εκεί και έρχονται σε μας έτοιμα, απλά για ενσωμάτωση στο εθνικό μας δίκαιο και εφαρμογή στη καθημερινότητα μας.
Αυτές οι ευρωεκλογές είναι πολύ κρίσιμες και αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Παγιωμένες κατακτήσεις της ΕΕ όπως ο πολιτικός πλουραλισμός, η ισότητα των φύλλων, η κοινωνική ειρήνη, η ανοχή στο διαφορετικό, υπονομεύονται ανοιχτά από αυταρχικά, εθνικιστικά, αλλοπρόσαλλα κινήματα που φουντώνουν σε όλες τις χώρες, εκμεταλλευόμενα το φόβο για το αύριο, την ανασφάλεια, τις ανισότητες και επενδύοντας στη θυμική αντίδραση της μάζας οδηγώντας την στη τυφλή βία που μέσω αυτής νομίζει ότι παίρνει εκδίκηση η ελπίζει ότι έτσι ίσως την προσέξουν οι κυβερνήτες της!
Είναι μεγάλη η ευθύνη των πολιτικών ηγεσιών που τείνουν να απαντούν στα κοινωνικά προβλήματα που προκάλεσε η παγκοσμιοποίηση με βραχυχρόνιες λύσεις-ασπιρίνες και όχι με σοβαρό μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, αλλά από την άλλη είναι και ουτοπία να πολεμάς την παγκοσμιοποίηση με μολότοφ, περιχαράκωση και αφορισμούς. Το φάρμακο δεν είναι ο προστατευτισμός εντός των τειχών.
Αυτό που χρειάζεται και θέλει την ΕΕ να πρωτοπορήσει, είναι η προώθηση ριζικών μεταρρυθμίσεων στις εργασιακές σχέσεις, στη δια βίου εκπαίδευση, στη στήριξη νέων τεχνολογιών, στη βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης και του κοινωνικού κράτους με κυρίως προστατευόμενη την ταχύτατα αυξανόμενη δημογραφικά και πλέον ευάλωτη τρίτη ηλικία.
Η Ελλάδα, ειδικότερα μετά και την εμπειρία της κρίσης οφείλει να έχει λόγο στα παραπάνω αλλά και να καταθέσει εθνικές θέσεις σε φλέγοντα και υπό διαμόρφωση θέματα όπως ο προϋπολογισμός της ΕΕ και η μεταφορά των πόρων, η πολιτική των διαρθρωτικών ταμείων, η διαμόρφωση κοινών φορολογικών κανόνων, η καθιέρωση κοινής πολιτικής σε ζητήματα εθνικού χρέους, η ενιαία πολιτική εγγύησης τραπεζικών καταθέσεων.
Ο γράφων, ένεκα πολύχρονης υπηρεσίας στην ΕΕ και επί δεκαετίες ασχολούμενος με τα Ευρωπαϊκά θέματα, υποστηρίζει ότι οι Έλληνες ψηφοφόροι που θα πάνε στις κάλπες, ασχέτως κομμάτων, πρέπει να επιλέξουν και να στείλουν στο Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, εκπροσώπους, δεδηλωμένα Ευρωπαίους. Ανθρώπους με το μυαλό εκεί, όχι στην Αθήνα, με ενωτικό λόγο που θα μπορούν να χειρίζονται συγκλίσεις και ομαδική δουλειά και που θα προστεθούν στους “λογικούς” που θα εκλεγούν από τα άλλα κράτη-μέλη, κόντρα στους ταραξίες, επιδειξίες και φαιδρούς που νομοτελειακά περιέχει πάντα ένα κοινοβούλιο.
Τα πολιτικά κόμματα βέβαια για να κρατήσουν εσωκομματικές ισορροπίες η να προσελκύσουν ψηφοφόρους καταφεύγουν σε κάποιο βαθμό σε συμβιβασμούς, εντάσσοντας στις λίστες πολιτικά πρόσωπα, άσχετα με το θεσμικό ευρωπαϊκό περιβάλλον η επιφανειακούς celebrity, αναγνωρίσιμους σε ψυχαγωγικούς η αθλητικούς χώρους.
Έτσι ναρκοθετείται από την αρχή η αξιοπρεπής, εξωστρεφής εκπροσώπηση της χώρας, με άτομα που περιδιαβαίνουν τις Βρυξέλλες, χωρίς εφόδια για την εκεί πραγματικότητα. Υπάρχουν τόσα παραδείγματα συμπαθών Ελλήνων που ποτέ δεν κατάλαβαν γιατί πήγαν εκεί, δεν πρόσφεραν τίποτα και κανείς δεν τους ζήτησε στοιχειώδη απολογισμό.
Ελπίδα και προτροπή, ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας με την ψήφο του να φιλτράρει και να επιβάλλει νέα πρόσωπα που θα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις ενός πολυεθνικού κοινοβουλίου και οι θέσεις τους δεν θα υπαγορεύονται αυστηρά και μόνο από τις εγχώριες κομματικές σκοπιμότητες.
Ας σκεφθούμε όλοι ότι τώρα που ο τεχνητός διχασμός της κοινωνίας μεταξύ μνημονιακών και αντιμνημονιακών έχει πια καταρρεύσει μετά την προσχώρηση και της “αριστερής” κυβέρνησης στις επιταγές του μνημονίου και βιώνοντας ένα σημαντικό ποσοστό συμπολιτών μας την ανεργία, τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, είναι άνευ σημασίας πλέον το ερώτημα, αν εμείς σώσαμε το ευρώ ή η Ευρώπη έσωσε εμάς. Η Ευρώπη είναι το σπίτι μας και προέχει να δουλέψουμε ενεργά στη διαδικασία της πολιτικής και οικονομικής ενοποίησης της. Η θετική μας ψήφος θα είναι η αρχή.
*Ο κ. Ηλίας Πεντάζος είναι Οικονομολόγος-Επιχειρηματίας, τ. ΓΓ Υπργ. Οικ/κών