Του Κωνσταντίνου Βέργου*
Το βλέμμα του Σόιμπλε είναι στραμμένο τις τελευταίες ημέρες στη μακρινή Αυστραλία. Όχι επειδή του αρέσουν οι ταινίες με καγκουρό, αλλά διότι η Αυστραλία είναι η χώρα που πλέον είναι στο παγκόσμιο επίκεντρο μετά τα Panama Papers, λόγω της νομοθεσίας περί φοροδιαφυγής.
Ο Σόιμπλε, παρότι έχει επί πολλές δεκαετίες στηριχθεί, όχι ως άτομο, αλλά ως στέλεχος της συγκεκριμένης γερμανικής κυβέρνησης, από διεφθαρμένες γερμανοθρεμμένες πολυεθνικές εταιρείες, και δεν είχε καμιά διάθεση να αρχίσει μάχη με τα «πρώην αφεντικά - φίλους του», φαίνεται ότι κάνει μια μεγάλη στροφή. Η απόφαση των ΗΠΑ να «σφίξουν την τανάλια» σε διεφθαρμένες πρακτικές κολοσσιαίων εταιρειών και το «σκάσιμο των Panama Papers» που εμπλέκουν, σύμφωνα με γερμανικές εφημερίδες, το περιβάλλον του Σόιμπλε, κατάφεραν το ακατόρθωτο. Η Γερμανική πολιτική ηγεσία, είτε εξ ανάγκης, για να μην κατηγορηθεί για συμπαιγνία με τις πολυεθνικές, είτε από ανάγκη για φορολογικές ανάγκες ή από αλτρουισμό (!), θα κινήσει κάποια διαδικασία για να ελέγξει και αυτή το τέρας της φοροδιαφυγής των πολυεθνικών εταιρειών. Από ό,τι φαίνεται, θα ακολουθήσει ό,τι καλύτερο υπάρχει αυτήν τη στιγμή στην αγορά: το αυστραλιανό μοντέλο.
Τι είναι όμως το «αυστραλιανό μοντέλο» ελάχιστοι γνωρίζουν, το μόνο που έχουμε ακουστά πρόσφατα είναι τις εγγλέζικες πρωτοβουλίες. Πρόσφατα (17/4/2016) αποκαλύφθηκε ότι οι Εγγλέζοι επεξεργάστηκαν και ψηφίζουν ένα προωθημένο νόμο για την αντιμετώπιση φοροδιαφυγής πολυεθνικών. Όμως οι Αυστραλοί είναι πολύ πιο μπροστά. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Η αυστραλιανή οικονομία έχει μια ιδιαιτερότητα. Έχει τεράστια «κυκλικότητα», με την έννοια ότι λόγω του σημαντικού ορυκτού πλούτου της χώρας, η συμμετοχή επί του ΑΕΠ της εταιρειών μετάλλων, που επηρεάζονται πολύ από τον παγκόσμιο οικονομικό «κύκλο», είναι τεράστια! Οι εταιρείες μετάλλων συγκεκριμένα είναι εταιρείες των οποίων τα κέρδη είναι τεράστια σε ανάπτυξη, ενώ έχουν ζημίες όταν υπάρχει κρίση. Αυτό εκ των πραγμάτων οδηγεί στην ανάγκη για «λογιστικό συντηρητισμό», μια τάση δηλαδή να εμφανίζει κάποιος μονίμως χαμηλά κέρδη. Συντηρητισμό που, όταν συνδυάζεται με φοροδιαφυγή, την οποία ασκούν κατά κόρο οι πολυεθνικές στην Αυστραλία, οι κυβερνήσεις καταλήγουν να... ξοδεύουν περισσότερα λεφτά φορολογούμενων για να «διασώζουν» εταιρείες, από όσα φορολογικά έσοδα παίρνουν από τις εταιρείες αυτές!
Η Αυστραλία, η οποία κυβερνιέται από το φιλελεύθερο κόμμα (φιλελεύθερης πολιτικής κατεύθυνσης), υποχρεώθηκε εκ των πραγμάτων στο κυνήγι των πολυεθνικών, καθώς η πλούσια αυτή χώρα έχει μέσο έλλειμμα 2,5% του ΑΕΠ ετησίως την τελευταία πενταετία, εν μέρει λόγω οργίου συστηματικής φοροδιαφυγής από 60 πολυεθνικές. Η γιγαντιαία αυστραλιανή πολυεθνική Rio Tinto, για παράδειγμα, έκανε μεταφορά κερδών στη… Σιγκαπούρη, πληρώνοντας μηδενικούς φόρους στην Αυστραλία και μόλις… 120 χιλιάδες δολάρια φόρο στη Σιγκαπούρη, όσο δηλαδή κόστισαν τα… τσιγάρα ή μάλλον πιο σωστά τα… «πούρα» των μελών του διοικητικού της συμβουλίου! Αν δεν πρόκειται για αστείο, και δυστυχώς δεν πρόκειται, αποτελεί μια πρωτοφανή κοροϊδία για μια ολόκληρη κοινωνία και οικονομία. Ενώ δηλαδή οι πολίτες υποχρεώνονται σε πολυετή προγράμματα λιτότητας και υπερφορολόγησης, ενώ έχουν μειωμένη περίθαλψη και εκπαίδευση, μια μικρή ομάδα νεαρών hedge fund managers που ελέγχουν τις πολυεθνικές αυτές μεταφέρουν αφορολόγητα τα κέρδη, σχεδόν το 1/10 του αυστραλιανού ΑΕΠ στους… παράδεισους φοροδιαφυγής, όπως Παναμά, Παρθένες Νήσους και τη γειτονική… Σιγκαπούρη, και ατη συνεχεια ζητούν…επιδότηση για να λειτουργούν τις δραστηριότητες –τύπου «βδέλλας»!
Η αυστραλιανή κυβέρνηση εκ των πραγμάτων πέρσι υποχρεώθηκε να δημιουργήσει τον MAAL (Multinational Anti-Avoidance Law), δηλαδή τον «Νόμο περί Φοροαποφυγής των Πολυεθνικών». Ο νόμος τέθηκε σε εφαρμογή στις 11 Δεκεμβρίου 2015 και αφορά όχι μόνο τις πολυεθνικές (με τζίρο πάνω από 1 δισ. αυστραλιανά δολάρια=700 εκατομμύρια ευρώ) που έχουν δραστηριότητα/παραγωγικό αντικείμενο, αλλά και τους προμηθευτές τους (καθώς με τις τριγωνικές συναλλαγές ή με υπερχρέωση/υποτιμολόγηση προωθούνται τα κέρδη), αλλά και εξαρτώμενες από αυτές εταιρείες.
Ο σχεδιασμός του αυστραλιανού MAAL βασίζεται στην απόφαση 6 του ΟΟΣΑ, γνωστή και ως BEPS, πρι αθέμιτου ανταγωνισμού σε ανοικτές αγορές μέσω μεταφοράς κερδών (OECD Base Erosion and Profit Shifting –BEPS– work on Action 6) που δημιουργήθηκε στις 5 Οκτωβρίου 2015! Αυτό με τη σειρά του βασίζεται στην κοινή απόφαση από τη Σύνοδο των 20 ανεπτυγμένων χωρών (G20) και των χωρών του ΟΟΣΑ, τον Ιούλιο του 2013. Πρόκειται για ένα εξαιρετικά λεπτομερές σχέδιο 15 σημείων και… 106 σελίδων που εντοπίζει κομμάτι - κομμάτι τον μηχανισμό φοροδιαφυγής. Τα πρόστιμα ανέρχονται ως το 220% της εκτιμώμενης φοροδιαφυγής!
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, με πρωτοβουλία του κυρίου Σόιμπλε, παίρνοντας αφορμή από το αυστραλιανό μοντέλο MAAL, θα υποχρεώνει κατ'' αρχήν τις πολυεθνικές να φανερώνουν τα πωλήσεις και κέρδη στις χώρες δραστηριοποίησης και στη συνέχεια θα προχωρά σε κινήσεις ελέγχου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μαζέψει, με βάση συντηρητικές εκτιμήσεις 700 δισ. ευρώ σε μια δεκαετία με αυτή την κίνηση, όσο δηλαδή όλο το… χρέος της Ισπανίας. Αν αναρωτιέστε πώς χώρες σαν την Ισπανία έφτασαν σε τέτοιο χρέος, μην ψάχνετε, επομένως για την… αδήλωτη… τυρόπιτα!
Η κίνηση του κ. Σόιμπλε είναι άτολμη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ουσιαστικά «σέρνεται» από τις πρωτοβουλίες των ΗΠΑ, της Αυστραλίας και τώρα της Αγγλίας, δηλαδή των αγγλοσαξονικών χωρών. Όμως δεν είναι μικρή. Δείχνει αλλαγή κατεύθυνσης. Από τη συγκάλυψη και διαπλοκή, η γερμανική πολιτική ηγεσία αποφάσισε, έστω και δειλά, να περάσει στο στρατόπεδο της διαφάνειας και των ίσων ευκαιριών για όλες τις εταιρείες. Η ανοικτή αγορά πρέπει να γίνει ξανά εκείνο που έπρεπε να είναι, εργαλείο ανάπτυξης για όλους, όχι πόρτα φοροδιαφυγής για τους ισχυρούς. Γι'' αυτό, η κίνηση Σόιμπλε είναι καλοδεχούμενη και θα βάλει, όπως και εκείνη της Αυστραλίας, τη μηχανή του παγκόσμιου συστήματος ξανά σε κίνηση…
* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία.
Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.