Γιατί τρεις υπουργοί, οι Θ. Σκυλακάκης, Α. Σκέρτσος, Αδ. Γεωργιάδης, βγαίνουν με διαφορά ολίγων ωρών να προειδοποιήσουν ότι η στήριξη της αγοράς με «κρατικό χρήμα» δεν μπορεί να συνεχιστεί επί μακρόν; Γιατί οι «οικονομικοί» υπουργοί κάνουν εκκλήσεις για εμβολιασμούς ώστε να αποφευχθεί ένας τέταρτος γύρος περιοριστικών μέτρων; «Τελείωσαν τα λεφτά και τον χειμώνα θα καταστραφούμε αν υπάρξει και πάλι lockdown», όπως δήλωσε ο υπουργός Ανάπτυξης; Και όμως υπάρχει λόγος σοβαρός για τον οποίο μπαίνουν στο παιχνίδι της πειθούς των ανεμβολίαστων και οι οικονομικοί υπουργοί.
Οι οποίοι προφανώς και γνωρίζουν και ότι η χώρα έχει ανοικτή πρόσβαση στις αγορές –κάτι που σημαίνει ότι μπορεί να δανειστεί πόρους και μάλιστα με εξαιρετικά χαμηλό επιτόκιο- και ότι ο τραπεζικός λογαριασμός του Δημοσίου εξακολουθεί να έχει υπόλοιπο περί τα 35 δισ. ευρώ. Όπως όμως γνωρίζουν και ότι η πολιτική των τεράστιων πρωτογενών ελλειμμάτων που έχει ως αποτέλεσμα να φουσκώνει το ήδη εξαιρετικά υψηλό δημόσιο χρέος, δεν μπορεί να συνεχίζεται επ’ άπειρον.
Γνωρίζουν ότι η Ελλάδα παραμένει σε καθεστώς αυξημένης μεταμνημονιακής εποπτείας (σ.σ ελπίζει ότι θα εξέλθει στα μέσα του 2022 όπως είπε και χθες στη Βουλή ο Χρήστος Σταϊκούρας) κάτι που σημαίνει ότι δεν καθορίζει μόνη της τις αποφάσεις για τη δημοσιονομική πολιτική. Για το 2020 και για το 2021, ίσχυσε η ρήτρα διαφυγής, που στην πράξη σημαίνει ότι αντί για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μας επετράπη να κλείσουμε τις χρονιές με ελλείμματα της τάξεως του 7% ή των 12 δισ. ευρώ επί μια διετία (2020-2021).
Τι σημαίνει υψηλά πρωτογενή ελλείμματα; Μεγαλύτερο χρέος. Το οποίο πράγματι από τα 330 δισ. ευρώ το 2019, θα εκτιναχθεί στα 352 δισ. ευρώ στο τέλος του 2021 με την αύξηση να φτάνει στα 22 δισ. ευρώ, περίπου όσα και τα πρωτογενή ελλείμματα που «γέννησε» η πανδημία για να χρηματοδοτηθούν τα μέτρα στήριξης.
Από το φθινόπωρο, στην Ευρώπη θα ξεκινήσει η μεγάλη διπλή συζήτηση: Θα γίνει αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας; Προς ποια κατεύθυνση; Θα εγκριθεί «δημοσιονομική χαλάρωση»; Και πώς θα μεταφραστεί αυτό στην πράξη για την Ελλάδα η οποία περιμένει μάλιστα να μάθει ποιους δημοσιονομικούς στόχους θα πρέπει να υλοποιήσει τα επόμενα χρόνια;
Όσοι λοιπόν αντιλαμβάνονται τις δηλώσεις των κυβερνητικών υπουργών ως «πίεση» για την αύξηση των εμβολιασμών, καλό είναι να έχουν κατά νου και την πορεία της οικονομίας. Η Ευρώπη ενέκρινε με ευκολία την «ρήτρα διαφυγής» για πέρυσι και για φέτος διότι το εμβόλιο δεν υπήρχε.
'Εδωσε «αέρα» και για το 2022 γνωρίζοντας ότι η ανάκτηση των πρωτογενών πλεονασμάτων δεν είναι εύκολη όταν ο προϋπολογισμός έχει βουλιάξει στα ελλείμματα λόγω των lockdown. Για τον φετινό χειμώνα όμως και για το 2022, δεν θα είναι για κανέναν υπουργό Οικονομικών της Ευρώπης (πόσο μάλλον για τον Έλληνα που κουβαλάει και το 2ο μεγαλύτερο δημόσιο χρέος στον πλανήτη) να υπερασπιστεί νέα μέτρα στήριξης όταν είναι κοινή πεποίθηση ότι με τα εμβόλια μπορεί να αποτραπεί ένα νέο «λουκέτο» στην οικονομική δραστηριότητα.
Αυτό λένε οι υπουργοί της κυβέρνησης (ο καθένας με το ύφος και τον τόνο του) προσπαθώντας να πείσουν ότι ο φετινός χειμώνας δεν μπορεί να έχει αναστολές συμβάσεων εργασίας, επιστρεπτέες προκαταβολές και αποζημιώσεις ιδιοκτητών ακινήτων γιατί τα ενοίκια θα έχουν κουρευτεί με κρατική εντολή.