Της Μαρίας Χούκλη
Μια ιστορία για την τελευταία ημέρα του χρόνου.
Απόσπασμα από διήγημα του Νίκου Χουλιαρά, μιας από τις πιο ιδιαίτερες και αισθαντικές γραφίδες της ελληνικής λογοτεχνίας, που πέθανε τον περασμένο Ιούλιο.*
* Ψηλά στο Άγιον Όρος, μια φορά, ζούσανε δυο καλόγεροι σε κάποιο απ' τα μοναστήρια του μαζί με άλλους. Ήτανε νέοι καλόγεροι που είχαν πρόσφατα απαρνηθεί τους πιο πολλούς από τους πειρασμούς των εγκοσμίων, αλλά δεν είχαν καταφέρει ακόμη ν' απαλλαγούν απ' την κακή συνήθεια του καπνίσματος.
Οι υποχρεώσεις και γενικά το τυπικό της μοναστικής ζωής ―τα συχνά τελετουργικά και οι αλλεπάλληλες όσο και χρονοβόρες λειτουργίες και προσευχές τούς δημιουργούσαν σοβαρότατο πρόβλημα.
Κάθε φορά που βρίσκονταν μαζί, το συζητούσαν χαμηλόφωνα το θέμα αλλά δεν βοηθούσε μόνο αυτό. Αποφασίσανε, λοιπόν, να κάνουν κάτι δραστικότερο. Γράψαν από ένα γράμμα ο καθένας στη διοίκηση, που 'χε ως έδρα τις Καρυές και τα 'στειλαν εκεί, με κάποιο μοναχό που έκανε τον ταχυδρόμο.
Στο γράμμα έγραφαν ευγενικά γι' αυτό το θέμα που τους έκαιγε. Με λίγα λόγια, ζητούσανε απ' τη διοίκηση να τους απαντήσει αν επιτρεπόταν να καπνίζουν κατά τη διάρκεια των προσευχών μιας και ο χρόνος τους αναλωνόταν σ' αυτές, με αποτέλεσμα να υποφέρουν τα πάνδεινα από το σύνδρομο αυτής της στέρησης.
Στείλαν, λοιπόν, τα γράμματα και περιμέναν την απάντηση με αγωνία.
Μετά από τρεις μέρες συναντήθηκαν ξανά οι δυο τους σε κάποιον απ' τους ατέλειωτους εσπερινούς κι ο μοναχός Βαρλαάμ είδε τον άλλο μοναχό τον Παχούμιο, σε μια γωνιά, να καπνίζει σαν φουγάρο, γι' αυτό και τον πλησίασε.
«Τι έγινε;» του κάνει έκπληκτος.
«Τι θες να γίνει;» του απάντησε ο Παχούμιος φυσώντας τον καπνό στο πρόσωπό του. «Δεν έστειλες κι εσύ το γράμμα στις Καρυές;»
«Το 'στειλα», έκανε απορημένος ο Βαρλαάμ.
«Ε, και τι σου απαντήσανε;» του ξαναλέει ο μοναχός Παχούμιος.
«Μου απαντήσανε αρνητικά!» απάντησε περίλυπος ο μοναχός Βαρλαάμ.
«Γιατί; Τι τους έγραψες;» του λέει ο Παχούμιος.
«Ε, να! Τους έγραψα αν επιτρέπεται να καπνίζω κατά τη διάρκεια των προσευχών και μου απάντησαν ότι απαγορεύεται αυστηρά αυτό το πράγμα! Γιατί, με σένα τι έγινε;»
«Α, μ' εμένα, εντάξει. Μου το επέτρεψαν!» απάντησε κρυφογελώντας ο μοναχός Παχούμιος.
«Πώς έγινε αυτό;» έκανε απορημένος ο Βαρλαάμ.
«Τι πώς έγινε;… Να! Μου έδωσαν την άδεια να καπνίζω. Έχω εδώ και το χαρτί!» είπε ο Παχούμιος.
«Δεν καταλαβαίνω! Αυτό είναι απαράδεκτο!» ξεφώνισε ο μοναχός Βαρλαάμ. «Αφού το αίτημα ήταν κοινό και για τους δυο, πως έγινε δηλαδή, κι εσένα σου επέτρεψαν, μου λες;»
«Ε, να…» έκανε με ύφος πονηρό ο μοναχός Παχούμιος, «τους έγραψα το εξής: Άγιοι πατέρες, τους έγραψα, επιτρέπεται κατά την ώρα του καπνίσματος να προσευχόμαστε; Και μου απάντησαν: βεβαίως ναι! Όχι μόνο επιτρέπεται αλλά και επιβάλλεται να προσευχόμαστε ανά πάσα στιγμή της μέρας!*
Κάπως έτσι κύλησε το 2015. Εντυπώσεις αντί για ουσία. Με πολιτικές πονηριές που δίχασαν την κοινωνία, πήγαν πίσω την οικονομία και καθήλωσαν τη χώρα. Δεν είναι μέρα για γκρίνια, αλλά για καταλλαγή και προβληματισμό. Οι πολίτες έχουμε μερίδιο ευθύνης για τη χρεοκοπία της Ελλάδας, αλλά και την υποχρέωση να συμβάλλουμε στην ανάταξή της. Ωστόσο, το μεγάλο βάρος πέφτει στους ώμους του πολιτικού προσωπικού. Εκείνο πρωτίστως οφείλει να συλλογιστεί τι καλύτερο μπορεί να κάνει για τη χώρα μέσα στη χρονιά που αρχίζει σε λίγες ώρες. Το σύνθημα «ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε» το ζούμε στην πράξη. Ο,τι θυσιάσαμε, θυσιάσαμε. Ας πιάσει τόπο. Το 2016 θα αποδειχθεί αν οι πάσης φύσεως ελίτ μπορούν να υπερβούν εαυτές και να γράψουν ιστορία. Αν θα αφήσουν τις εντυπώσεις και θα ασχοληθούν με την ουσία. Διαφορετικά, του χρόνου τέτοια μέρα θα αφηγούμαστε πιο δυσάρεστες ιστορίες και όχι επινοημένες.