Της Μαρίας Χούκλη
Στα λεξικά, η μεταμέλεια περιγράφεται ως το αίσθημα ντροπής και στενοχώριας που αισθάνεται κάποιος για ό,τι έπραξε ή για ό,τι παρέλειψε να πράξει. Ως μετάνοια νοείται η συναίσθηση της κακής ή εσφαλμένης πράξης και η μεταστροφή του νου. Μπορεί δηλαδή να νιώσεις άσχημα για ο, τι έκανες ή δεν έκανες, αλλά να μην μετανοήσεις; Στην τέχνη όλα είναι πιο εύκολα. Στην πραγματική ζωή συχνά χρειάζεται να πατήσεις πάνω σε σπασμένα γυαλιά για να βρεθείς στη σωστή πλευρά των καταστάσεων. Ποια είναι η σωστή πλευρά;
Ας την αναζητήσουμε με τα λόγια του ξαφνικά και παράπλευρα επίκαιρου Albert Camus από το βιβλίο με τους στοχασμούς του για την τρομοκρατία. «Στάθηκα σε ίση απόσταση από την αθλιότητα και τον ήλιο. Η αθλιότητα δεν μ' άφησε να πιστέψω πως όλα πάνε καλά κάτω από τον ήλιο και μέσα στην ιστορία. Ο ήλιος μού έμαθε πως η ιστορία δεν είναι το παν. Οι άνθρωποι δεν γεννήθηκαν για την ιστορία…» . Ο Γάλλος συγγραφέας, διανοούμενος και αγωνιστής θέτει καίρια ερωτήματα που αφορούν στην εξάσκηση της απόλυτης βίας, αλλά δεν φοβάται να πάρει θέση.
«Όποιος κι αν είναι ο σκοπός που υπερασπιζόμαστε, θα παραμείνει πάντα ατιμασμένος από το τυφλό μακελειό ενός αθώου πλήθους». Όλοι οι αυτόκλητοι σωτήρες κρίνονται από τα μέσα που χρησιμοποιούν και όχι από τους σκοπούς που διακηρύσσουν. Ο Camus δεν έβλεπε τη βία σαν τη μαμή? της ιστορίας και τολμούσε να καταγγείλει όσους αρνούνται τον άνθρωπο που υπάρχει στο όνομα εκείνου που θα υπάρξει. Η τρομοκρατία για τον Νομπελίστα στοχαστή είναι ένας πόλεμος χωρίς ισότητα όπλων, ένας πόλεμος που η δρώσα πλευρά θέλει να εισπράττει τα οφέλη της αναμέτρησης χωρίς να πληρώνει το τίμημα, να νικά χωρίς να εκτίθεται στον «εχθρό», να θεωρεί εαυτή όχι κοινό εγκληματία, αλλά πολιτικό αγωνιστή. Ο Camus στη σύντομη ζωή του δεν σταμάτησε ποτέ να μάχεται τα ιδεολογήματα ακόμη και τα πλέον «δικαιοφανή» που αποστρέφονται την ανθρώπινη φύση.
Η επίμαχη παράσταση του Εθνικού τον έφερε δίπλα - δίπλα με τον Σάββα Ξηρό! Καλλιτεχνικά έχουν συμβεί και χειρότερα. Η τέχνη δεν πρέπει να λογοκρίνεται, αλλά μπορούμε να κατεδαφίζουμε τις αφελείς, ελλιπείς και ανιστόρητες προσεγγίσεις φαινομένων όπως η τρομοκρατία και το ίχνος που αφήνουν οι πράξεις της στο σώμα της κοινωνίας, κυρίως των ανθρώπων που έχασαν ανθρώπους τους. Αυτά σε ο, τι αφορά στην παράσταση, στους συντελεστές της και τον θεσμό που τους φιλοξενεί. Όμως, η ουσία βρίσκεται αλλού.
Μέσα από τον θόρυβο που ξέσπασε, ξεχώρισα μια φράση του καταδικασμένου τρομοκράτη από συνέντευξή του με αφορμή το θεατρικό έργο. Αποφεύγει να πει ευθέως ότι δεν μετανιώνει, αλλά λέει το συγκλονιστικό κατ' εμέ «ο, τι έχω κάνει το έχω ξεχρεώσει». Ξεχρεώνεται άραγε το αίμα; Οι ζωές που πήρε ισοφαρίζονται με τον ισόβιο εγκλεισμό του; «Ακόμη μυρίζει αίμα εδώ. Και όλα τα μυρωδικά της Αραβίας δεν θα μπορέσουν ποτέ να ξεπλύνουν τούτο το χεράκι…» Η λαίδη Macbeth θα συμβολίζει αιωνίως τη συντριβή του μυαλού από το βάρος μιας αποτρόπαιης πράξης. Το κρίμα βάφει ανεξίτηλα τη συνείδηση, την ίδια που είχε νομιμοποιήσει το κακό και το διέπραξε. « Ότι έγινε, δεν ξεγίνεται», λέει ο Macbeth.
Αλλά ούτε παραγράφεται στο ηθικό σύμπαν του Camus. Όταν πατήσεις έστω και μια φορά σε ανθρώπινο αίμα, γλιστράς για πάντα.