Ήμουν μαθήτρια στο Δημοτικό ακόμα. Μόλις είχε επιστρέψει η μητέρα μου από την ενημέρωση γονέων όταν την άκουσα να λέει στον πατέρα μου να μην πετάει την εφημερίδα. Η δασκάλα μας, η κυρία Σοφία, είχε πει στους γονείς να δίνουν στα παιδιά να διαβάζουν Τύπο, να μαθαίνουν γλώσσα. Αυτά τότε…
Σήμερα, όλα έχουν αλλάξει. Διστάζω, αλλά θα το γράψω: έχουν σαπίσει! Η δημοσιογραφία με λιγοστές εξαιρέσεις αντί να φωτίζει, συσκοτίζει. Αντί να κατευθύνει, αποπροσανατολίζει. Αντί να ενημερώνει, πουλάει ό,τι πιο φτηνό. Κατασκευάζει ή και αναπαράγει βρώμικες ιστορίες ξυπνώντας τα πιο σιχαμερά και αποτρόπαια ένστικτα του ανθρώπου. Κι έπειτα απορούμε με αυτά που ακούμε περί βιασμών, εκβιασμών και εξευτελισμών. Θα μου πει κάποιος ότι αυτά γίνονταν πάντα; Όχι, θα πω και θα το βροντοφωνάξω.
Θα συμφωνήσω πως καμία κοινωνία δεν υπήρξε κοινωνία αγγέλων επί γης. Σε αυτόν τον βαθμό, όμως, δεν είχαμε ξαναζήσει τέτοια πράγματα. Θυμάμαι εγκλήματα της εποχής του ’60 και του ΄70 ακόμα που συντάραζαν το πανελλήνιο και δεν είχαν καμία σχέση με όσα ειδεχθή ακούμε σήμερα από παντού να μολύνουν με μετάδοση ταχύτερη και από τον κορονοϊό την κοινωνία μας.
Ζούμε τις τελευταίες ημέρες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ας το παραδεχθούμε: σήψη, διαφθορά, σκάνδαλα ήθους κλίνης, αποστροφή σε θεσμούς… Διάβασα πρόσφατα πως μας χαρακτήρισαν «Κολομβία των Βαλκανίων». Με αφορμή τις διαδηλώσεις της νεολαίας μας υπέρ του πιο αδίστακτου και αμετανόητου δολοφόνου που απειλεί να πεθάνει αν δεν του αλλάξουν φυλακή. Ήμαρτον! Η Κολομβία…κοκκίνησε!
Γιατί ξεκίνησα να γράφω το άρθρο αυτό; Επειδή βιώνω, ως παθούσα στο παρελθόν, το δράμα και τη βάσανο που υφίσταται ένας σπουδαίος άνθρωπος και σπουδαίος Έλληνας πατριώτης, ο Θάνος Βερέμης. Καθηγητής της μεγαλύτερης κόρης μου Μαριέττας στη Νομική. Τον γνωρίζω εδώ και δεκαετίες και συνεργάστηκα μαζί του. Τον παρακολούθησα να μιλάει σε διεθνή συνέδρια, να κατακεραυνώνει με καίριες παρατηρήσεις του και με απίστευτες γνώσεις αντιπάλους της χώρας μας και κάθε φορά έβγαινα πιο περήφανη επειδή τον είχαμε μαζί μας στις εθνικές αντιπροσωπείες μας. Του είχα πει πως θα ήθελα να γίνω ξανά φοιτήτρια για να τον έχω αυτόν και τον Ευάνθη Χατζηβασιλείου καθηγητές. Το πιστεύω ακόμα.
Ε, αυτόν τον άνθρωπο που έφαγε τη ζωή του βουτηγμένος στη γνώση και τον ακαδημαϊκό μόχθο και που παρασύρθηκε από τη φυλλάδα ενός υπόλογου στην κοινωνία και τινών αστοιχείωτων κονδυλοφόρων της συμφοράς, τον έστησαν στον τοίχο γιατί δε διέθετε τη στοιχειώδη πονηριά να ρωτήσει ποιοι άλλοι θα κάθονταν στο ναρκοθετημένο πάνελ που τον προσκάλεσαν. Κι επειδή η ενοχή που του φόρτωσαν δε φάνηκε αρκετά βαριά, πήραν αμπάριζα και το ΕΛΙΑΜΕΠ.
Τον θυμάμαι χρόνια πολλά πριν όταν χτυπούσαν εμένα για το έργο μου στο ΥΠΕΞ, να μου δίνει κουράγιο και να με συμβουλεύει πως έτσι γίνεται στην Ελλάδα για όποιον δουλεύει. Όσο το ΕΛΙΑΜΕΠ διέθετε ένα μικρό γραφείο στην Ακαδημίας, κανείς δεν ασχολιόταν μαζί μας. Μόλις πήγαμε σε μεγαλύτερα γραφεία στην Ξενοφώντος, πέσανε να μας φάνε ποιοι κρύβονται πίσω μας, μου έλεγε για να με καθησυχάζει.
Υπάρχουν στιγμές σαν κι αυτή που το ηθικό μου πέφτει στο ναδίρ και ψελλίζω ξανά πως η χώρα αυτή δε σώζεται με τίποτε. Για τον κορoνοϊό βρέθηκε το εμβόλιο, για την αδίστακτη δημοσιογραφία και την κοινωνική αλητεία έχετε ακούσει κάτι;
* Η Φωτεινή Τομαή είναι συγγραφέας, πρέσβης ε.τ.