Από την αρχή του χρόνου την ειδησεογραφία καταλαμβάνουν τα καμώματα αυτών που δε θέλησαν να εφαρμόσουν τα μέτρα για την πανδημία. Κι ας ήταν μια περιθωριακή μειοψηφία σε σχέση με τους υπόλοιπους που τα τηρούσαν για να προστατευτούν οι ίδιοι, οι οικογένειές τους αλλά κυρίως γιατί τους ήταν αδιανόητο να μη συμμετέχουν στην κοινή μας προσπάθεια για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Οι περισσότεροι τήρησαν τα μέτρα και υπέφεραν τις συνέπειες του εγκλεισμού σιωπηλά. Θα μπορούσαμε να γράψουμε πολλά για όσα υπέστησαν τα πολύ μικρά παιδιά, ειδικά τα μοναχοπαίδια καθώς οι περισσότερες νέες οικογένειες έχουν μόνο ένα παιδί. Για τις απεγνωσμένες προσπάθειες γονιών και νηπιαγωγών να τα κρατήσουν κάποιες ώρες απασχολημένα, μπροστά σε μια οθόνη, μέσω της τηλεκπαίδευσης.
Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τα βρέφη που γεννήθηκαν μέσα στην πανδημία και σήμερα τρομάζουν όταν βρεθούν έξω με πολύ κόσμο ή για τους μαθητές που μετά από τόσους μήνες εγκλεισμού υποφέρουν από αϋπνίες ή αντιμετωπίζουν άλλες δυσκολίες, ψυχολογικές φύσεως.
Κάποια στιγμή πρέπει να μιλήσουμε για την πλειοψηφία που υπέμεινε στωικά και σιωπηλά την κατάσταση βλέποντας στις οθόνες της τις μειοψηφίες που μονοπωλούσαν της προσοχής μας.
Για την πλειοψηφία η «έξοδος» ακόμα και μετά το εμβόλιο δε θα είναι μια απλή υπόθεση. Οι περισσότεροι αισθάνονται ότι πρέπει να μάθουν να ζουν από την αρχή. Η επιτάχυνση των εμβολιασμών και ο καλός καιρός μας επιτρέπουν να αισιοδοξούμε ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα αλλά η έναρξη λειτουργίας της εστίασης, έστω και σε εξωτερικούς χώρους σημαίνει στην πραγματικότητα τη λήξη του συναγερμού κι αυτό προκαλεί νευρικότητα.
Στο άνοιγμα της εστίασης θα παιχτεί όλο το παιχνίδι της επιστροφής. Όσα συνέβησαν πέρυσι με το άνοιγμα της εστίασης βάζουν σε σκέψεις όσους αντιμετωπίζουν την επιστροφή στην κανονικότητα με φόβο. Ελπίζουμε ότι φαινόμενα που είδαμε πέρυσι, με πλήθος επιχειρήσεων να αδυνατούν να τηρήσουν στοιχειωδώς τα μέτρα, δε θα επαναληφθούν.
Όλοι θέλουμε να επιστρέψουμε στην προ-πανδημική καθημερινότητα αλλά για να συμβεί αυτό θα πρέπει να αισθανόμαστε ασφαλείς. Και το αίσθημα της ασφάλειας μόνο η ίδια η αγορά μπορεί να το δημιουργήσει. Η κυβέρνηση μπορεί να εξασφαλίζει τα μέτρα προφύλαξης, να νομοθετεί τους όρους λειτουργίας αλλά την τελική ευθύνη την έχουν οι επαγγελματίες.
Αυτοί και μόνον αυτοί μπορούν να μας κάνουν να αισθανθούμε και πάλι ασφαλείς και να επιστρέψουμε στις συνήθειές μας.