Κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη. Δωσ'' της κλότσο να γυρίσει, ιστορία να αρχινήσει. Μία φορά κι έναν καιρό ήταν μία μικρή κόρη που φορούσε πράσινο σκούφο και γι'' αυτό την έλεγαν Πρασινοσκουφίτσα. Μικρή, ακόρεστη για μούρα και άλλα φρούτα του δάσους, πονηρή, όπως την έμαθε η μάχη της επιβίωσης. Μία ημέρα, λοιπόν, συναντά στο δάσος τον λύκο...
Ο λύκος ήταν μέχρι εκείνη την ώρα ο απόλυτος κυρίαρχος του δάσους. Σε άλλα δάση κυριαρχούσαν λιοντάρια, αρκούδες και δράκοι. Εξαρτάται από το δάσος. Σε αυτό το δάσος δεν υπήρχαν λιοντάρια, ούτε και αρκούδες. Όσο για τους δράκους, οι φήμες τους ήθελαν να έχουν εξαφανιστεί εδώ και καιρό μαζί με τους δεινόσαυρους. Άλλες φήμες τους ήθελαν να έχουν μεταμορφωθεί και να ζουν στις πολιτείες των ανθρώπων. Αλλά φήμες είναι αυτές, ποιος μπορεί να δώσει βάση;
Το πιο ισχυρό ζώο της περιοχής ήθελε να μείνει αδιασάλευτη η τάξη των πραγμάτων. Κάθε εξουσία αυτό επιδιώκει, να εξακολουθήσει να έχει τα ηνία στα χέρια της. Ο λύκος, λοιπόν, έβλεπε την Πρασινοσκουφίτσα να κάνει κάθε μέρα όλο και μεγαλύτερη βόλτα στο δάσος, να προσπαθεί να μάθει όλα του τα μυστικά. Να ανακαλύπτει κρυφά μέρη, να μιλάει με όλους τους κατοίκους του, να προσπαθεί να γίνει ένας ευχάριστος σύντροφος. Στην αρχή την αντιμετώπισε με συμπάθεια. «Ένα ακόμη περίεργο παιδί», σκέφτηκε...
Μέχρι την ώρα που τα μάτια του διασταυρώθηκαν με τα δικά της. Δεν είδε την αθώα παιδούλα που έβλεπαν οι άλλοι. Είδε ένα τέρας κρυμμένο πίσω από το αθώο πρόσωπο ενός παιδιού! Δεν αμφισβητούσε απλά την εξουσία του. Την είχε ήδη πάρει! «Το δάσος ανήκει στα πλάσματα του και όχι στον λύκο», του είπε η Πρασινοσκουφίτσα και το έδαφος άρχισε να τρίζει κάτω από τα πόδια του λύκου...
Ο λύκος είχε γεράσει και είχε ξεχάσει και ο ίδιος πως βρέθηκε να είναι ο αρχηγός του δάσους. Όπως το είχαν ξεχάσει και οι ίδιοι οι κάτοικοι που του την είχαν παραχωρήσει. Ήταν τότε που ληστές είχαν καταλάβει το κράτος και τρομοκρατούσαν όλα τα ζωντανά. Και τότε μαζεύτηκαν όλοι και ζήτησαν από τον λύκο να βάλει το δάσος σε τάξη. Όπως και έγινε! Για λίγο καιρό άνθρωποι, ξωτικά και ζώα ήσαν ευτυχισμένοι. Μέχρι που η ησυχία έγινε καθημερινότητα, συνήθεια και έχασε έτσι την αξία της.
Η εποχή της Πρασινοσκουφίτσας έμεινε στην ιστορία του δάσους ως μια ιστορία φαυλότητας και ανηθικότητας. Το μικρό αυτό πλάσμα αποδείχτηκε μεγάλο τέρας. Έκανε πρωτόγνωρα πράγματα για να μπορέσει να κρατηθεί στην εξουσία. Εξαγόρασε συνειδήσεις, διέλυσε οικογένειες, έσπειρε το μίσος. Όταν οι κάτοικοι του δάσους την έδιωξαν, το δάσος δεν ήταν πια το ίδιο με εκείνο που ήταν στην εποχή του λύκου και των μύθων...
Μόνο που η Πρασινοσκουφίτσα δεν ήταν έτοιμη να πεθάνει μόνη και ξεχασμένη σε ένα βρόμικο μοτέλ, πνιγμένη στους καπνούς του τσιγάρου και στο αλκοόλ. Κι έτσι μια μέρα αποφάσισε να γυρίσει στο δάσος και να διεκδικήσει εκ νέου τα ηνία της εξουσίας. Άλλαξε, όμως, τον σκούφο! Πέταξε τον πράσινο και φόρεσε έναν κόκκινο, θέλοντας να δείξει στα πλάσματα ότι έχει κάτι νέο να τους δείξει.
Τα πλάσματα σάστισαν. Τα περισσότερα ένιωθαν ήδη τύψεις που την είχαν διώξει την πρώτη φορά. Μπορεί να μην τους ταίριαζε αυτή η νέα μορφή του δάσους, αλλά πλέον την είχαν συνηθίσει. Είχαν αλλάξει και οι ίδιοι!
Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ήταν να διαβάλει τον λύκο, πιστεύοντας ότι έτσι θα εξαφάνιζε την πιθανότητα να τον αντιμετωπίσει άλλη φορά: «Αυτό το νεοφιλελεύθερο τέρας πήγε να με βιάσει» είπε στους εμβρόντητους κατοίκους...
Η Κοκκινοσκουφίτσα είχε όμως ξεχάσει ότι ο λύκος δεν είχε φτάσει μόνος του στο δάσος. Τον είχαν φωνάξει τα ίδια πλάσματα που ανέβασαν κι αυτήν στον θρόνο! Ήταν κάτι ληστές, λέει ο μύθος, που είχαν γίνει ο φόβος και ο τρόμος του δάσους. Κι έτσι οι άνθρωποι, τα ξωτικά και οι άλλοι κάτοικοι του δάσους ζήτησαν την βοήθεια του λύκου.
Το παραμύθι βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη στην νεραϊδοχώρα. Προβλέπεται ότι η εποχή της Κοκκινοσκουφίτσας θα τελειώσει όπως τελείωσε και της Πρασινοσκουφίτσας ή της συμμορίας των άγριων δράκων στο παρελθόν. Κάθε φορά η ίδια ιστορία! Μάλλον οι κάτοικοι αυτού του δάσους είναι οι πονηροί της ιστορίας! Ακροβατούν συνεχώς μεταξύ της τάξης και του χάους, πιστεύοντας ότι αυτό τους διαφοροποιεί από τα πλάσματα που ζουν σε άλλα δάση και τους χαρίζει ένα μοναδικό πλεονέκτημα. Έτσι έλεγαν τουλάχιστον οι αρχαίοι κάτοικοι του δάσους. Στις μέρες μας τα πλάσματα έχουν ξεχάσει ποιο ακριβώς είναι αυτό το πλεονέκτημα, αλλά ούτε αυτό φαίνεται να τους απασχολεί! Συνεχίζουν στον ίδιο δρόμο, όπως τον έμαθαν από τους πατεράδες τους και εκείνοι από τους δικούς τους και ούτω καθεξής. Την μία φορά φωνάζουν το λιοντάρι και ύστερα τους ληστές. Την επομένη τον λύκο και μετά την Πρασινοσκουφίτσα...
«Τι θα κάνουμε με την Κοκκινοσκουφίτσα», ρώτησε ο Νεόφυτος τον δάσκαλο. «Ως αρχή λέω να απαγορεύσουμε το παραμύθι της Κοκκινοσκουφίτσας, να αρχίσει ο κόσμος να ξεχνάει. Να πούμε ότι είναι σεξιστικό»...
Και κάπως έτσι συνεχίζεται η ζωή στην νεραϊδοχώρα. Αιώνες τώρα. Όταν οι άνθρωποι στον κανονικό κόσμο, εκεί που κυριαρχεί η Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση, κουράζονται από τις σπουδές τους στα μαθηματικά και στη φυσική, εξερευνώντας τα μυστικά της ζωής και του σύμπαντος, ρίχνουν μία ματιά στην νεραϊδοχώρα για να πάρουν κουράγιο! Θα μπορούσαν και οι ίδιοι να είναι εγκλωβισμένοι σε εκείνη την τρύπα του κόσμου που οι κάτοικοί του πιστεύουν ότι είναι ο Παράδεισος.
Θανάσης Μαυρίδης
[email protected]