Αποσβολωμένη και τυλιγμένη σε βαθιά θλίψη η ανθρωπότητα παρακολούθησε επί ώρες χθες το πρωί τον «βιασμό» ενός κορυφαίου μνημείου, της Αγίας Σοφίας. Η μουσουλμανική προσευχή στο εσωτερικό του, ύστερα από 86 χρόνια, ήταν μια άθλια πράξη βεβήλωσης, ένα έγκλημα προμελετημένο. Ήταν η ταπείνωση ενός εμβληματικού δημιουργήματος, ποτισμένου μέσα στους αιώνες από την Πίστη και τις Ελπίδες εκατομμυρίων ανθρώπων.
Η προσευχή πιστών όποιας μεγάλης θρησκείας θα έπρεπε στη σημερινή εποχή να δίνει χαρά και περηφάνια στους ίδιους και το σήμα μιας γιορτής στην παγκόσμια κοινότητα. Η προσευχή της Παρασκευής στην Αγία Σοφία, έδωσε το σήμα της βάναυσης κακοποίησής της. Το όνομα που μένει είναι και πάλι αυτό που της έδωσε ο αυτοκράτορας που την έχτισε: της Αγίας του Θεού Σοφίας. Οι θρύλοι γι’ αυτήν εξακολουθούν να παραμένουν ζωντανοί. Το μόνο που αλλάζει είναι πως πλέον δεν είναι μουσείο και πως για να μετατραπεί σε τζαμί υφίσταται μετατροπές που μόνο αμελητέες δεν είναι: μόνιμη κάλυψη δαπέδων με χαλιά και προσωρινές καλύψεις ψηφιδωτών τις ώρες της προσευχής, πέντε φορές την ημέρα.
Χίλια πεντακόσια άτομα μέσα στο κτίριο, πολλά ακόμη στην αυλή, σε αραιή παράταξη και χιλιάδες στοιβαγμένοι στους γύρω δρόμους. Πολλοί προσεύχονταν με σεβασμό, άλλοι αποτύπωναν από καιρού εις καιρόν στο κινητό τους τις σκηνές. Λιγότεροι, μερικές εκατοντάδες, προφανώς από τους Γκρίζους Λύκους, φώναζαν συνθήματα κατά των Ελλήνων. Αυτοί τους στοιχειώνουν και θα τους στοιχειώνουν πάντοτε, αφού έζησαν χιλιάδες χρόνια σε εκείνα τα εδάφη, προηγούμενοι μάλιστα των Οθωμανών. Αλλά η Ιστορία είναι πεισματάρα και δεν μπορείς να διαγράψεις από αυτήν κατορθώματα άλλων λαών.
Τρεις χιλιάδες τζαμιά έχει η Κωνσταντινούπολη. Ο Ταγίπ Ερντογάν δεν θέλησε να μετατρέψει σε τζαμί ακόμα ένα, θέλησε να μετατρέψει σε τζαμί τον ναό- σύμβολο της Ορθοδοξίας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε την απάντηση που είχε δώσει ο ίδιος πριν από μερικά χρόνια, σε όσους του ζητούσαν να προβεί σε αυτή την μετατροπή. Γεμίστε πρώτα το (απέναντι) Μπλε Τζαμί, είχε πει, και βλέπουμε. Αν θέλουμε την αλήθεια, πρέπει να πούμε πως γενικά οι νεότερες γενιές δεν πηγαίνουν στα τζαμιά τόσο όσο οι προηγούμενες και ότι είναι έντονος ο κίνδυνος η Αγία Σοφία να αδειάσει σύντομα από τακτικούς προσκυνητές. Να γίνονται λειτουργίες για ελάχιστους. Ποιος θα μεταβαίνει πέντε φορές την ημέρα εκεί, μόλις περάσει λίγο ο καιρός; Πιθανώς πολύ λίγοι. Αλλά αυτό δεν αλλάζει τα γεγονότα. Η αγία Σοφία θα παραμείνει τζαμί για πολλά χρόνια, από τη στιγμή που η αλλαγή καθεστώτος της περιβλήθηκε με τόση αίγλη. Οσο για το Μπλε τζαμί; Θα είχε σημασία να ξέραμε πόσοι πήγαν για τη μεσημβρινή προσευχή της Παρασκευής μακριά από το στριμωξίδι και την επίδειξη.
Η από-μουσειοποίηση της Μεγάλης Εκκλησίας έχει προηγούμενο μονάχα στην Τουρκία, όπου και άλλοι ναοί της Αγίας Σοφίας επέστρεψαν σε θρησκευτική χρήση. Τώρα ετοιμάζεται, και πάλι με απόφαση τουρκικού δικαστηρίου, η χρήση ως τζαμιού της Μεγάλης Μονής της Χώρας, ενός μοναδικού μνημείου με απαράμιλλα ψηφιδωτά. Παγκοσμίως όμως κανείς δεν πήρε ένα μουσείο να το μετατρέψει σε ευκτήριο οίκο. Και με το αντίπαλον δέος, τον Χριστιανισμό, να αντιδρά τόσο χλιαρά. Μόνο η ελληνική Ορθοδοξία σήκωσε παγκοσμίως τον σταυρό αυτού του μαρτυρίου κάνοντας πολλά, πλην καθόλου αρκετά, καθώς δρα στην ουσία χωρίς το ενδιαφέρον άλλων χριστιανικών δογμάτων.
Η αντίδραση του Ερντογάν δεν ήρθε σαν κεραυνός εν αιθρία, είναι μια εκ των κορυφών της μακρόχρονης προσπάθειας να ισλαμοποιηθεί η Τουρκία. Και μοιραία η σκέψη οδηγείται προς τη σύγκρουση των δύο πολιτισμών. Πιστεύεις δεν πιστεύεις σε αυτήν, δεν μπορείς να παραβλέψεις πως η συγκεκριμένη προσβολή του Τούρκου προέδρου εντάσσεται σε ένα ανάλογο πλαίσιο.
«Άφωνοι παρακολουθούμε την επίσημη μουσουλμανική προσευχή σε ένα πρώην μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, με προεξέχοντα τον Ερντογάν στο έδαφος -και με μάσκα συν τοις άλλοι για τον ιό- να επαναλαμβάνει τα λόγια του Κορανίου, μαζί με χιλιάδες μέσα και έξω από τον ναό γονυπετείς πιστούς» σημείωνε χθες η κυρία Σοφία Μαλτέζου, δασκάλα πολλών εξ ημών των δημοσιογράφων. «Οπότε αυθόρμητα αναρωτιέσαι. Σε ποιόν αιώνα ζούμε; Βιώσαμε παγκόσμιους πολέμους και εμφύλιους και επαναστάσεις και επιδημίες και κραχ και Άουσβιτς και εξολόθρευση πληθυσμών και μαφίες ,τώρα να μας γυρίζουν στον μεσαίωνα και τον θρησκευτικό φανατισμό, με ένα Πρόεδρο που είναι η παριστάνει τον τρελό, με κίνδυνο να κάνει για μια ακόμα φορά τη ζωή μας άνω-κάτω; Πόση τρέλα ν΄ αντέξουμε πια ;»
Βαρύ και σοβαρό το ερώτημα. Βαριά και η πιθανότητα μετατροπής της γείτονος σε μια θεοκρατική χώρα. Η δική μας απάντηση μέχρι τώρα είναι μετρημένη και σοβαρή, αλλά μαχητική και έτσι πρέπει να παραμείνει.
Όσο για το «Τη Υπερμάχω» που επέλεξε η Εκκλησία της Ελλάδος να ψάλει στις εκκλησίες μας, με τις σημαίες μεσίστιες και τις καμπάνες να χτυπούν πένθιμα, έχει πίσω του μια σπουδαία ιστορία.
Ακάθιστος ύμνος ονομάζεται γενικά κάθε ορθόδοξος χριστιανικός ύμνος ο οποίος ψάλλεται από τους χριστιανούς πιστούς σε όρθια στάση. Έχει επικρατήσει όμως να λέγεται έτσι ένας ύμνος («Κοντάκιο») της Ορθόδοξης Εκκλησίας προς τιμήν της Θεοτόκου, γνωστός ως Τη Υπερμάχω Στρατηγώ, ο οποίος ψάλλεται στους ναούς τις πέντε πρώτες Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, τις πρώτες τέσσερις τμηματικά, και την πέμπτη ολόκληρος. Είναι ένας ύμνος που αποτελείται από προοίμιο και 24 οίκους (στροφές) σε ελληνική αλφαβητική ακροστιχίδα, από το Α ως το Ω (κάθε «οίκος» ξεκινά με το αντίστοιχο κατά σειρά ελληνικό γράμμα). Ο Ακάθιστος ύμνος θεωρείται ως ένα αριστούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας και αποδίδεται από κάποιους μελετητές στον Ρωμανό τον Μελωδό.
Το έτος 626, και ενώ ο Αυτοκράτορας Ηράκλειος ηγείτο εκστρατείας του βυζαντινού στρατού κατά των Περσών, η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε αιφνιδίως από τους Αβάρους. Γνωρίζοντας την απουσία του στρατού, οι Άβαροι απέρριψαν κάθε πρόταση εκεχειρίας και την 6η Αυγούστου κατέλαβαν την Παναγία των Βλαχερνών. Σε συνεργασία με τους Πέρσες, τη νύχτα της 7ης προς 8η Αυγούστου, ετοιμάζονταν για την τελική επίθεση, ενώ ο Πατριάρχης Σέργιος περιέτρεχε τα τείχη της Πόλης με την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενεθάρρυνε το λαό στην αντίσταση. Τη νύχτα εκείνη, φοβερός ανεμοστρόβιλος, που αποδόθηκε σε θεϊκή αρωγή, δημιούργησε τρικυμία και κατέστρεψε τον εχθρικό στόλο, ενώ αντεπίθεση των αμυνόμενων προξένησε τεράστιες απώλειες στους Αβάρους και τους Πέρσες, οι οποίοι αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία και να αποχωρήσουν άπρακτοι.
Την 8η Αυγούστου, η Πόλη είχε σωθεί από τη μεγαλύτερη ως τότε απειλή της ιστορίας της. Ο λαός, θέλοντας να πανηγυρίσει τη σωτηρία του, την οποία απέδιδε σε συνδρομή της Θεοτόκου, συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Τότε, κατά την παράδοση, όρθιο το πλήθος έψαλε τον από τότε λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο» στην Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη του «τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ».