Η δουλειά του κυβερνητικού εκπροσώπου είναι να λέει ψέματα. Έσχατη υποχώρηση η αντικατάσταση των ψεμάτων με μισές αλήθειες. Βεβαίως όταν τύχει να εκπροσωπεί ένα εργοστάσιο συλλογικών ψεμάτων όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, τότε κατά πάσα πιθανότητα δεν χρειάζεται καν να εφευρίσκει δικά του. Του φτάνουν και του περισσεύουν αυτά που παράγει πρωτογενώς η παράταξη. Κατά τούτο, η Αχτσιόγλου είναι τυχερή.
Όπως έγραψα χθες, η Έφη τα χει καταφέρει περίφημα για τον εαυτό της. Μια οκταετία βρισκόταν και θα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της παράταξης και της κυβέρνησης της, δίχως να μπει ποτέ στην δοκιμασία της λαϊκής ψήφου. Ας πάμε λοιπόν και στην εξειδικευμένη σημερινή της ιδιότητα, αυτήν της κυβερνητικής εκπροσώπου. Ο Τσίπρας απαλλάσσει τον Τζανακόπουλο και αναθέτει στην Έφη να διαχειριστεί επικοινωνιακά τον προεκλογικό τους αγώνα. Καλή ή κακή κίνηση;
Η απάντηση είναι απλή: Για την ίδια την Έφη είναι καλή αλλά με ρίσκο, για την αντιπολίτευση είναι αδιάφορη, για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι μάταιη. Επιτυχημένοι είναι οι εκπρόσωποι κυβερνήσεων που μόλις κέρδισαν τις εκλογές και διαθέτουν πολιτική ηγεμονία στην κοινωνία. Σε τέτοιες κυβερνήσεις, οι εκπρόσωποι σαρώνουν. Ζορισμένοι (και χρήσιμοι αν είναι καταφερτζήδες) είναι οι εκπρόσωποι που βρίσκονται πάνω στο χρονικό μεταίχμιο που παίζεται η κυριαρχία στο πολιτικό σκηνικό. Τέλος, de facto αποτυχημένοι είναι αυτοί που αναλαμβάνουν να διαχειριστούν συνθήκες βέβαιης πολιτικής ήττας. Εκεί βρίσκεται η Έφη.
Βεβαίως, ακόμα και τα μικρά παιδιά καταλαβαίνουν ότι δεν είναι η ελλιπής ή η αποτυχημένη επικοινωνία που οδηγεί μια κυβέρνηση στην ήττα, αλλά η ίδια η πολιτική της. Πλην όμως την επαύριον της ήττας, πολύ δύσκολα οι πρόεδροι και τα επιτελεία αναγνωρίζουν πλήρως τις ευθύνες τους, με αποτέλεσμα ο πρώτος που την πληρώνει να είναι ο υπεύθυνος επικοινωνίας. Για αναλογιστείτε ποιοι μόνο την πλήρωσαν για τις ευρωεκλογές. Και τέλος πάντων, ποτέ στην παγκόσμια ιστορία οι αγγελιαφόροι δεν έφταιξαν για τις ήττες όσο οι στρατηγοί, αν όμως μετρήσετε νεκρούς θα βρείτε περισσότερους μαντατοφόρους παρά στρατάρχες.
Αυτόν τον μήνα η Έφη θα είναι μια εκπρόσωπος δίχως ακροατήριο. Ό,τι κι αν λέει, όπως κι αν το λέει, κανείς δεν θα την ακούει. Μετά τις ευρωεκλογές και τις αυτοδιοικητικές εκλογές, τα Συριζαϊκά επιχειρήματα (ή διλήμματα), ηχούν στα αυτιά των ψηφοφόρων ως ενοχλητικά κλαψουρίσματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα χρειαστεί μερικά χρόνια για ν' αρχίσει πάλι να γαργαλάει θετικά τα αυτιά του κοινού. Ως τότε απλώς θα τα ταλαιπωρεί.
Αν βέβαια η Έφη μέσα στην προεκλογική εκστρατεία κάνει το εμφανές λάθος, θα το δει να πολλαπλασιάζεται εις βάρος της παράταξης της. Αν πάλι δεν το κάνει, κανείς δεν θα εκτιμήσει την αποφυγή του. Ο γραμμικός (σχεδόν Κνίτικος) λόγος της, η προσοχή με την οποία διαχειρίζεται τα χαρτοφυλάκια της και η τεχνοκρατική επάρκεια που αποπνέει οι τοποθετήσεις της (άσχετα αν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα) εξασφαλίζει ότι μάλλον δεν θα κάνει το μοιραίο σφάλμα.
Ούτε το τρίποντο θα βάλει όμως, όχι μόνο διότι δεν αναλαμβάνει ποτέ ρίσκα με αυτοσχεδιασμούς, αλλά και διότι η παράταξη της δεν μπορεί πλέον να βάλει τρίποντα. Άρα θα κάνει μια αδιάφορη επικοινωνιακή διαχείριση μιας μάχης που είναι ήδη χαμένη. Θα διαστρεβλώνει ματαίως τα λόγια του Κυριάκου, θα επιτίθεται δίχως αποτέλεσμα στην Φώφη και θα αναμασά τα Συριζαϊκά ερωτήματα δίχως να πείθει κανέναν.
Η ήττα δεν θα της χρεωθεί ολοκληρωτικά, αλλά –ας μην αυταπατάται- δεν θα την αφήσει και αλώβητη. Οι κακεντρεχείς παραμονεύουν πάντα και παντού. Πόσο μάλλον οι πολλοί που σήμερα της χτυπούν την πλάτη ενθαρρυντικά κι αύριο θα της γυρίζουν την δική τους. Αν δεν βαριέται ας πάρει ένα τηλέφωνο την Άννα Διαμαντοπούλου. Το 2004, με ίδια περίπου χαρακτηριστικά μ' αυτήν, ανέλαβε εκπρόσωπος του Γιώργου στις εκλογές. Ας την ρωτήσει πως πέρασε προεκλογικά και τι έγινε την επομένη της ήττας τους απ' τον Καραμανλή.