Η οικονομία ακόμη αναζητά κατεύθυνση και νέα ταυτότητα, μπορεί να απομακρύνεται από την ακραία αβεβαιότητα, όμως η κρίση είναι ακόμη εδώ, τονίζει στο liberal.gr, ο Νίκος Βέττας, στον απόηχο των επισημάνσεων της έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδος.
Σχολιάζοντας τις προειδοποιήσεις του διοικητή της ΤτΕ, ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ μεταφέρει τη μεγαλύτερη ανησυχία του, που όπως λέει «είναι ο εφησυχασμός και η αίσθηση πως η κρίση πέρασε μαζί με τα μνημόνια», παραπέμποντας σε ένα διάχυτο κλίμα που συνεχίζει να υφίσταται σε μέρος της οικονομίας και της κοινωνίας.
«Χωρίς τομές που θα φέρουν τη δομή της οικονομίας μας πλησιέστερα σε αυτή άλλων μικρών, ανοικτών και δυναμικών ευρωπαϊκών οικονομιών, δεν θα είναι δυνατό οι ρυθμοί μεγέθυνσης τα επόμενα χρόνια να υπερβαίνουν το 2% και μάλιστα θα υποχωρήσουν σύντομα προς το 1%», αναφέρει με νόημα ο κ. Βέττας, προσθέτοντας ότι η στασιμότητα στο οικονομικό κλίμα του Μαρτίου αποτυπώνει ανάγλυφα αυτή τη κατάσταση.
«Βασικές δομικές αδυναμίες παραμένουν, οι επενδύσεις κινούνται αναιμικά, η ουσιαστική πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου καθυστερεί», γεγονός που εξηγεί, όπως λέει, γιατί επιχειρήσεις και επενδυτές βρίσκονται σε στάση αναμονής, προσδοκώντας σε μια στροφή της οικονομικής πολιτικής, που δεν θα αποθαρρύνει αλλά θα επιβραβεύει όσους επιχειρούν και εργάζονται νόμιμα.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Τι μήνυμα στέλνει για τη πορεία της οικονομίας η αναθεώρηση επί τα χείρω της ανάπτυξης, από 2,3% στο 1,9% από την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος;
Η πρόβλεψη αυτή της Τράπεζας συγκλίνει με την εκτίμηση πριν από ορισμένους μήνες στη σχετική έκθεση του ΙΟΒΕ. Η οικονομία κινείται ανοδικά, στη βάση της κατανάλωσης, στην οποία συμβάλουν η κάμψη της ανεργίας και η βελτίωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, και των εξαγωγών, που εξαρτώνται κρίσιμα από τους ρυθμούς μεγέθυνσης των εμπορικών εταίρων.
Τροχοπέδη όμως αποτελούν η ενίσχυση των εισαγωγών, που αποτυπώνει σημαντικές εγγενείς αδυναμίες της οικονομίας που δεν έχουν διορθωθεί, και κυρίως η αδύναμη πορεία των επενδύσεων. Η οικονομία βγαίνει από μια μακροχρόνια βαθιά ύφεση, απομακρύνεται από την ακραία αβεβαιότητα, σημαντικά τμήματά της επωφελούνται από τη διεθνή ζήτηση, συνολικά όμως αναζητά κατεύθυνση και μια νέα ταυτότητα.
- Το ρωτώ γιατί η ΤτΕ περιγράφει έναν συνδυασμό αιτιών, από την επιβράδυνση στην Ευρωζώνη, έως τα άλυτα προβλήματα της οικονομίας (υψηλή φορολόγηση, βουνό από κόκκινα δάνεια, κλπ) και από το φρένο στις μεταρρυθμίσεις έως την προεκλογική χαλάρωση και τις παροχές. Τι σας ανησυχεί περισσότερο;
Η επιβράδυνση στην Ευρωζώνη θα έρθει αργά ή γρήγορα. Άλλωστε, δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά για αυτή, ενώ η καλύτερη άμυνα απέναντι σε διεθνείς υφέσεις είναι η έγκαιρη ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας με στροφή στην παραγωγή καινοτόμων προϊόντων και προσφορά ποιοτικών υπηρεσιών.
Σήμερα, η δομή της οικονομίας μας δεν το επιτρέπει αυτό, παρά μόνο σε πολύ μικρό βαθμό, γιατί αποθαρρύνει μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε ανθρώπινο και φυσικό κεφάλαιο.
Κυρίως με προβληματίζει ο εφησυχασμός και η αίσθηση πως η κρίση πέρασε μαζί με τα προγράμματα. Χωρίς τομές που θα φέρουν τη δομή της οικονομίας μας πλησιέστερα σε αυτή άλλων μικρών, ανοικτών και δυναμικών ευρωπαϊκών οικονομιών, δεν θα είναι δυνατό οι ρυθμοί μεγέθυνσης τα επόμενα χρόνια να υπερβαίνουν το 2% και μάλιστα θα υποχωρήσουν σύντομα προς το 1%
- Αποκλείετε η ανάπτυξη να κλείσει ακόμη χαμηλότερα από το 1,9%; Τι θα συμβεί για παράδειγμα αν η χώρα οδηγηθεί σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο ως τον Οκτώβριο; Δεν θα έχει προστεθεί και το 2019 στις πολλές χαμένες ευκαιρίες των προηγούμενων ετών;
Φυσικά, μπορεί να κυμανθεί χαμηλότερα αλλά και υψηλότερα, ανάλογα και με τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, όπως το πόσο η πορεία του Brexit θα επηρεάσει σημαντικούς εμπορικούς εταίρους, όπως και με τις εγχώριες.
Προεκλογικά, θα πρέπει κυρίως να ανησυχεί κανείς για μια ενδεχόμενη παρατεταμένη αδράνεια στις μεταρρυθμίσεις, κυρίως αυτές που θα προσέλκυαν επενδύσεις και στροφή σε επιδοματικές πολιτικές χωρίς οικονομική και κοινωνική αλλά μόνο μικροπολιτική βάση.
Μετεκλογικά και στο μέλλον, ο κίνδυνος μπορεί να προέλθει από την υποτίμηση της σημασίας κομβικών μεταρρυθμίσεων που θα καθιστούν την οικονομία περισσότερο ανοικτή και ανταγωνιστική, και από την εντύπωση πως θα είναι εύκολη ή επαρκής μια άμεση μείωση της γενικής φορολογικής επιβάρυνσης.
Μόνο με δομικές τομές, που κυρίως θα στοχεύουν στην εκ νέου οριοθέτηση του δημόσιου τομέα και της παραγωγής, θα μπορούν οι ρυθμοί μεγέθυνσης να υπερβαίνουν συστηματικά το 2%, εξέλιξη που θα προϋποθέτει υψηλό επίπεδο επενδύσεων. Όσο αυτό δεν γίνεται αποφασιστικά, η οικονομία θα παλινδρομεί.
- Τι μας δείχνει το στάσιμο οικονομικό κλίμα που αποτυπώνεται στην έρευνα του ΙΟΒΕ για το Μάρτιο; Πως να ερμηνεύσουμε ότι το κλίμα είναι χειρότερο απ' ό,τι τον Ιούλιο του 2018, όταν λογικά θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο μετά την έξοδο από το μνημόνιο;
Οι μετρήσεις μας δείχνουν τους τελευταίους μήνες βελτίωση των προσδοκιών των νοικοκυριών. Η απαισιοδοξία τους μειώνεται, όπως άλλωστε πάντα συμβαίνει προεκλογικά τα τελευταία χρόνια.
Συνυπολογίζοντας όμως και την πλευρά της παραγωγής, ο δείκτης κλίματος κινείται κυρίως οριζόντια, αποτυπώνοντας στάση αναμονής από επιχειρήσεις και επενδυτές.
Η οικονομία εξήλθε από το τελευταίο πρόγραμμα το καλοκαίρι, υπάρξει δημοσιονομική εξισορρόπηση, αλλά βασικές δομικές αδυναμίες παραμένουν όπως και υψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος.
Οι επενδύσεις κινούνται αναιμικά, η ουσιαστική πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου καθυστερεί και η ευνοϊκή διεθνής συγκυρία χαμηλών επιτοκίων και υψηλής ζήτησης την τελευταία τριετία χάθηκε. Η αναπτυξιακή δυναμική, όσο και οι προσδοκίες θα συνδυαστούν σε ένα ενάρετο κύκλο, μόνο με στροφή της οικονομικής πολιτικής ώστε να μην αποθαρρύνει αλλά να επιβραβεύει όσους επιχειρούν και εργάζονται νόμιμα.