Του Μηνά Θ. Αναλυτή*
Στη χώρα μας, η ιδεολογική κυριαρχία της αριστεράς μετά τη μεταπολίτευση ήταν παρούσα παντού. Έτσι, έννοιες όπως ο καπιταλισμός, η ελεύθερη αγορά, το μικρότερο κράτος, οι ιδιωτικοποιήσεις και η επιχειρηματικότητα συκοφαντήθηκαν σκοπίμως και διαστρεβλώθηκαν εντέχνως από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες, σκοπός των οποίων ήταν η άλωση του κρατικού μηχανισμού και η ψηφοθηρία, καταστάσεις που οδήγησαν στην υποθήκευση του μέλλοντος της χώρας μας.
Τολμηρές και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που θα μας βοηθούσαν να σταθούμε ανταγωνιστικά σ' ένα ανοικτό οικονομικό περιβάλλον αναβλήθηκαν.
Καινοτόμες φωνές όπως αυτή του Στέφανου Μάνου, που από πολύ νωρίς, διέγνωσε την επερχόμενη κατάρρευση, δεν ήταν αρκετές για να σημάνουν συναγερμό.
Η Ελλάδα ζούσε τη δική της εικονική πραγματικότητα της «ισχυρής» οικονομίας. Οι λιγοστές φωνές αγωνίας δεν μπόρεσαν δυστυχώς να αφυπνίσουν τις πολιτικές ηγεσίες, που υποταγμένες στο εφήμερο προσέβλεπαν εγωιστικά στην επανεκλογή τους, μη τολμώντας τις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις σε κρίσιμους τομείς: ασφαλιστικό, σύστημα υγείας, παιδεία, δημόσια διοίκηση.
Μείναμε απαθείς μπροστά στην επερχόμενη καταστροφή, που κάθε άλλο παρά «δημιουργική» ήταν, χρησιμοποιώντας τον δόκιμο όρο του Γιόζεφ Σουμπέτερ (1883-1950), το έργο του οποίου παραμένει σχεδόν άγνωστο στη χώρα μας, ως μη καταγγελτικό του «απάνθρωπου» προσώπου του καπιταλιστικού συστήματος και της ελεύθερης αγοράς.
«Η δημιουργική καταστροφή», κατά το Σουμπέτερ, είναι συνυφασμένη με τον καπιταλισμό, ο οποίος καταστρέφει συνεχώς τις παλαιές δομές δημιουργώντας νέες. Βρίσκεται, δηλαδή, σε μία δυναμική διαδικασία αέναης κίνησης που τροφοδοτείται μέσα από την καινοτομία και τον ανταγωνισμό.
Μέσω των ευκαιριών πλουτισμού που δημιουργούνται για τις μάζες, αυξάνεται το ατομικό εισόδημα, το οποίο στη συνέχεια διαχέεται σε όλη την κοινωνία βελτιώνοντας τα επίπεδα διαβίωσης των πολιτών.
Η εμπειρία επιβεβαιώνει αυτήν την προσέγγιση: όπου υπάρχει καπιταλισμός, οι πολίτες ευημερούν και οι φτωχότεροι των πολιτών καθίστανται λιγότερο φτωχοί.
Φαίνεται, όμως, ότι η αριστερή διακυβέρνηση υπό τον κο Τσίπρα δημιούργησε μία όχι και τόσο δημιουργική καταστροφή.
Και πώς θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά από μία ιδεοληπτική κυβέρνηση με απέχθεια σε οτιδήποτε το ιδιωτικό;
Με πειραματισμούς στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής;
Με υπερφορολόγηση των πολιτών και την φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, η οποία υπό άλλες προϋποθέσεις θα μπορούσε να επενδύσει να αποταμιεύσει και να καταναλώσει;
Καταστρέφοντας μη δημιουργικά την οικονομία, ο κος Τσίπρας, κατέστησε τους αναξιοπαθούντες πολίτες κυνηγούς των κοινωνικών επιδομάτων, υποταγμένους στην αριστερή γενναιοδωρία, η οποία τους προσφέρεται προς άγραν ψήφων.
Κατέστρεψε, επίσης, τις ελπίδες πολλών νέων δημιουργικών ανθρώπων που προτίμησαν χώρες του εξωτερικού για να ξεδιπλώσουν τις αρετές και τα προσόντα τους.
Όσο και να κομπάζει για τη μη μείωση των συντάξεων, το ασφαλιστικό σύστημα χρήζει τολμηρών μεταρρυθμίσεων. Διαφορετικά, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα καταρρεύσει. Ήδη υφιστάμεθα τις συνέπειες αυτής της καταστροφικής αναβλητικότητας.
Είναι υποχρεωμένες οι νέες γενιές να υποστούν τις ιδεοληψίες του κου Τσίπρα;
Σήμερα για να δημιουργηθεί πλούτος, να υπάρξουν επενδύσεις, να μειωθεί η ανεργία και η φτώχεια, η χώρα έχει ανάγκη από ένα μεταρρυθμιστικό σοκ.
Ένα μεταρρυθμιστικό σοκ που θα επαναφέρει το κλίμα εμπιστοσύνης, απαραίτητη προϋπόθεση για την έναρξη της αναπτυξιακής διαδικασίας που θα απογειώσει την οικονομία και θα την απελευθερώσει από την παγίδα χρέους.
Δύσκολο, πράγματι, εγχείρημα μετά από τόσα χρόνια παραγωγικής αλλά και θεσμικής συρρίκνωσης.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως μεταρρυθμιστής πολιτικός εγγυάται την ταχεία έξοδο της χώρας μας από την καταστροφική περίοδο διακυβέρνησης του κου Τσίπρα.
Οι προκλήσεις γι' αυτόν είναι μπροστά.
*Ο κ. Μηνάς Θ. Αναλυτής είναι Διδάκτωρ Οικονομολόγος στην Οικονομική Ανάλυση και Πολιτική του Πανεπιστημίου Poitiers της Γαλλίας.