Τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρούμε μια ολοένα και αυξανόμενης κλίμακας συζήτηση σε όλα τα επίπεδα για το μέλλον της συνεργασίας μεταξύ της Τουρκίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ταυτοχρόνως, αναπτύσσεται προσπάθεια αναβάθμισης των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας. Γιατί; Καθώς και οι δύο πλευρές το επιθυμούν.
Προσφάτως δε, στην συζήτηση αυτή προστέθηκε και η συζήτηση σε επίπεδο ΝΑΤΟ της σημαντικότητας της Τουρκίας, ως κοινού εταίρου με το ΝΑΤΟ.
Ως τελευταίο νέο,έρχεται και μια ακόμη προσπάθεια για μια ολοκληρωμένη εικόνα συζήτησης για το μέλλον της Νότιο-Ανατολικής Μεσογείου. Πάντα με κοινό παρανομαστή το μέλλον και τη θέση της Τουρκίας σε όλα αυτά.
Ακόμα, η αναβάθμιση σχέσεων της Τουρκίας με την Σερβία, την «παραδοσιακή πλέον Αλβανία» και την Βοσνία-Ερζεγοβίνη αλλά και το Κόσοβο, αλλά και τους Βόρειους πλέον «συμμάχους» μας που θέλουν να έχουν κοινή «ιστορικής και πολιτισμικής» σημασίας ονομασίας.
Και για να ολοκληρωθεί, εν΄ συντομία το πάζλ αυτό η Τουρκία επιθυμεί αναβάθμιση ρόλου Τουρκίας με την Αίγυπτο, (που εξακολουθεί να υπάρχει στο παρασκήνιο), όσο και αναβάθμιση των σχέσεων της Τουρκίας με Αραβικές χώρες, ως αποτέλεσμα της σταδιακής επανέναρξης των σχέσεων της χώρας του Κατάρ με το Σύνδεσμο των Αραβικών χωρών του Κόλπου. Δεν είναι τυχαίο, πως υπάρχει κινητικότητα μεταξύ άλλων στην πολιτική της Τουρκίας στη Αφρική (Σομαλία και Κένυα αλλά και Τζιμπουτί). Όσο επίσης και στο πιθανό ρόλο που θα επιθυμήσει να παίξει η Τουρκία σε πιθανή επίλυση του πολέμου της Υεμένης.
Εξίσου, δεν είναι τυχαίος ο ρόλος της Μεγάλης Βρετανίας που χαιρέτησε τη πρόσφατη πρόταση της Σαουδικής Αραβίας στα θέματα της Υεμένης. Δεν είναι τυχαία η Μεγάλη Βρετανία. Που μετά από την αποχώρηση της από την Ευρωπαϊκή Ένωση, επιδιώκει και ονειρεύεται μια πιο σθεναρή πολιτική παγκόσμιας παρουσίας και συμμαχίας όχι μόνο στην Ευρώπη και τον Αραβικό Κόσμο και τη Μέση Ανατολή (βλέπε Κυπριακό), αλλά γενικά και ειδικά με χώρες που σε ένα πολύ-πολιτισμικό κόσμο επιδιώκουν παγκόσμια αναβάθμιση και ανακατάταξη στην κλίμακα χωρών με πολιτική και στρατιωτική αλλά και γιατί όχι οικονομική δύναμη.
Άρα, η Βρετανία είναι μια εν’ δυνάμει χώρα που πρόκειται επίσης να συνεταιριστεί την Τουρκία, καθώς η τελευταία είναι μεγάλη οικονομική χώρα, με μεγάλο δημογραφικό αριθμό, με ακόμα φθηνό εργατικό δυναμικό, με μια αναπτυξιακή εξελικτική πορεία στο τομέα έρευνας, ασφάλειας, υγείας, παραγωγής πρώτων υλών και προϊόντων με μεγάλη θέληση να παίξει ρόλο στο νέο γεωπολιτικό και στρατηγικό περιβάλλον, οικονομικό, στρατιωτικό, ενεργειακό και επικοινωνιακό, αλλά και παραγωγικό σε πρώτο βαθμό αλλά και σε βαριά βιομηχανία.
Αυτή λοιπόν είναι η κατάσταση που όχι μόνο ονειρεύεται ο Πρόεδρος Ερντογάν. Από ότι φαίνεται υλοποιεί και συγκρατεί με νύχια και με δόντια, (λόγω της οικονομικής κατάρρευσης της Τουρκικής Λίρας), γιατί αφενώς άνοιξε το «κουτί της Πανδώρας» το οποίο ωστόσο έρχεται μεν με πολλές ευκαιρίες αλλά και προβλήματα και λύσεις.
Ποιες λοιπόν είναι οι ευκαιρίες της Τουρκίας; Να έχει κατ’ εξακολούθηση πρωταγωνιστικό ρόλο, όπως συμβαίνει από την δεκαετία του '90 και μετέπειτα. Από την δημιουργία της Τουρκικής πολιτικής στην Αφρική το 1994, που είχε τόση επιτυχία μεταξύ άλλων, που το 1997 στο Ναϊρόμπι κατόρθωσε να κάνει χρήση των υπηρεσιών ασφαλείας του Ναϊρόμπι, για να συλλάβουν τον Οτσαλάν από την Ελληνική Πρεσβεία!! (που θα έπρεπε να έχουμε καταλάβει από τότε τον τρόπο δράσης της).
Αργότερα, να είναι από τις πρώτες χώρες που προσέφεραν χείρα βοηθείας στο ΝΑΤΟ, με την από κοινού εμπλοκή του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν στο πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας, που ακόμα συνεχίζει από το 2003 και έκτοτε, μαθαίνοντας ακριβώς πως γίνεται ένα κράτος να ασκεί και στρατιωτική πολιτική και εξωτερική πολιτική και να κάνει ορθολογική επικοινωνιακή πολιτική αλλά και να πληρώνει τα σωστά μέρη να υποβοηθούν την ανάδειξη της Τουρκίας ως δύναμης. Ταυτοχρόνως απελευθέρωσε την αγορά της σε όλα πραγματικά τα επίπεδα κοιτάζοντας το 2021 το μέλλον και στα άστρα. Άνοιξε την αγορά σε χερσαίες επιχειρήσεις όσο γινόταν ακόμα συζήτηση για το μέλλον του Ιράκ και της Συρίας και την απαρχή ακόμα ενός Κουρδιστάν που άρχισε να διαφαίνεται από το 2012 και έκτοτε με τα γεγονότα στη Συρία και το Ιράκ.
Ταυτοχρόνως, το 2011 βοηθά στην αναβάθμιση της Τουρκικής παρουσίας μέσω του Οργανισμού Ισλαμικών χωρών και ασπάζεται, υπό κάποιες συνθήκες την αλλαγή πολιτικού προφίλ, κάτι που διαφαίνεται από την Μουσουλμανική Αδελφότητα μέχρι και σήμερα. Και βεβαίως το βλέπουμε σήμερα, όπου συνδέονται τα γεγονότα μεταξύ τους. Στη Συρία, Το Αφγανιστάν, στο Κατάρ και στην Λιβύη και την εμπλοκή της Τουρκίας παντού, ακόμα και με προσπάθειες στην Τυνησία αλλά και στην Ευρώπη δια μέσου έργων με την Ισπανία και Ιταλία και την Μάλτα αλλά και προσπάθεια ανασυγκρότησης συνεργασίας με τη Γαλλία.
Από την περίοδο που πρωτοστάτησε σε επίπεδο ΝΑΤΟ με την πρόταση και δημιουργία του ICI (InstabulCooperationInitiative) για τις Αραβικές χώρες, μέχρι το πόλεμο στο Αφγανιστάν, στο μεταξύ την αναδόμηση του ΝΑΤΟ στο κέντρο της Σμύρνης, (το κέντρο χερσαίων δυνάμεων της ΒΑ Συμμαχίας), την ανάδειξη στο στρατιωτικό τομέα έρευνας και άμυνας ακόμα και τα γεγονότα που έγιναν το 2016 με τη αποτυχημένη προσπάθεια αποδόμησης του Προέδρου Ερντογάν από την εξουσία, όλα τα γεγονότα οδηγούν σε ένα πράγμα.
Ας μην ξεχνάμε το μεταναστευτικό όπλο που χρησιμοποιεί ο Ερντογάν και θα τολμήσω να πω και το θρησκευτικό, καθώς εμείς μπορεί να μην θέλουμε να το πούμε αλλά αυτό κάνει όταν λέει γιατί να στηρίζουν την Ελλάδα που είναι μεταξύ άλλων και αλλόθρησκη; Και μην νομίζετε. Τα λέει και αυτά για το Ισραήλ. Καθώς ακόμα είναι ο «αποτυχημένος σύμμαχος»! Αλλά και εκεί θα εξαρτηθεί ποιος θα κερδίσει της σημερινές εκλογές στο Ισραήλ, που ουδέποτε σταμάτησε να έχει εμπορικές σχέσεις με τη Τουρκία.
Εντέλει, το στρατηγικό βάθος που ετοίμασε ο πρώην Υπέξ Νταβούτογλου (και μην έχετε καμία απολύτως αμφιβολία θα συνεχίσει το έργο του Ερντογάν όταν θα λάβει εξουσία), είναι εν εξελίξει.
Τί μαθαίνουμε συνεπώς, από τα δεδομένα αυτά για τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις (που τα περιγράφουν πολλές ουσιαστικές και διεθνείς εμπειρικές και μόνο αναλύσεις, και πολλά από αυτά είναι αποτελέσματα χρόνων μελετών) μεταξύ άλλων;
Για την Ευρώπη:
- Η Ευρώπη πρέπει να γνωρίζει τι θέλει και τι επιζητά.
- Θα πρέπει να γνωρίζει ποιοι είναι οι σύμμαχοί της.
- Η Ευρώπη είναι απομονωμένη και χωρίς επιλογές.
- Χρειάζεται σοβαρότητα σκέψεων και αποφάσεων σε επίπεδο Ευρώπης.
- Πρέπει να έχει ισχυρή φωνή.
- Να επιδιώκει τα καλύτερα για τα μέλη της
- Να αποφασίσει πως θέλει να δει την Ευρώπη του μέλλοντος.
Για την Ελλάδα:
- Η Ελλάδα ενώ επιδιώκει να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο σε περιφερειακό επίπεδο, πρέπει να αναδείξει την ικανότητα της συμμετοχής αλλά και της εμπλοκής.
- Πρέπει να συμμετέχει, να είναι πρωτεργάτης και κυρίως να αναδείξει και να δημιουργήσει.
- Είμαστε στα 200 χρόνια ανεξαρτησίας, αλλά χωρίς ουσιαστική συμμετοχή παλαιοτέρων και τωρινών συμμάχων στους εορτασμούς ή στην συζήτηση, αν υπάρχει, για το μέλλον ή τη στρατηγική της Ελλάδος και το ρόλο της Ελλάδος και Κύπρου στα πλάνα αυτά
- Χρειάζεται οραματισμός και πλάνο εφαρμογής για τα δικά μας συμφέροντα. Στο μεταξύ να γνωρίζουμε πως η Τουρκία αυτή είναι. Πράττει ότι θεωρεί ότι είναι εθνικά υπέρ και μόνο του συμφέροντος της. Εμείς;
- Καλό είναι να σταματήσουμε να αμυνόμαστε και να υλοποιήσουμε τα 12 μίλια γύρω μας. Και να θέσουμε εμείς όρους πολιτικής και στρατιωτική πλοήγησης στο μέλλον.
- Να απαιτήσουμε μια γκάμα πολιτικών θεμάτων.
- Να μην είμαστε ωστόσο σπασμωδικοί. Χρειάζεται πλάνο, στρατηγική και πράξη. Εμπειρικά και όχι γνωστικά.
- Τί έχουμε λοιπόν στα χέρια μας, θα πρέπει να δούμε.
α. Πρέπει να φτιάξουμε την οικονομία μας και την κοινωνία μας.
β. Ο κορωνοϊός έχει επιταχύνει μόνο μια οικονομική, κοινωνική και ψυχολογική παρακμή που εξελίσσεται και κάποια στιγμή θα αντιμετωπίσουμε. Στο μεταξύ έρχεται καλοκαιράκι…
γ. Είναι διχασμένη η κοινωνία: τα οικονομικά, η ουσιαστική έλλειψη επιχειρηματικότητας στο σύνολο, η βαριά βιομηχανία και οι μαζικές επενδύσεις και η ανακατασκευή και μοντερνισμός τη χώρας.
δ. Χρειάζεται σθένος, ηγεσία και συμμετοχή όλων.
ε. Εμείς αναλωνόμαστε εσωτερικά σε πράγματα που δεν κοιτάζουν τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας για να εξελιχθεί.
στ. Έχουμε αλλά δεν είμαστε οραματιστές και κυρίως συνεχιστές.
ζ. Τα 200 χρόνια τα γιορτάζουμε σαν ιστορικό γεγονός όχι σαν ευκαιρία για να μιλήσουμε για το μέλλον.
η. Θα θέλαμε να είμαστε οι πρωτεργάτες μιας πολιτικής «παρθενογενούσας», την οποία επικοινωνιακά την αναδεικνύουμε ως την απόλυτη λύση. Όταν πραγματικά θα πρέπει να μιλάμε πραγματιστικά, ρεαλιστικά, σε τακτικό επίπεδο.
Μην έχουμε αυταπάτες. Μπορούμε τα καλύτερα. Κυρίως ξέρουμε καλύτερα. Αλλά η χρήση συνέχεια του όρου το «διεθνές δίκαιο» σε επίπεδο πολιτικής ερμηνείας, που κρύβει από πίσω το «δεν ξέρω» στεναχωρεί, όταν αμέσως πριν, ακούει κανείς, ή διαβάζει κανείς πως η Τουρκία εκ μέρους των ΗΠΑ είναι σημαντικός εταίρος. Και ας μην ξεχνάμε πως οι ΗΠΑ έχουν διαφορετική τακτική προσέγγιση με την Ελλάδα και διαφορετική με την Τουρκία. Τα διαχωρίζουν.
Αναλωθήκαμε πολύ για την Τουρκία και με την Τουρκία. Τα παραπάνω, τα καταθέτω απλά να ξέρουμε τι γίνεται. Από εδώ και πέρα: εμείς τι κάνουμε. Αυτή είναι από ότι φαίνεται η πραγματικότητα για το τι κάνει η Τουρκία και δεν αναφέρθηκα καν στην βοήθεια στο Αζερμπαϊτζάν, την επιδίωξη συνεργασίας και συμμαχίας με το Καζακστάν και το Τουρκμενιστάν, αλλά και το Ρωσικό καντόνιο της Τσετσενίας που αναπτύσσεται ραγδαία από πολλές πλευρές, πλέον δια μέσου και με ευλογίες Ρωσίας, αλλά και το Πακιστάν και τελικά την Κίνα, όπου πλέον υπάρχει μέχρι και σύνδεση με τραίνο.
Η Τουρκία πράττει για το δικό της εθνικό συμφέρον. Ας το ερμηνεύσουμε έτσι.
Εμείς; Μήπως ήρθε ο καιρός να δούμε τις επιλογές αλλά και τα άτομα που μπορούν πραγματικά να οραματιστούν και να πράξουν και εμείς να ακολουθήσουμε;
* Ο Δρ. Μάριος Παναγιώτης Ευθυμιόπουλος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας Και Στρατηγικής, Κοσμήτορας Σχολής Διεθνούς Ασφάλειας και Σπουδών Παγκόσμιας Πολιτικής στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο των Εμιράτων, Ντουμπάι, HAE, και μέλος του νεοϊδρυθέντος «Παρατηρητηρίου Ευρωμεσογειακής Ασφάλειας και Συνεργασίας»