Της Βίβιαν Ευθυμιοπούλου
Αν σε άλλη δυτική χώρα ο πρόεδρος του Κεντροδεξιού κόμματος και Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης έδινε την υπόσχεση ότι θα πολιτευόταν με τρόπο τέτοιο ώστε όλοι οι πολίτες στη χώρα του να έχουν ίδιες ευκαιρίες, πέρα από την αίσθηση που θα δημιουργούσε η δήλωση αυτή, για τους λόγους που θα αναλύσουμε στη συνέχεια, θα καταλάμβανε τη δημόσια συζήτηση για πολύ καιρό και θα προκαλούσε ένα μεγάλο όγκο αρθρογραφίας.
Αλλά δεν μας χρειάζονται τα υποθετικά σενάρια. Αν ο Εμανουέλ Μακρόν ή ο Τζάστιν Τρυντό έκανε λόγο για “ίδιες ευκαιρίες”, τα ελληνικά ΜΜΕ και ειδικά τα σάιτ που φιλοξενούν άρθρα γνώμης θα ασχολούνταν καθημερινά με αυτό ενώ οι χρήστες των σόσιαλ μήντια θα αναστέναζαν μελαγχολικά για το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου που υπάρχει αλλού.
Κι όμως, την υπόσχεση ότι θα πολιτευθεί ώστε οι Έλληνες να έχουν ίδιες ευκαιρίες την εκστόμισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο Δενδροπόταμο Θεσσαλονίκης, μιλώντας στο “Φάρο του Κόσμου” του πατέρα Αθηναγόρα (έχουμε αναφερθεί κι εμείς στη δράση της συγκεκριμένης δομής στον “Φιλελεύθερο”). Αλλά η ελληνική κοινή γνώμη προτίμησε να ασχοληθεί πάλι με τα κουτσομπολιά.
Οι “ίδιες ευκαιρίες” δεν υφίστανται ως έννοια στην πολιτική επιστήμη κι από ένα γρήγορο, άτυπο ρεπορτάζ που κάναμε στο περιβάλλον το Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας η έκφραση ανήκει αποκλειστικά στον ίδιο.
Δεν μας προκάλεσε έκπληξη. Στην πολιτική σκέψη του Κυριάκου Μητσοτάκη κατέχει κυρίαρχη θέση η ιδέα ότι ο άξονας Δεξιά-Αριστερά περιγράφει καλύτερα το παρελθόν και το μέλλον πρέπει να σχεδιαστεί πέρα από αυτή τη διαχωριστική γραμμή. Γιατί σε αυτό απαντά η αναφορά στις “ίδιες ευκαιρίες”.
Η σχέση μεταξύ Ισότητας και Δικαιοσύνης και ποια από τις δύο πρέπει να ιεραρχείται υψηλότερα για την ευημερία μιας πολιτείας ορίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό τη διαφορά των Φιλελευθέρων από την Αριστερά. Για την Αριστερά οι ίσες ευκαιρίες πρέπει να είναι το ζητούμενο και ως εκ τούτου η διάκριση μεταξύ Αριστεράς-Δεξιάς είναι αναπόφευκτη και τίποτα δεν μπορεί να την υπερβεί.
Η σύγχρονη φιλελεύθερη σκέψη βλέπει ότι η παγκοσμιοποίηση και η τεχνολογία μας υποχρεώνουν να δούμε πέρα από τους παραδοσιακούς ταξικούς διαχωρισμούς και να αναζητήσουμε νέες κοινωνικές συμμαχίες.
Κι εδώ βάζουμε την τελεία.
Γιατί την Ελλάδα που βρίσκεται ακόμα υπό μνημονιακή παρακολούθηση αλλά έτσι κι αλλιώς έχει μείνει μια χώρα της περιφέρειας και μάλιστα στη δεύτερη ταχύτητα, δεν μπορούμε να την αναλύουμε με τον τρόπο που αναλύουμε τις κοινωνίες στο σκληρό πυρήνα του διευθυντηρίου των Βρυξελλών.
Ειδικά στην Ελλάδα όπου κάθε οραματική διακήρυξη απαξιώθηκε από πολλαπλές ματαιώσεις και εξαπατήσεις το να μιλήσεις πολιτικά και αληθινά κοιτώνας στο μέλλον είναι ένας άθλος που ορίζεται από πολύ διαφορετικές παραμέτρους.
Από τη χώρα μας απουσιάζει η δικαιοσύνη όχι μόνο ως λειτουργία του πολιτεύματος αλλά ως αγαθό. Το αίσθημα της αδικίας κυριαρχεί εξαιτίας των γνωστών σε όλους παθογενειών της ελληνική κοινωνίας (αναξιοκρατία, νεποτισμός, κομματικοποίηση). Για ένα φιλελεύθερο η δικαιοσύνη, ως μηχανισμός της δημοκρατίας αλλά και ως αγαθό βρίσκεται στην κορυφή σε μια οργανωμένη πολιτεία. Η ανάγκη όμως να συναντηθούμε με την πλειοψηφία των συμπολιτών μας που έχουν διαμορφώσει πολιτική συνείδηση με δεκάρικους περί ισότητας ώστε να σχεδιάσουμε και να εργαστούμε από κοινού για το μέλλον, υπερβαίνει την ιδεολογική ορθοδοξία.
Οι ίδιες ευκαιρίες είναι μια καλή ιδέα και μάλιστα για την κατάσταση που βρίσκεται η χώρα μας σήμερα ίσως και η μόνη που έχει ελπίδα να λειτουργήσει.