Η χθεσινή μέρα ανήκει στις σπάνιες εκείνες μέρες όπου το κράτος μας ενημερώνει ότι μειώνει το ποσοστό των χρημάτων που θα μας παρακρατά και αυτό είναι πραγματική αιτία χαράς για κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνα.
Το πλάνο της δημοσιονομικής πολιτικής που εφάρμοσε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης βασίστηκε, τουλάχιστον πριν την πανδημία, σε μία γνωστή και πετυχημένη συνταγή: Αν έχεις ανάπτυξη, πετυχαίνεις δημοσιονομικό πλεόνασμα και ο ρυθμός αύξησης των εξόδων του κράτους είναι μικρότερος από το ρυθμό αύξησης των εσόδων, δημιουργείς δημοσιονομικό χώρο.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αυτόν τον δημοσιονομικό χώρο τον βάφτισε υπερπλεόνασμα. Η σημερινή κυβέρνηση μπορεί να μην πέτυχε πέρυσι κάποιο πλεόνασμα λόγω κορονοϊού, όμως σε ότι αφορά τους οικονομικούς δείκτες που δεν σχετίζονται με την έκτακτη φύση της πανδημικής κρίσης έπεισε τους ελεγκτικούς μηχανισμούς που επιτηρούν την ελληνική οικονομία ότι έχει δημιουργήσει δημοσιονομικό χώρο για μειώσεις, έκτακτες και μόνιμες, σε μία πολύ κρίσιμη στιγμή για τη χώρα μας.
Όμως οι μειώσεις φόρων που ανακοινώθηκαν χθες δεν είναι μόνο δίκαιες. Θα είναι και αποδοτικές για την εν γένει πορεία της χώρας μας. Η επέκταση της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών θα κάνει την επάνοδο της ελληνικής οικονομίας ταχύτερη και θα τονώσει όχι μόνο τη ζήτηση για εργαζόμενους αλλά κυρίως τη νόμιμη εργασία.
Η αναστολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης θα δώσει μία μικρή αλλά πολύτιμη ανάσα σε εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά που ζουν από την ιδιωτική οικονομία. Μπορεί το μέτρο να είναι προσωρινό, όμως έστω και για μία ακόμα φορά οι φορολογούμενοι θα γλιτώσουν από αυτόν τον καταστροφικό φόρο.
Μεγαλύτερο καλό θα κάνουν όμως τα τρία μόνιμα μέτρα που θα παραμείνουν σίγουρα και μετά το πέρας της πανδημικής κρίσης (εφόσον δεν εκλέξουμε πάλι κάποια φορολάγνα κυβέρνηση που θα επαναφέρει τη φορολογία στα μέχρι σήμερα επίπεδα).
Η γενναία μείωση (45%) της προκαταβολής φόρου για τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα ακυρώνει τις αυξήσεις του ΣΥΡΙΖΑ ενώ η μικρότερη μείωση (20%) για τις επιχειρήσεις και τα νομικά πρόσωπα, αποτελεί μία σημαντική ανάσα για την ιδιωτική οικονομία με αναπτυξιακά χαρακτηριστικά.
Πάντως, δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστο ότι η πρακτική των προκαταβολών φόρων κάποια στιγμή θα πρέπει να φύγει από το φορολογικό λεξιλόγιό μας. Τέλος, η σημαντικότερη αλλαγή είναι η μείωση του συντελεστή φορολογίας των επιχειρήσεων από 24% σε 22%. Μπορεί η χώρα μας να παραμένει πάνω από το 21% που ζητά η υπουργός οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γιέλεν, όμως η μείωση αυτού του αντιπαραγωγικού και αντιαναπτυξιακού φόρου μόνο αισιοδοξία μπορεί να δημιουργήσει.
Οι φιλελεύθεροι, και ενδεχομένως αρκετά στελέχη της κυβέρνησης, θα θέλαμε οι συντελεστές αυτοί να είναι ακόμα - ίσως και πολύ - χαμηλότεροι. Όμως, η εφαρμοσμένη πολιτική δεν είναι ποτέ όσο απλή είναι η διατύπωση ενός φιλελεύθερου ευχολογίου. Για να υπάρξουν περισσότερες μειώσεις θα πρέπει αφενός η κοινωνία να τις θέλει και να τις απαιτεί και αφετέρου να καταπατηθεί η φοροδιαφυγή και η σπατάλη. Μέχρι τότε, θα αρκεστούμε σε μικρές νίκες, προσωρινά μέτρα, και περιορισμό των χαμένων ευκαιριών όποτε δημιουργείται προοπτική περαιτέρω μείωσης των φορολογικών βαρών.