Του Δημήτρη Καμπουράκη
«Γκαντέμης», κατά καθηγητή Γ. Μπαμπινιώτη: «Αυτός που δεν έχει την τύχη με το μέρος του και προκαλεί κακοτυχία και στους άλλους. Άνθρωπος στον οποίον και τα πιο απίθανα μπορούν να συμβούν. Κακότυχος, γρουσούζης». Πως μου 'ρθε τώρα αυτό το -άσχετο με τα καυτά ζητήματα της επικαιρότητας μας- εδάφιο του λεξικού; Έλα ντε, άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου…
Ξέρετε, καμιά φορά οι τεράστιες φωτιές δεν καίνε μόνο ανθρώπους, δάση και περιουσίες, καίνε και κάποιους παγιωμένους αστικούς ή πολιτικούς μύθους με τους οποίους πορευτήκαμε. Κι αν δεν σβήνουν υποχρεωτικά την παλιά μυθολογία, σφυρηλατούν δίπλα της την καινούρια που ταιριάζει στα σύγχρονα πάθη μας. Κάποτε, τον είχαμε βγάλει γκαντέμη τον συγχωρεμένο τον ψηλό, δίχως να τον συνοδεύει καμιά καταστροφή εθνικού μεγέθους. Από μικροπράγματα της καθημερινότητας του κόλλησε το παρατσούκλι και διότι ήταν πολιτικά πιασάρικο. Τι να 'κανε κι αυτός, πορεύτηκε μαζί του. Αυτό ήταν πάντα η πολιτική, διαχείριση διλημμάτων, μύθων και συμβόλων.
Αν όμως εκείνος ήταν γκαντέμης, τούτος εδώ τι είναι; Για τον σημερινό λέω, που μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει, βλέπει κακοτυχίες και τραγωδίες να περνούν μπροστά από το Μέγαρο Μαξίμου του και να ξεσπούν αλύπητα πάνω στα κεφάλια των δύσμοιρων υπηκόων του, όπου κι αν προσπαθούν αυτοί να κρυφτούν. Είτε δυτικά καταφεύγουν, είτε ανατολικά λουφάζουν. Η μια μαζική γκαντεμιά καταφθάνει πίσω από την άλλη, σαν Αρμαγεδδώνες κατά ριπάς που αφήνουν πίσω τους πτώματα και ερείπια. Άλλα καρβουνιασμένα κι άλλα πνιγμένα στις λάσπες. Άδικο θα 'χω, το λοιπόν, να ρωτήσω ποιος είναι ο υπερθετικός του «γκαντέμη» για να τον αποδώσω στον νυν αρχηγό μας; Υπερθετικός, για να κρατάμε το μέτρο σε σχέση με τους παλιότερους.
Θα μου πείτε τώρα ότι ξεφεύγω και ότι αυτή δεν είναι πολιτική κριτική. Ε δεν πειράζει, καμιά φορά εμείς οι λαϊκοί τύποι που δεν ξέρουμε από political correct αναλύσεις, καταφεύγουμε αυθορμήτως σε τέτοιου είδους καφενειακή ορολογία προσπαθώντας να εκφράσουμε τα ακατέργαστα βαθύτερα συναισθήματα μας. Εντάξει, ξέρουμε πως αυτός ο πολιτικός μας πρωτογονισμός δεν ανεβάζει το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου της χώρας (που τόσο πιστά υπηρετεί η κυβέρνηση μας), αλλά τουλάχιστον αποφεύγουμε τα εμφράγματα και τις ψυχικές νόσους που θερίζουν τώρα τελευταία, άγνωστο γιατί. Κομπογιαννίτικα ίσως, αλλά τα γλιτώνουμε.
Ξέρετε, όταν ο άνθρωπος δεν μπορεί να ξεφύγει απ' τον ασφυκτικό κλοιό που φιλοτεχνεί γύρω του η κακή αύρα των κυβερνώντων του, μοναδική του καταφυγή είναι η ειρωνεία και η μεταφυσική. Τούτων δοθέντων, ένας βρυχηθμός απ' τα κατάβαθα της ψυχής μας μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά για την ψυχοσύνθεση μας, σαν λυτρωτικό ξόρκι ή σαν κατευνασμός και ικεσία προς την κακή μας μοίρα. Οπότε ας με συγχωρήσουν οι τεχνικοί της εξουσίας του ΜΜ (Μεγάρου Μαξίμου), αλλά αδυνατώ να αντισταθώ στον πειρασμό να φωνάξω τούτο: «Τελικά είσαι πολύ γκαντέμης, βρε αγόρι μου!».
Ουφ, το 'πα κι ανακουφίστηκα.
(Και πάνω που ένιωσα καλύτερα, είδα απ' το παράθυρο μου ένα πελώριο μολυβί σύννεφο κρεμασμένο πάνω απ' το Μαρούσι, κάπου εκεί στην παλιά Ήβη…)