Του Αντώνη Πανούτσου
Το Πεδίο του Αρεως το έχω ζήσει σε διάφορες εποχές. Μικρός με την μητέρα μου να με πηγαίνει στο Green Park για να δούμε τα βαριετέ του Γιώργου Οικονομίδη. Λίγο μεγαλύτερος να βλέπω ματς στην αλάνα μπροστά από τον σκελετό που κάποτε θα γινόταν το Μουσείο Ανατολικής Τέχνης του Ιωάννη Πασσά. Χώρο αρχιτεκτονικών πειραμάτων της πρώτης επταετίας του ΠΑΣΟΚ. Τέμενος του rave στην δεκαετία του '90. Και σαν έδρα του Πανελληνίου, με το ιστορικό κυλικείο που έχασε το χρώμα του την εποχή του Μινώα Κυριακού.
Το Πεδίο του Αρεως ποτέ δεν ήταν χώρος για παναγίες. Ιδιαίτερα μετά το '70 και το νταραβεράκι του το είχε στην πλευρά του παλιού θεάτρου της Αλίκης, και το ψωνιστήρι του στην οδό των Ηρώων και όλα τα «καλά» που καμία μεγαλούπολη δεν μπορεί να αποφύγει. Πάντα όμως όποτε πήγαινε να ξεφύγει, κάποια διαμαρτυρία θα έφτανε στα αυτιά της αστυνομίας κάπου το κράτος θα ντρεπόταν και η κατάσταση θα μαζευόταν. Σήμερα υπάρχει μια διαφορά. Η κατάσταση δεν μαζεύεται επειδή το κράτος την θεωρεί φυσική.
Πριν ένα περίπου μήνα συμπτωματικά ήθελα να σκοτώσω ένα μισάωρο και σταμάτησα στον Πανελλήνιο στην γωνία Μαυροματαίων και Κοδριγκτώνος. Στο πεζοδρόμιο δίπλα στο μηχανάκι ένα ζευγάρι τελειωμένο στην πρέζα προσπαθούσε να κρατηθεί όρθιο. Στην είσοδο προς την οδό των Ηρώων ένα άγημα από άκρες και πρεζάκια παρατεταγμένο ήταν έτοιμο να αποτίσει τιμές. Στην γωνία ο Πανελλήνιος στεκόταν σαν μεθοριακό φυλάκιο από άλλη εποχή. Αυτοί που θα έπρεπε να είναι μέσα ήταν έξω και αυτοί που έπρεπε να είναι έξω κλεινόντουσαν στην ασφάλεια Πανελλήνιου. Η σκηνή δεν διαδραματιζόταν το βράδυ αλλά στις 2 το μεσημέρι.
Την σκηνή θυμήθηκα διαβάζοντας την επιστολή της μητέρας του 25χρονου που σκοτώθηκε στου Φιλοπάππου όταν αντιστάθηκε στην συμμορία των Πακιστανών που προσπάθησαν να τον ληστέψουν. Ένα πάρκο κόσμημα, με τα έργα του αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη, που έχει παραδοθεί σε συμμορίες ληστών. Απέναντι από την Ακρόπολη, σε μια θέση που είναι εύκολο να την επισκεφτεί κάθε τουρίστας.
Στην επιστολή η μητέρα του δολοφονημένου νεαρού γράφει ότι «Μήπως θα έπρεπε η Πολιτεία, αντί να διαθέτει την μισή αστυνομική δύναμη προς φύλαξη του πολιτικού μας προσωπικού και των οικογενειών τους, να διαθέτει ισχυρότερη αστυνομική δύναμη στον ευρύτερο αρχαιολογικό χώρο;». Με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Δεν είναι δυνατόν όχι μόνο πολιτικοί αλλά επιχειρηματίες και δημοσιογράφοι να απασχολούν αστυφύλακες για την προστασία τους για να στερούν από τον δρόμο δύο χιλιάδες αστυνομικούς. Ούτε γίνεται αστυφύλακες κάτω από τα 30 να μένουν κλεισμένοι σε γραφεία με αποτέλεσμα σε μικρός χρονικό διάστημα να χάνουν την επαφή τους με τον δρόμο.
Εκεί που θα διαφωνήσω στην λογική της περίφραξης και της φωταγώγησης του χώρου. Όχι ότι δεν πρέπει να υπάρχει φωτισμός, που όλοι οι αστυνομικοί λένε ότι είναι αποτρεπτικός στην βία αλλά η λύση δεν θα έρθει από μια κοινωνία που ταμπουρώνεται φοβισμένη από τους κακοποιούς. Οι παράνομοι και όχι οι νομοταγείς πολίτες πρέπει να φοβούνται. Κάτι που φυσικά δεν πρόκειται να γίνει από μια κυβέρνηση που τα στελέχη της μεγάλωσαν θεωρώντας τους παράνομους κοινωνικούς ήρωες και τους κατά συρροή δολοφόνους πολιτικούς αγωνιστές. Θα έλθει μόνο από την κυβέρνηση που θα είναι έτοιμη να αναλάβει το πολιτικό κόστος, που θα αφουγκράζεται τους πολίτες και όχι τους αντιεξουσιαστές της Φιλοθέης και της Κηφισσιάς που ζουν τον μύθος τους στο κέντρο μιας ταλαιπωρημένης Αθήνας.