Καταλαβαίνω ότι ένα πρόβλημα που χρονίζει μισό αιώνα δεν είναι απλό. Καταλαβαίνω επίσης ότι για να συμβαίνει αυτό κάποιοι απλούστατα δεν θέλουν να το λύσουν. Όπως καταλαβαίνω ότι αυτό κάνει το πρόβλημα ακόμα πιο σύνθετο αφού αυτοί που δεν θέλουν να το λύσουν είναι περισσότεροι του ενός, βρίσκονται και εντός και εκτός του προβλήματος και έχει ο καθένας τους, τους δικούς του διαφορετικούς λόγους που δεν θέλει να λυθεί.
Εκείνο που δεν καταλαβαίνω είναι η απλοποίηση της εξίσωσης με το επιχείρημα ότι αφενός στην πραγματικότητα η Τουρκία δεν έχει κανέναν απολύτως λόγο να θέλει στην παρούσα φάση λύση του Κυπριακού, και μάλιστα εντός του πλαισίου των αποφάσεων του Σ.Α. του ΟΗΕ, και αφετέρου ότι Λευκωσία και Αθήνα δεν έχουν κανέναν λόγο να πιστεύουν ότι ο Ερντογάν θα πεισθεί σε οποιαδήποτε περίπτωση να συναινέσει σε μια λύση και ότι απλούστατα δεν πρέπει να του δώσουν εύκολη οδό διαφυγής.
Είναι σαν να λέμε ότι ένα αδιέξοδο στην πενταμερή της Γενεύης εξυπηρετεί και τις δυο πλευρές. Συμπέρασμα όμως με το οποίο τουλάχιστον ο Κύπριος Υπουργός Εξωτερικών φαίνεται να διαφωνεί καθέτως.
Στη συνέντευξη που έδωσε στην «Καθημερινή» της περασμένης Κυριακής ο Νίκος Χριστοδουλίδης υποστήριξε ότι «σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να προδικάσουμε το αποτέλεσμα της άτυπης διάσκεψης αφού μια αποτυχία, έχω την πεποίθηση, θα είναι κάτι αρνητικό για όλους τους συμμετέχοντες». Γι'αυτό και η ελληνοκυπριακή διαπραγματευτική ομάδα προσέρχεται έχοντας προετοιμαστεί για περισσότερα σενάρια εξέλιξης των συζητήσεων στην Γενεύη.
Είναι βέβαια αλήθεια ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά έχει επανειλημμένα καεί στο χυλό και τώρα φυσάει και το γιαούρτι. Έχει πολλές φορές αιφνιδιαστεί από την αλλαγή τακτικής της Τουρκίας και ευλόγως τώρα αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο μιας ακόμα τουρκικής μεταστροφής παρά το γεγονός ότι τίποτα δεν προοιωνίζεται μετατόπιση της Άγκυρας από την κατηγορηματική θέση που οψίμως έχει λάβει για λύση δυο κρατών (διάβαζε διχοτόμηση).
Όπως είναι αλήθεια ότι η Λευκωσία έχει πολλές φορές πέσει έξω στους υπολογισμούς της και άλλες τόσες έχει πέσει θύμα της υπεραισιοδοξίας της.
Κάποτε πίστευε ότι η αφομοίωση ή έστω η επιβολή της επί των Τουρκοκυπρίων θα ήταν μια εύκολη υπόθεση δεδομένου του δυναμισμού με τον οποίο αναπτυσσόταν η ελληνοκυπριακή οικονομία.
Μετά εκτίμησε ότι απορρίπτοντας το σχέδιο Ανάν ο χρόνος θα δούλευε υπέρ της.
Στη συνέχεια θεώρησε ότι με την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα είχε οριστικά το πάνω χέρι.
Ύστερα βαυκαλίστηκε με την ιδέα ότι η ανακάλυψη των κοιτασμάτων φυσικού αερίου θα την μετέτρεπε σε πρωτεύουσα ενός νέου Εμιράτου.
Λίγο αργότερα ήταν σίγουρη ότι με την διανομή των θαλασσίων οικοπέδων της σε ενεργειακούς κολοσσούς θωράκιζε την ΑΟΖ της.
Τέλος, το 2017 προτίμησε να οδηγήσει την τελευταία στιγμή σε ναυάγιο την εξαήμερη συνδιάσκεψη για το κυπριακό στο Κραν Μοντανά, παρά να συγκατατεθεί στη λύση με την οποία είχε αρχικά συμφωνήσει και την οποία άφησε ξαφνικά πάνω στο τραπέζι παρά τα καθόλου αμελητέα πλεονεκτήματα που εξασφάλιζε για την ελληνοκυπριακή πλευρά.
Τώρα μοιάζει να φοβάται ότι ένα νέο ναυάγιο στη Γενεύη θα σημάνει αύξηση της τουρκικής επιθετικότητας, απώλεια των συγκλίσεων του Κραν Μοντανά και το συμβολικά, και όχι μόνον, χειρότερο: εποικισμό της Αμμοχώστου.
Ακόμα και αν θεωρηθεί ότι η Τουρκία μπλοφάρει εκβιάζοντας για μια λύση στα μέτρα της, η θέση στην οποία θα βρεθεί όχι μόνον ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, αλλά και οι ηγεσίες όλων των κομμάτων που τον συνοδεύουν στη Γενεύη δεν θα είναι τόσο εύκολη όσο φαίνεται να είναι μια κατηγορηματική απόρριψη κάθε διαπραγμάτευσης εκτός του πλαισίου της ομοσπονδιακής λύσης που προβλέπουν οι αποφάσεις του ΣΑ του ΟΗΕ.
Ιδιαίτερα εάν η Λευκωσία και κατ'επέκταση η Αθήνα πιεστούν, και όχι μόνον από την Τουρκία, να δεχθούν έναν διακανονισμό του θέματος των υδρογονανθράκων και μια ανεπίσημη οριοθέτηση των θαλασσών ζωνών μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας-Κύπρου.
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες για τους υδρογονάνθρακες η Τουρκία θα προτείνει σύσταση Δικοινοτικής Διαχειριστικής Επιτροπής για τον προσδιορισμό μιας αναλογικής κατανομής των πόρων μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων και όχι συμβουλευτικής όπως έχει προτείνει ο Νίκος Αναστασιάδης.
Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι, σύμφωνα πάντα με τις ίδιες πληροφορίες, στα υπόψιν της Τουρκικής πλευράς θα είναι η επαναφορά της πρότασής της για συνδιάσκεψη για τους υδρογονάνθρακες της Ανατολικής Μεσογείου με την σημαντική όμως διαφορά ότι δεν θα πρόκειται απλώς για έναν ελιγμό με σκοπό την εκ πλαγίου αναγνώριση του "ψευδοκράτους", αλλά για μια διάσκεψη κατά την οποία Τουρκία-Ελλάδα-Ελληνοκύπριοι-Τουρκοκύπριοι θα εμφανιστούν ως κουαρτέτο με προσυμφωνημένες κοινές προτάσεις.
Σε ό,τι δε αφορά την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών η Άγκυρα μιλά μεν για μια ανεπίσημη καταρχήν συμφωνία, στην πραγματικότητα όμως εκείνο που πρωτίστως την ενδιαφέρει είναι να νομιμοποιήσει οποιαδήποτε γεωτρητική ενέργεια θελήσει να κάνει στην περιοχή.
Κατά τα άλλα η Τουρκία φέρεται να επιμένει στην εκ περιτροπής προεδρία προτείνοντας δυο θητείες για τον Ελληνοκύπριο πρόεδρο και μια για τον Τουρκοκύπριο.
Ούτως όμως εχόντων των πραγμάτων δεν αποκλείεται από την χαμηλών προσδοκιών άτυπη πενταμερή να προκύψει λευκός καπνός. Όχι για μια άμεση επανέναρξη των συνομιλιών για οριστική επίλυση του κυπριακού, αλλά για μια δέσμευση των εμπλεκομένων πλευρών σε μια ενδιάμεση συμφωνία εξελικτικής λύσης μέσω μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) μεταξύ των δυο κυπριακών κοινοτήτων το κλειδί των οποίων θα είναι μια συμφωνία για την τύχη της περίκλειστης πόλης των Βαρωσίων.
Τα λεφτά για την ανοικοδόμηση της Αμμοχώστου είναι πάρα πολλά και φτάνουν για πάρα πολλούς και πολύ μεγάλους για να αφήσουν αδιάφορα τα εμπλεκόμενα μέρη. Μένει να αξιολογηθεί αν το αντάλλαγμα της επιστροφής της Αμμοχώστου είναι αρκετό για να ανοίξει στον Ερντογάν μια οδός διαφυγής.
Σε κάθε περίπτωση και με τον έναν ή τον άλλον τρόπο το ζητούμενο για όλους στην άτυπη συνδιάσκεψη της Γενεύης είναι να μην υποχρεωθεί ο Γκουτιέρες να καταθέσει την εντολή του επικαλούμενος κατάρρευση των διαμεσολαβητικών προσπαθειών του.
Γιαυτό, άλλωστε, και η βασική επιδίωξη της ελληνοκυπριακής διαπραγματευτικής ομάδας θα είναι να πάρει ένα χρονοδιάγραμμα ενός περίπου μηνός ώστε να επανέλθει στην διαπραγμάτευση πριν από την σύγκλιση του προγραμματισμένου για τον Ιούνιο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θέλοντας προφανώς να αποφύγει την απάντηση σε ένα πολύ σκληρό για την Λευκωσία δίλημμα.
Εάν συγκατατεθεί στην τελωνειακή ένωση δεν θα έχει να πάρει ποτέ τίποτε από την Τουρκία. Εάν δεν συγκατατεθεί στην τελωνειακή ένωση, διακινδυνεύει τον άμεσο εποικισμό του Βαρωσιού και την επιστροφή των τουρκικών γεωτρύπανων στην κυπριακή ΑΟΖ.
Και αν μεν ήξερε ότι ο χρόνος δουλεύει σε βάρος της Τουρκίας, η απόφαση να μπλοκάρει την συζήτηση θα ήταν πιο εύκολη και το ρίσκο της μικρό. Ξέροντας όμως ότι μέχρι σήμερα συνέβαινε το αντίθετο, δεν μπορεί να είναι σίγουρη ότι θα υπάρξει η συνωμοσία του ευρωπαϊκού σύμπαντος που θα την βγάλει από το δίλημμα. Εκτός αν κάποιος την διαβεβαιώσει ότι ο Μπάιντεν θα κάνει και πάλι το θαύμα του ή ότι αρκεί ο φόβος των «Πρασίνων» στην Γερμανία, η παρουσία του Μακρόν στην Γαλλία και οι καθαρές κουβέντες του Κουρτς στην Αυστρία για να αλλάξει η συγκυρία που είχε μετατρέψει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε φοβικό καλοθελητή της Τουρκίας του Ερντογάν.