Του Αλέξανδρου Σκούρα
Πολλοί συμπατριώτες μας έχουν καταλήξει τα τελευταία χρόνια στο συμπέρασμα ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει ουσιαστικά στην Ελλάδα. Είναι τόσα πολλά και τόσο μεγάλα τα δομικά προβλήματα, υποστηρίζουν, τόσο ριζωμένες οι συνήθειες και οι νοοτροπίες -οι οποίες μάλιστα βρίσκουν εύφορο έδαφος ακόμη και μέσα στην κρίση- που οποιοσδήποτε δεν ξεκινά από την παραδοχή ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα διά παντός καταδικασμένη, είναι στην καλύτερη περίπτωση αιθεροβάμων και στη χειρότερη απατεώνας.
Πολλοί από τους συμπατριώτες μας αυτούς είναι μάλιστα φιλελεύθεροι. Για να υποστηρίξουν τον νιχιλισμό τους, φτάνουν να επικαλεστούν μέχρι και το περίφημο κεφάλαιο του Δρόμου προς τη δουλεία του Χάγιεκ που έχει τον εντυπωσιακό τίτλο “Γιατί οι χειρότεροι φτάνουν στην κορυφή”. Εκεί ο Χάγιεκ εξηγεί πως αν ένα πολιτικό σύστημα καθιστά μέσω των κανόνων και των παρακανόνων του επωφελή την προσοδοθηρία ή άλλες αντικοινωνικές συμπεριφορές, τότε αυτοί που θα αναδυθούν στην κορυφή θα είναι πιθανότατα οι πιο αδίστακτοι, αυτοί που έχουν τις λιγότερες ηθικές αναστολές, αυτοί που είναι διατεθειμένοι να κάνουν τα πάντα προκειμένου να κερδίσουν. Και όντως, αυτή η αφήγηση φαίνεται λίγο-πολύ να έχει απτή εφαρμογή στην περίπτωση της Ελλάδας.
Όμως η χρήση αυτού του κεφαλαίου του Χάγιεκ ως επιχείρημα υπέρ της παραίτησης και του νιχιλισμού είναι λάθος για τουλάχιστον τρεις σημαντικούς λόγους:
Ο πρώτος είναι ότι ο ίδιος ο Χάγιεκ δεν ήταν νιχιλιστής. Αντίθετα, όλο το έργο του διαπνέεται από τη βούλησή του να εμπνεύσει στους αναγνώστες του την ενεργή υποστήριξη των ιδεών της ελευθερίας.
Δεύτερον, η παραίτηση είναι εντέλει μια υπερβολικά εύκολη λύση. Ισχύει βεβαίως ότι δεν πρόκειται να χάσεις καμία μάχη που δεν θα δώσεις, όμως ομοίως δεν πρόκειται και να την κερδίσεις. Και οι φιλελεύθεροι δεν είμαστε μαθημένοι να παίζουμε εκ του ασφαλούς!
Τρίτον, το συμπέρασμα αυτό δεν στέκει ούτε εμπειρικά. Σήμερα το βράδυ το ΚΕΦίΜ απονέμει σε μια λαμπερή βραδιά τα Βραβεία Προμηθέας σε ανθρώπους που με τη ζωή και το έργο τους ενσαρκώνουν τις αξίες της ελευθερίας. Στο πλαίσιο αυτό, έχουμε την τιμή να φιλοξενούμε στην Ελλάδα τον Λέσεκ Μπαλτσερόβιτς, τον άνθρωπο που συνέβαλε καθοριστικά στη μετάβαση της Πολωνίας από τον κομμουνισμό στη δημοκρατία και την ελεύθερη αγορά.
Αξίζει να θυμόμαστε πως η Πολωνία, σε αντίθεση με την Ελλάδα, έζησε 70 χρόνια κομμουνισμό. Παρ' όλα αυτά, και με όλα τα προβλήματα που ακόμη και σήμερα αντιμετωπίζει, κατάφερε να κάνει μια σπουδαία μετάβαση. Και δεν είναι μόνο η Πολωνία: οι χώρες της Βαλτικής, η Βουλγαρία και η Ρουμανία, οι πρώην κομμουνιστικές χώρες της Κεντρικής Ευρώπης - κάποιες από τις οποίες είναι πλέον πλουσιότερες της Ελλάδας - αποδεικνύουν με τον πιο ακλόνητο τρόπο ότι η αλλαγή προς το καλύτερο είναι απολύτως εφικτή, ακόμη και στις πιο αντικειμενικά δύσκολες περιπτώσεις.
Σήμερα, οι Έλληνες έχουμε μπροστά μας μια τεράστια ευκαιρία: Τώρα που οι μύθοι έχουν καταπέσει με πάταγο, τώρα που ολοένα και περισσότεροι συμπατριώτες μας αυτοπροσδιορίζονται ως φιλελεύθεροι, ήρθε η ώρα να κάνουμε κι εμείς τη δική μας μετάβαση προς την ελευθερία.
Η μοιρολατρία δεν είναι καν μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία - είναι απλώς και μόνο μια τεχνική διαχείρισης του άγχους. Όσο όμως υπάρχουν άνθρωποι σαν τον Λέσεκ Μπαλτσερόβιτς, ζωντανοί θρύλοι που δείχνουν σε όλους μας με το παράδειγμα, τη ζωή και το έργο τους τον δρόμο προς την ελευθερία, η μοιρολατρία δεν αρμόζει στους φίλους της ελευθερίας.