Με την απόφαση «Παπαχελά κατά Ελλάδας», που εκδόθηκε πολύ πρόσφατα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) καταδίκασε το ελληνικό Κράτος για «έλλειψη δράσης» (inaction), δηλαδή για αδυναμία να εκτελέσει το συνταγματικό του ρόλο. Καταδίκασε επίσης, όχι για πρώτη φορά, ένα ολόκληρο σύστημα, που τείνει, παρά την παρανομία του, να γίνει τρόπος ζωής.
Τα γεγονότα, παρότι όχι χτεσινά, τα θυμόμαστε. Από τον Απρίλιο του 2016 ως τον Ιούλιο του 2019, δηλαδή κατά τα τρία τέταρτα της θητείας της προηγούμενης κυβέρνησης, πρόσωπα «αλληλέγγυα» σε άστεγους μετανάστες κατέλαβαν και χρησιμοποίησαν τις εγκαταστάσεις άδειου ξενοδοχείου στο κέντρο της Αθήνας, επανασυνδέοντας μάλιστα, με έξοδα της ιδιοκτήτριας, την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος. Η ιδιοκτήτρια πρώτα διαμαρτυρήθηκε, ύστερα προσπάθησε τουλάχιστον να μην πληρώνει για την παράνομη και υπέρ άλλων χρήση του ξενοδοχείου της και τελικά προσέφυγε στη Δικαιοσύνη.
Όπως αποφάνθηκε το ΕΔΔΑ, πολλές αιτιάσεις και προσφυγές είτε δεν κατέληξαν είτε δεν ακούστηκαν καν, ενώ η διαταγή εκκένωσης των παράνομα κατεχόμενων εγκαταστάσεων δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Το Ευρωπαϊκό δικαστήριο, που κινήθηκε αφού είχαν εξαντληθεί, χωρίς να οδηγήσουν πουθενά, τα ελληνικά ένδικα μέσα, αποφάνθηκε ότι, με τη στάση του, ή μάλλον τη μη στάση του, το ελληνικό Κράτος παραβίασε το προστατευόμενο και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και από το ελληνικό Σύνταγμα δικαίωμα ιδιοκτησίας. Δεν κατόρθωσε, δεν προσπάθησε καν, να βρει μια «δίκαια ισορροπία» ανάμεσα στο γενικό συμφέρον, που θα επέτασσε την ειρηνική επίλυση του προβλήματος, και το ατομικό δικαίωμα της ιδιοκτήτριας στην απόλαυση της περιουσίας της αλλά και στην προστασία της από το Κράτος.
Μη κάνοντας τίποτα από αυτά που όφειλε, το Κράτος δεν αποδείχθηκε μόνο ανενεργό. Η απάθεια του περιείχε εμπάθεια -κατά του «άκαρδου» ιδιοκτήτη που δεν άφησε αδιαμαρτύρητα να νέμονται άλλοι την περιουσία του για «καλό σκοπό» - και η ακινησία του συνεπαγόταν αδικία και φανέρωνε προκατάληψη. Το ευρωπαϊκό δικαστήριο δεν το λέει, αλλά εμείς το γνωρίζουμε: αυτά τα στοιχεία χαρακτήριζαν γενικώς το ελληνικό Δημόσιο και τον τρόπο άσκησης της εξουσίας εκείνη τη συγκεκριμένη εποχή.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ελλάδα καταδικάζεται για καίριες παραλείψεις στο πεδίο του Κράτους Δικαίου. Οι καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης, η παράβλεψη του τεκμηρίου αθωότητας, τα υπερβολικά προνόμια του Δημοσίου, η αγνόηση μειοψηφιών βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Η προχτεσινή απόφαση συμπυκνώνει με παραδειγματικό τρόπο την αδιαφορία για τη νομιμότητα στο όνομα μιας κακώς νοούμενης «αυτορρύθμισης» και μιας λανθασμένης στάθμισης δικαιωμάτων και προτεραιοτήτων. Είναι δημοκρατικός κόλαφος τα αυτονόητα που δεν είναι σε θέση να επιτελεί το ελληνικό κράτος να τα αναγνωρίζει, και να τα τιμωρεί, η κατά άλλα πιο μακρινή ευρωπαϊκή έννομη τάξη. Με την κυβερνητική αλλαγή και την απαλλαγή από πολλά ιδεολογήματα, δεν υπάρχει πια καμιά δικαιολογία για να μην καθαρίσουμε μόνοι μας τον οίκο μας.
*Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος και πρώην ευρωβουλευτής.