Πριν 40 ακριβώς χρόνια το ΚΚΕ, με το σύνθημα «Κουκουέ αλλαγή δεύτερη κατανομή» διεκδίκησε το 17% ώστε να γίνει ρυθμιστικός παράγοντας στις μετεκλογικές εξελίξεις. Όλες οι προεκλογικές δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι το ποσοστό αυτό απείχε από τις ρεαλιστικές επιδόσεις που θα μπορούσε να πετύχει το Κόμμα. Ακόμα και η κομματική εταιρεία δημοσκοπήσεων ΔΗΜΕΛ του έδινε ένα ποσοστό κοντά στο 11%. Έξαλλο το Πολιτικό Γραφείο προέτρεπε τους υπεύθυνους της εταιρείας να βγουν από τα κομματικά γραφεία και να πάνε να ρωτήσουν τον λαό «που άλλα λέει». Στις εκλογές του ‘81 το ΚΚΕ πήρε 10,97%.
Αυτή η ιστορία μου έρχεται στο μυαλό κάθε φορά που κόμματα που δεν ικανοποιούνται από τα αποτελέσματα των μετρήσεων ξιφουλκούν κατά των δημοσκόπων. Η θεωρία της συνωμοσίας φαινομενικά είναι μια διέξοδος για τις «πληττόμενες» ηγεσίες, δεν δίνει όμως λύση στο ουσιαστικό πρόβλημα που καλούνται να αντιμετωπίσουν και που δεν είναι άλλο από την απήχηση των πολιτικών θέσεων του κόμματός τους. Αντί να πάρουν υπ’ όψη τους τις μετρήσεις της κοινής γνώμης και να τις αξιοποιήσουν, ως χρήσιμο εργαλείο, στη χάραξη της πολιτικής τους προτιμούν να τις αποδώσουν σε κάποιους εχθρούς τους.
Τα αποτελέσματα των μετρήσεων που δημοσιοποίησε η Metron analysis δεν αποτέλεσαν ιδιαίτερη έκπληξη για όσους παρακολουθούν στοιχειωδώς τις δημοσκοπήσεις του τελευταίου ενάμιση χρόνου. Το καμπανάκι έχει χτυπήσει από καιρό. Σε όλες σχεδόν τις μετρήσεις, όλων των εταιρειών, οι ψηφοφόροι του ΚΙΝΑΛ συναγωνίζονται τους νεοδημοκράτες στο ποσοστό ικανοποίησης από την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική σε διάφορους τομείς. Η δημοφιλία του πρωθυπουργού δείχνει επίσης να κερδίζει υψηλά ποσοστά ανάμεσά τους.
Τι σημαίνει αυτό; Μια εύκολη εξήγηση είναι ότι οι όλοι, ανεξαίρετα, οι δημοσκόποι συνασπίστηκαν για να βλάψουν το ΚΙΝΑΛ. Μια άλλη, εξ ίσου εύκολη, είναι ότι ένα μεγάλο μέρος των πασοκτζήδων και των άλλων ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ πρόδωσαν συλλήβδην το κόμμα τους και τις αντιδεξιές αρχές τους. Η δύσκολη, για πολλούς δυστυχώς, απάντηση είναι ότι οι πολίτες που εξακολουθούν να στηρίζουν το Κίνημα Αλλαγής, όπως άλλωστε δηλώνουν στην πρόθεση ψήφου, δεν είναι ικανοποιημένοι από την αντιπολιτευτική γραμμή του κόμματός τους και ότι δεν επιθυμούν σε καμιά περίπτωση να επιστρέψουν σε άνυδρες περιόδους του παρελθόντος.
Ένα σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων δεν είναι, ευτυχώς, αιχμάλωτοι ενός πολιτικού πολέμου χωρίς αρχές. Είναι πολίτες που παίρνουν οι ίδιοι τις αποφάσεις για το μέλλον τους και πληρώνουν, πολλές φορές ακριβά, το τίμημα των επιλογών τους. Είναι πολίτες που στέλνουν έγκαιρα τα μηνύματά τους προς τους «ενδιαφερόμενους». Στους τελευταίους πέφτει το βάρος, και το πολιτικό κόστος, να σκεφτούν μήπως δεν φταίει ο γιαλός αλλά ο τρόπος που αρμενίζουν.
* Ο Γιάννης Μειμαρογλου είναι εκδότης του ηλεκτρονικού περιοδικού metarithmisi.gr