«Νομίζω πως όλοι οι συγγραφείς έχουν εμμονές. Χωρίς αυτές δεν θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε. Δική μου εμμονή είναι ο χρόνος· ο φυσικός χρόνος, ο ιστορικός χρόνος, ο αντικειμενικός και ο υποκειμενικός χρόνος και η αλληλοεπικοινωνία ή αλληλεπίδρασή τους, το παρελθόν σε σχέση με το παρόν, το αν είναι πράγματι ευθύγραμμος ή κυκλικός, όπως τον θέλουν οι παλιές κοινωνίες, και όλα τα θέματα και ερωτήματα που μπορούν να γεννηθούν γύρω από αυτό το γιγάντιο μέγεθος.
«Μια άλλη εμμονή μου, μορφολογική αυτή, είναι ο ρυθμός της γραφής· θέλω το κείμενό μου να ακούγεται μουσικά στo αυτί που αναγνώστη», θα πει στο Liberal για τις συγγραφικές εμμονές της η Μαρία Σκιαδαρέση.
Η Μαρία Σκιαδαρέση έχει δώσει σημαντικά δείγματα γραφής στο ιστορικό μυθιστόρημα. Τα μυθιστορήματα «Άτροπος ή Η ζωή και ο θάνατος της Βενετίας Δαπόντε», «Με το φεγγάρι στην πλάτη», το «Χάλκινο γένος», οι νουβέλες και τα διηγήματα «Κίτρινος χρόνος», «Όπως οι άπιστοι κι εμείς», «Και νεκρούς ανασταίνει», τα εφηβικά ιστορικά «Ρήγας Βελεστινλής», «Γιλάν η πριγκίπισσα των φιδιών», «Τα χρόνια της φωτιάς Κωνσταντίνος Κανάρης» φέρουν την υπογραφή της.
«Η δική μου τελετουργία έχει να κάνει με το πώς “θα μπώ μέσα” στον κόσμο που χτίζω κυρίως όταν πρόκειται για μυθιστόρημα. Κι αυτό μπορεί να συμβεί σε ανύποπτο χρόνο μέσα στη μέρα, σε ώρα που κάνω οποιαδήποτε δουλειά η οποία όμως με βοηθάει να συγκεντρωθώ. Αμέσως σταματώ ό,τι κάνω και κλείνομαι στο γραφείο.» Θα μας αποκαλύψει μιλώντας για την τελετουργία της συγγραφής. Και θα μιλήσει για όλα: ιστορίες, ήρωες, αγάπες και δάνεια, όλα όσα αφορούν όσα έχει γράψει και όσα θα γράψει. Και για το μυθιστόρημα που γράφει αυτό την εποχή θα μας πει. Ένα μυθιστόρημα σύγχρονο, παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον και οι δικοί μας καιροί.
Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα
- Κυρία Σκιαδαρέση, υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;
Η δική μου τελετουργία έχει να κάνει με το πώς «θα μπώ μέσα» στον κόσμο που χτίζω κυρίως όταν πρόκειται για μυθιστόρημα. Κι αυτό μπορεί να συμβεί σε ανύποπτο χρόνο μέσα στη μέρα, σε ώρα που κάνω οποιαδήποτε δουλειά η οποία όμως με βοηθάει να συγκεντρωθώ. Αμέσως σταματώ ό,τι κάνω και κλείνομαι στο γραφείο. Για να γράψω, ειδικά όταν δουλεύω μυθιστόρημα, χρειάζομαι απόλυτη ησυχία. Πάντα εργάζομαι στα δυο γραφεία μου, μόνο, στην Αθήνα και στο χωριό, δεν μπορώ πουθενά αλλού, σε άλλο χώρο ή άλλο τραπέζι.
- Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;
Το ξεκίνημα έχει μεγάλη σημασία. Έτσι και η πρώτη φράση, αυτή που εγκαινιάζει την άδεια οθόνη (ή το λευκό χαρτί) είναι η αρχή του παντός. Το τέλος το ξέρω μόνο στα διηγήματα, που γράφονται στοχεύοντας συνήθως στην τελευταία παράγραφο. Στο μυθιστόρημα το τέλος είναι παντελώς άγνωστο, δεν με απασχολεί καν σε όλη τη διάρκεια της γραφής. Έρχεται ως κατακλείδα, και για μένα, του όλου έργου. Πάντα φτιάχνω πλάνο για να έχω τη χαρά να το καταστρατηγήσω στην πορεία και συχνά να το απορρίψω εντελώς αν το ίδιο το έργο με οδηγεί σε άλλα μονοπάτια. Η γραφή του μυθιστορήματος θυμίζει ένα περιπετειώδες ταξίδι· ξεκινάς και ανάλογα με τις ατραπούς και τις λεωφόρους που περπατάς, ανάλογα με τα πατήματα που χαράζεις, ορίζεται και η περαιτέρω πορεία σου.
- Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;
Το «Χάλκινο Γένος». Νομίζω πως το έχω ξαναπεί, πάντως όσον καιρό έγραφα αυτό το μυθιστόρημα ένιωθα πάρα πολύ κοντά μου, σχεδόν δίπλα μου, τους χαρακτήρες. Ολοκληρωνόμενοι, αποκτούσαν ο καθένας στα μάτια μου τέτοια ενάργεια που, σχεδόν μεταφυσικά, ένιωθα πως επικοινωνώ μαζί τους. Γι’ αυτό και όταν το μυθιστόρημα τελείωσε αισθανόμουν για καιρό ένα κενό σαν να έφυγαν αγαπημένοι φίλοι από το σπίτι.
- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;
Νομίζω πως όλοι οι συγγραφείς έχουν εμμονές. Χωρίς αυτές δεν θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε. Δική μου εμμονή είναι ο χρόνος· ο φυσικός χρόνος, ο ιστορικός χρόνος, ο αντικειμενικός και ο υποκειμενικός χρόνος και η αλληλοεπικοινωνία ή αλληλεπίδρασή τους, το παρελθόν σε σχέση με το παρόν, το αν είναι πράγματι ευθύγραμμος ή κυκλικός, όπως τον θέλουν οι παλιές κοινωνίες, και όλα τα θέματα και ερωτήματα που μπορούν να γεννηθούν γύρω από αυτό το γιγάντιο μέγεθος.
Μια άλλη εμμονή μου, μορφολογική αυτή, είναι ο ρυθμός της γραφής· θέλω το κείμενό μου να ακούγεται μουσικά στo αυτί που αναγνώστη.
- Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;
Οτιδήποτε μπορεί να συγκινήσει πρωτίστως εμένα. Να μου κάνει αυτό που λέμε κλικ. Και φυσικά μπορεί να είναι ένα γεγονός πολύ σύνηθες, καθημερινό, αδιάφορο για τους πολλούς, σαν ένα φυτό, πολύ μικρό, απαρατήρητο απ’ τα μάτια των περισσότερων ανθρώπων που περνούν δίπλα του, αλλά ένας βοτανολόγος μπορεί να το θεωρήσει σπουδαίο εύρημα παρατηρώντας το, να το μελετήσει διεξοδικά και να το αναδείξει.
- Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;
Θα απαντήσω όπως και παραπάνω· οποιοσδήποτε, αρκεί να θεωρήσω πως έχει ενδιαφέρον. Ξέρετε, ο κόσμος συχνά νομίζει ότι οι συγγραφείς έχουν στο μυαλό τους κάποιον συγκεκριμένο άνθρωπο και γράφουν γι’ αυτόν. Ο ήρωας όμως είναι ένα κατασκευσμένο πρόσωπο, ακόμα και όταν στους αναγνώστες θυμίζει κάποιον. Περιγράφοντας ένα χαρακτήρα δε σημαίνει ότι προϋπάρχει, ότι κάποιο πραγματικό πρόσωπο με συγκίνησε και το μετέφερα σε έργο μου, με λίγες ή πολλές αποκλίσεις. Εκτός αν πρόκειται για μυθιστορηματική βιογραφία.
Ο ήρωας είναι ένα σύνολο από χαρακτηριστικά ανθρώπων, περισσότερων του ενός, σε συνδυασμό με καθαρά εμπνευσμένα στοιχεία με τα οποία διανθίζεται το όλο κατασκεύασμα ώστε να πείσει ως χαρακτήρας. Δεν μου έχει τύχει ως τώρα να φτιάξω ήρωα από κάποιον συγκεκριμένο άνθρωπο, αλλά σίγουρα έχω συνθέσει στοιχεία διαφόρων ανθρώπων σε έναν ήρωα ή μια ηρωίδα.
- Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;
Ο Ορέστης στο μυθιστόρημά μου «Με το φεγγάρι στην πλάτη» που στηρίχτηκε σε δική μου εμπειρία με φίλο που μου έκανε φορτικό φλερτ επί χρόνια και κάποια στιγμή έμαθα πως ήταν gay. Έτσι ξεπήδησε ένας αμφιφυλόφιλος ήρωας, που ναι μεν δεν είχε καμία σχέση με αυτόν που με ενέπνευσε, αλλά η χρόνια συναναστροφή μαζί του με οδήγησε σε μια εις βάθος «ψυχανάλυση» του ήρωα που έπλασα, με αποτέλεσμα να βγει ένας ιδιαίτερα πειστικός χαρακτήρας που συζητήθηκε.
- Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;
Δε με εντυπωσίασε απλώς, με συγκλόνισε! Στα έντεκά μου χρόνια, άπλωσα το χέρι και πήρα από την βιβλιοθήκη του σπιτιού το βιβλίο «Αλλόκοτες Ιστορίες» του Ε. Α. Πόε σε μετάφραση του Κοσμά Πολίτη. Διαβάζοντάς τις ένιωσα τέτοιο τρόμο, κυρίως με τον «Μαύρο γάτο», που για μερικά βράδια δεν κοιμήθηκα καθόλου, νόμιζα πως άκουγα νιουρίσματα μέσα από τον τοίχο.
Ξέρετε τότε, την εποχή που ήμουν εγώ παιδί, δεν διαβάζαμε μόνο παιδικά βιβλία, διαβάζαμε τα πάντα. Έτσι έπεσα κι εγώ πολύ μικρή πάνω στον Πόε τον οποίο βέβαια αργότερα λάτρεψα. Στην εφηβεία μου διάβασα όσα βιβλία του έπεσαν στα χέρια μου και κατόπιν, στα φοιτητικά μου χρόνια, διάβασα τα άπαντά του, πεζά και ποιήματα. Ακόμα και τις επιστολές του, μέσα από τις οποίες γνώρισα τον ίδιο τον δημιουργό.
- Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;
Είναι τόσα αυτά που με επηρέασαν που χρειάζονται μέρες να τα απαριθμήσω. Πολλά διαβάσματα μας επηρεάζουν, ακόμα και σκόρπιες φράσεις από βιβλία. Πάντως θυμάμαι ότι, αφού διάβασα «Το σπίτι με τα εφτά αετώματα» του Χώθορν, άρχισα να σκέφτομαι σοβαρά να γράψω κάποτε ένα μυθιστόρημα, αν και αυτό ήρθε πολύ αργότερα μιας και, σ’ όλη την εποχή της νιότης μου, τον χειμώνα δίδασκα, το καλοκαίρι δούλευα στην ανασκαφή και, επί κάποια χρόνια, ετοίμαζα και διατριβή. Φαίνεται γι’ αυτό, με το που βρήκα ευκαιρία να ασχοληθώ με την πεζογραφία, έπεσα κατευθείαν στα βαθιά με την «Άτροπο», το πρώτο μου μυθιστόρημα αλλά και το πρώτο έργο που έγραψα. Αργότερα δούλεψα τη μικρή φόρμα που πολύ την αγαπώ και ως αναγνώστης.
- Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;
Οι περισσότεροι Γάλλοι του 19ου αιώνα και ιδιαιτέρως ο Μωπασάν. Επίσης ο Ντίκενς, ο Χώθορν, ο Πόε, ο Βιζυηνός, ο Σολωμός, ο Καβάφης και ο Εμπειρίκος, ο Κάφκα, ο Πεσσόα, ο Μπόρχες και ο Φίλιπ Ροθ.
- Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;
Θέλω σιωπή και απομόνωση. Και όσον καιρό γράφω μυθιστόρημα δεν μπορώ να διαβάσω λογοτεχνία, με βγάζει από τον κόσμο που πλάθω. Διαβάζω μόνο βιβλία που σχετίζονται με την έρευνά μου γι’ αυτό που γράφω.
- Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;
Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι αυτόν τον καιρό δουλεύω ένα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται στο σήμερα, δεν είναι εποχής.