Η πρόσφατη πυρκαγιά στη Μόρια, έφερε μπροστά στα μάτια όλων μας τις πλήρεις διαστάσεις του μεταναστευτικού προβλήματος.
Χωρίς αμφιβολία, πρώτη προτεραιότητα σχετικά με τη Μόρια σήμερα είναι η – ήδη εν εξελίξει- αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής διάστασης του προβλήματος. Η πατρίδα μας δεν μπορεί να επιτρέψει τη μαζική εξαθλίωση ανθρώπων στο έδαφός της. Ταυτόχρονα, επιβάλλεται οι διωκτικές αρχές να κινηθούν τάχιστα για την αποκάλυψη των ενόχων για αξιόποινες πράξεις, και την τιμωρία τους όπως ο νόμος προβλέπει.
Στη συνέχεια όμως πρέπει να προχωρήσουμε στο σχεδιασμό της επόμενης μέρας στο μεταναστευτικό γενικότερα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα τελευταία δεδομένα.
Καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε δυο πτυχές του μεταναστευτικού προβλήματος ταυτόχρονα: Πρώτον, την αντικειμενική δυσκολία διαχείρισης του πολύ μεγάλου αριθμού των μεταναστών. Παρά την ουσιαστική επιτάχυνση των διαδικασιών εξέτασης αιτήσεων ασύλου, παρά τη δραστική μείωση των εισροών λόγω της αυστηρότερης επιτήρησης στα θαλάσσια και χερσαία μας σύνορα, τα αντικειμενικά μεγέθη είναι τέτοια που δεν επιτρέπουν εφησυχασμό. Η δυσκολία στη διεκπεραίωση των αιτήσεων ασύλου λόγω του μεγάλου τους αριθμού, συνοδεύεται στο επόμενο στάδιο σε πολλές περιπτώσεις από πρακτική αδυναμία εντοπισμού αυτών των οποίων η αίτηση έχει απορριφθεί.
Δεύτερον, και ίσως κυριότερο, καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε την αναπόφευκτη διασύνδεση του μεταναστευτικού με την αυξανόμενη επιθετικότητα της Τουρκίας.
Η Τουρκία είναι μια χώρα που απειλεί την κυριαρχία και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, ενώ ταυτόχρονα εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό, όπως είδαμε στην κρίση του Έβρου το Φεβρουάριο και το Μάρτιο του 2020. Η Τουρκία εργαλειοποιεί ακόμη και τον ισλαμικό φονταμενταλισμό για να επιτύχει τους γεωπολιτικούς της στόχους, όπως δείχνει η χρησιμοποίηση μαχητών του Ισλαμικού Κράτους ως μισθοφόρων στη Λιβύη.
Με αυτά τα δεδομένα, υποθέτω ότι δε χρειάζεται να αναλυθεί εξαντλητικά πώς μπορεί σε μια κρίση η Τουρκία να αξιοποιήσει για τους δικούς της στόχους χιλιάδες μετανάστες που θα βρίσκονται στοιβαγμένοι κυριολεκτικά σε υπερφορτωμένες δομές σε νησιά μας λίγα μίλια από τις μικρασιατικές ακτές. Ο καθένας καταλαβαίνει τί κινδύνους εγκυμονεί αυτή η πραγματικότητα για την εθνική μας ασφάλεια.
Μια πολιτική που θα απαντήσει και στις δυο πτυχές του προβλήματος ταυτόχρονα, είναι η δημιουργία κλειστών κέντρων υποδοχής μεταναστών σε ακατοίκητα νησιά, μακριά από τα σύνορα, και μακριά από τις ακτές της ενδοχώρας. Με υποδομές στέγασης που θα διασφαλίζουν αξιοπρεπή διαβίωση των μεταναστών, αλλά και του προσωπικού των αρμοδίων υπηρεσιών που θα υπηρετεί κατά διαστήματα εκεί. Με κανόνες λειτουργίας που θα προστατεύουν πλήρως τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις σχετικές διεθνείς συμβάσεις. Μετά την έκδοση των αποφάσεων, όσοι δικαιούνται άσυλο θα μεταφέρονται στην ενδοχώρα και όσοι δε δικαιούνται θα μπαίνουν στη διαδικασία της αποχώρησης. Δεν είναι μια πρόταση που ακούγεται πρώτη φορά, ούτε βέβαια ο γράφων είχε πρώτος την ιδέα. Είναι άλλωστε μέρος του γνωστού Αυστραλιανού μοντέλου διαχείρισης του μεταναστευτικού.
Προφανώς μια τέτοια λύση δεν εφαρμόζεται από τη μια στιγμή στην άλλη. Απαιτεί σχεδιασμό και χρηματοδότηση.
Η ως τώρα διαχείριση του μεταναστευτικού από την κυβέρνηση είναι επιτυχής. Είναι ζωντανή στη μνήμη μας η επιτυχής αντιμετώπιση της προσπάθειας εισβολής παράνομων μεταναστών στον Έβρο. Είναι μπροστά στα μάτια μας η ηρωική προσπάθεια του Λιμενικού στο Αιγαίο, η οποία οδήγησε σε μείωση των μεταναστευτικών ροών το φετινό καλοκαίρι έναντι του 2019 κατά 89%! Η μείωση των ροών, σε συνδυασμό με την επιτάχυνση των επιστροφών, οδήγησε για πρώτη φορά το τελευταίο τρίμηνο σε αρνητικό ισοζύγιο ροών (περισσότερες αποχωρήσεις από αφίξεις). Η επόμενη μέρα όμως είναι ήδη εδώ, και εμείς πρέπει να κάνουμε το πρώτο βήμα προσαρμογής στις νέες συνθήκες.
Διατύπωσα την πρόταση αυτή στα μέσα της κοινωνικής δικτύωσης και όπως ήταν αναμενόμενο αντιμετωπίσθηκε από την Αριστερά με κραυγές και όχι με ορθολογικό αντίλογο. Διαστρεβλώθηκε μάλιστα έτσι ώστε να παρουσιάζεται ως πρόταση «εγκατάλειψης των προσφύγων στα ξερονήσια». (Ενώ προφανώς δεν αφορά τους αναγνωρισμένους ως πρόσφυγες, ούτε όπως ανέλυσα παραπάνω προτείνεται «εγκατάλειψη», αλλά προσωρινή στέγαση σε υποδομές που θα διαμορφωθούν κατάλληλα).
Για δεκαετίες στην πατρίδα μας η Αριστερά βαφτίζει «ακροδεξιά ρητορική» οποιαδήποτε αναφορά στην πατρίδα, στην εθνική ασφάλεια, στην εθνική ταυτότητα.
Δεν μπορεί αυτός ο ιδιότυπος ιδεολογικός εκφοβισμός της πλειοψηφίας να γίνεται ακόμη δεκτός. Δεν είναι δυνατόν να χαρίσουμε τον πατριωτισμό στην ακροδεξιά και στους «ψεκασμένους» παλαιάς και νέας κοπής, συνεταίρους ή μη της Αριστεράς! Ο πατριωτισμός είναι αίσθημα της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων, που είναι ταυτόχρονα και δημοκράτες και ορθολογικοί.
Οι δε ατυχείς συσχετισμοί με τη Μακρόνησο και τα «ξερονήσια», μόνο τη μειοψηφία των ανθρώπων που ζουν ακόμη με τα φαντάσματα του Εμφυλίου μπορεί να αφορούν!
* Ο Μανούσος Βολουδάκης είναι βουλευτής της ΝΔ στα Χανιά