Της Νίκης Κ. Κεραμέως
Η νέα νομοθετική πρωτοβουλία του υπουργείου Παιδείας για την Ανώτατη Εκπαίδευση σηματοδοτεί την ολική επαναφορά σε ένα παρωχημένο και περιχαρακωμένο εκπαιδευτικό πρότυπο που αναιρεί την αναπτυξιακή προοπτική των Ιδρυμάτων.
Το σχέδιο νόμου, μεταξύ άλλων:
- επαναφέρει μία άκρως επικίνδυνη αντίληψη για το ακαδημαϊκό άσυλο, περιπλέκοντας έτι περαιτέρω τη διαδικασία επέμβασης των δημόσιων δυνάμεων για την αντιμετώπιση παραβατικών συμπεριφορών,
- πλήττει την αυτονομία και το αυτοδιοίκητο των Ιδρυμάτων, ανάμεσα σε άλλα με τη θεσμοθέτηση νέας υπερκείμενης δομής των Ιδρυμάτων που εκθέτει τα Ιδρύματα σε πολιτικές-κομματικές σκοπιμότητες,
- αποψιλώνει από αρμοδιότητες την Ανεξάρτητη Αρχή για την αξιολόγηση και τη διασφάλιση ποιότητας στα Ιδρύματα, με άμεσο κίνδυνο την αποκοπή των ελληνικών Ιδρυμάτων από τον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Χώρο Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας,
- εισάγει ένα ασφυκτικό, υπέρμετρα περιοριστικό και γραφειοκρατικό πλαίσιο για τα μεταπτυχιακά, το οποίο ακυρώνει την αναπτυξιακή τους προοπτική και τα καταδικάζει σε παρακμή, αν όχι σε αφανισμό,
- καταδικάζει την Ανώτατη Εκπαίδευση σε μία θλιβερή εσωστρέφεια, θέτοντας εμπόδια στη δημιουργία ξενόγλωσσων προγραμμάτων αλλά και στην εισροή αλλόγλωσσων φοιτητών.
Σε μια εποχή που οι εξελίξεις στον τομέα της εκπαίδευσης και της καινοτομίας διεθνώς τρέχουν με ασθματικό ρυθμό, εμείς πειραματιζόμαστε στην… κρυογονική, με την ελπίδα ότι στο μακρινό μέλλον θα επιτευχθεί με μαγικό τρόπο η πλήρης υγεία και μακροημέρευση μέσω αναζωογόνησης. Πάντα δέσμιοι της αδαημοσύνης και των ιδεοληπτικών μας αγκυλώσεων.
Αποκαλυπτικές ως προς αυτό είναι οι προωθούμενες ρυθμίσεις του νομοσχεδίου για τα προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών και τη δυνατότητα δημιουργίας ξενόγλωσσων προγραμμάτων. Υπέρμετρα περιοριστικές ρυθμίσεις παντός τύπου που καταλαμβάνουν ζητήματα αμοιβών και παροχής διδακτικού έργου, γραφειοκρατικά προσκόμματα που αυξάνουν σημαντικά το διαχειριστικό κόστος, αλλά και υπερ-συγκέντρωση αρμοδιοτήτων στο πρόσωπο του Υπουργού που αντιστρατεύεται λογικές αυτονομίας και διαφοροποίησης, θα οδηγήσουν αναπόδραστα μεταπτυχιακά προγράμματα σε μαρασμό, αν όχι σε κλείσιμο. Αργά ή γρήγορα, το έμψυχο δυναμικό τους, οι καταρτισμένοι επιστήμονες που, υπό αντίξοες συνθήκες, προσφέρουν εξειδικευμένες γνώσεις στα νέα παιδιά, θα εγκαταλείψουν την προσπάθεια και θα αναζητήσουν ακαδημαϊκή στέγη αλλού, εκεί όπου θα μπορέσουν να φέρουν εις πέρας την αποστολή τους με αξιοπρέπεια.
Ούτε λόγος, βέβαια, για τη θεσμική κατοχύρωση των διακρατικών μεταπτυχιακών προγραμμάτων, τα οποία θα μπορούσαν να συνδέσουν τα Ιδρύματα με το ευρωπαϊκό πλαίσιο έρευνας και ανάπτυξης. Αντιθέτως, οι σκοπούμενες ρυθμίσεις δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο τη δημιουργία ξενόγλωσσων προγραμμάτων, αλλά και την ίδια την πρόσβαση αλλόγλωσσων φοιτητών σε μεταπτυχιακά προγράμματα. Για παράδειγμα, προπτυχιακά προγράμματα για αλλόγλωσσους φοιτητές θα υλοποιούνται μέσω ενός και μόνο Ιδρύματος, του Διεθνούς Πανεπιστημίου, ενώ για να μπορέσει απλά να φοιτήσει σε ένα μεταπτυχιακό στην Ελλάδα κάποιος αλλόγλωσσος φοιτητής, θα πρέπει πρώτα να αναγνωριστεί το πρώτο του πτυχίο μέσα από χρονοβόρες και γραφειοκρατικές διαδικασίες που ακολουθούνται πρωτίστως για την αναγνώριση τίτλων για εργασία στο ελληνικό δημόσιο. Γιατί άραγε ο ενδιαφερόμενος φοιτητής να επιλέξει την Ελλάδα για τις μεταπτυχιακές του σπουδές, όταν θα χάσει τουλάχιστον μια χρονιά μέχρι να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες αναγνώρισης του πτυχίου του και να μπορέσει να φοιτήσει στο ελληνικό πανεπιστήμιο;
Η Ανώτατη Εκπαίδευση θα μπορούσε να είναι κεντρικός πυλώνας της αναπτυξιακής μας πολιτικής, και τα Ιδρύματα να διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στο διεθνές ανταγωνιστικό περιβάλλον. Στον αντίποδα, οι προωθούμενες ρυθμίσεις εγκλωβίζουν τις παραγωγικές δυνάμεις της εγχώριας Ανώτατης Εκπαίδευσης σε περίκλειστη εσωστρέφεια και αδράνεια. Και κάπως έτσι, ελλείψει συνεκτικής αναπτυξιακής πολιτικής για την εκπαίδευση και εξανεμίζοντας κάθε θεσμικό κίνητρο για το διδακτικό προσωπικό, τους νέους επιστήμονες και ενδιαφερόμενους φοιτητές, επιχειρείται η ψήφιση ενός ακόμη νομοσχεδίου – στα χνάρια αντίστοιχων αποτυχημένων πρωτοβουλιών των τελευταίων 2,5 χρόνων διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ – που ενισχύει τελικά το brain drain.
Η αναστροφή του κλίματος απαιτεί γενναία βήματα μπροστά, ώστε η Ελλάδα να αναδειχθεί σε περιφερειακό κέντρο Ανώτατης Εκπαίδευσης. Ενισχύοντας την αυτονομία και εξωστρέφεια των Ιδρυμάτων, αξιοποιώντας το καταρτισμένο ακαδημαϊκό προσωπικό τους, αλλά και ενεργοποιώντας τη σημαντική ακαδημαϊκή διασπορά, και θέτοντας, παράλληλα, ως εθνικό στόχο τόσο την προσέλκυση αλλόγλωσσων φοιτητών, όσο και τη σταδιακή επιστροφή του, σχεδόν, μισού εκατομμυρίου υψηλά προσοντούχων νέων, οι οποίοι έχουν φύγει από τη χώρα την τελευταία οκταετία προς αναζήτηση καλύτερης πορείας. Με το μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας σε οικονομία γνώσης θα μπορέσουμε να προσελκύσουμε επενδύσεις που θα προσφέρουν στα παιδιά μας ένα αξιοπρεπές μέλλον. Αν, δε, η ακαδημαϊκή αναβάθμιση συνδυαστεί με σταδιακή βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, τότε τα οφέλη μεσο – μακροπρόθεσμα, με όρους αύξησης του ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ, μπορεί να είναι εντυπωσιακά. Σε αυτή την Ελλάδα, θα έχουν πολλούς λόγους και κίνητρα να επιστρέψουν, να σπουδάσουν, να εργαστούν, να επενδύσουν, να δημιουργήσουν, πολλοί νέοι άνθρωποι, αυτοί που έφυγαν, αλλά και αυτοί που θα έρθουν.
* Η κα Νίκης Κ. Κεραμέως είναι βουλευτής Επικρατείας, τομεάρχης Παιδείας, Έρευνας & Θρησκευμάτων της ΝΔ, και δικηγόρος
Φωτογραφία SOOC