Του Γιάννη Παντελάκη
Εδώ και λίγες ημέρες και με αφορμή την αύξηση των εισιτηρίων στις αστικές συγκοινωνίες (από 1,20 σε 1,40 ευρώ), διακινείται στο διαδίκτυο ένα βίντεο από το παρελθόν. Όχι το τόσο μακρινό παρελθόν. Ο Τσίπρας, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αγορεύει από τα βουλευτικά έδρανα, έχοντας πλάι του τον Λαφαζάνη και τον Δρίτσα. Ο λόγος του καταγγελτικός. Επισημαίνει πως με εισιτήριο 1.40 ευρώ, οι εργαζόμενοι των 700 ευρώ χρειάζονται ένα μηνιάτικο τον χρόνο για να μετακινούνται προς και από τις δουλειές τους. Η ικανοποίηση στα πρόσωπα των Λαφαζάνη - Δρίτσα από την ομιλία του αρχηγού τους είναι φανερή.
Σ'' αυτό το μικρό βίντεο των λίγων δευτερολέπτων, βλέπει κάποιος σε μια μικρή εικόνα αυτό που συμβαίνει σήμερα στη χώρα. Αν δούμε και τη μεγάλη εικόνα, θα έχουμε κατανοήσει σε μεγάλο βαθμό γιατί συμβαίνει ο,τι συμβαίνει. Η καταγγελία Τσίπρα τότε δεν έχει πολλά λάθη. Ίσως το ετήσιο ποσό για το κόστος των εισιτηρίων να είναι λίγο μικρότερο από ένα ετήσιο μισθό των 700 ευρώ, αλλά επί της ουσίας έχει δίκιο. Το κόστος μεταφοράς των ιδιαίτερα κακά αμοιβόμενων εργαζομένων είναι μεγάλο. Ωστόσο, το δίκιο αυτό έχει χαθεί. Για πολλούς λόγους.
Γιατί σήμερα η κυβέρνησή του αύξησε πάλι το εισιτήριο όσο το είχε αυξήσει η προηγούμενη. Εκείνη ήταν ανάλγητη και φιλελεύθερη (έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ), η σημερινή; Γιατί η αύξηση οφείλεται στην αύξηση του ΦΠΑ, που έχει τις αιτίες της στις διαπραγματεύσεις που ο ίδιος έκανε με τους δανειστές. Γιατί για πολλά χρόνια εκπαίδευε ένα κομμάτι της κοινωνίας με τη λογική του «δεν πληρώνω», η οποία συνεχίζει να υπάρχει και τώρα να λειτουργεί ως μπούμερανγκ σε αυτούς που την υποδαύλιζαν. Γιατί, δεν αποτέλεσε ποτέ προτεραιότητα η στήριξη των οικονομικά αδύνατων (όπως οι μετακινούμενοι με ΜΜΜ εργαζόμενοι των 600 ή 700 ευρώ), αλλά οι συντεχνίες από τις οποίες προσδοκούν ψηφοθηρικά οφέλη και στήριξη. Γιατί, οι συναισθηματικού χαρακτήρα προσεγγίσεις και ερμηνείες του παρελθόντος με όρους μίσους και οργής αφήνουν βαθιά στίγματα, με τα οποία ερμηνεύουν αυτοί τους οποίους διαπαιδαγωγούσες τότε τις σημερινές δικές σου ενέργειες.
Η μικρή εικόνα στην οποία αναφερθήκαμε, όμως, έχει και δυο ακόμα λεπτομέρειες για να συμπληρωθεί. Τα δυο πρόσωπα που βρισκόταν πλάι του, τότε που ο Τσίπρας έκανε τις οργισμένες καταγγελίες. Ο ένας (Λαφαζάνης) συνεπής ως προς τις καταγγελίες αυτές (και φυσικά όχι μόνο αυτές) προτίμησε έναν διαφορετικό δρόμο, διαχώρισε τη θέση του και σήμερα δεν αναγκάζεται να νοιώθει ντροπή για όσα συμβαίνουν. Ο άλλος (Δρίτσας) δείχνει μια στάση που σε κάνει τουλάχιστον ν'' απορείς όπως δείχνει το παράδειγμα του ΟΛΠ. Παρέμεινε στον ΣΥΡΙΖΑ, δέχτηκε να είναι πάλι υπουργός και παρ'' ότι ανακοινώθηκε η πώληση του ΟΛΠ (με τον πιο επίσημο τρόπο και με ακριβείς λεπτομέρειες του τιμήματος), δίνει συνεντεύξεις λέγοντας πως «η κυβέρνηση δεν σκοπεύει να ξεπουλήσει το λιμάνι!» (Αυγή 31/1/2016).
Αν αυτή η εικόνα μεγενθυνθεί και σ'' αυτήν προστεθούν διάφορα ακόμα πρόσωπα και περιστατικά που βλέπουν καθημερινά το φως της δημοσιότητας (π.χ. καταγγελίες Βούτση για Κωνσταντοπούλου και το αντίστροφο), εύκολα θα κατανοήσει κάποιος τι συμβαίνει στη χώρα σήμερα. Μια κυβέρνηση παγιδευμένη στην ίδια τη στρατηγική που ακολούθησε τα προηγούμενα χρόνια, πρόσωπα που αρνούμενα να αποχωριστούν τις θέσεις εξουσίας ισχυρίζονται πράγματα που ξεπερνούν κάθε φαντασία και ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας που είχε υιοθετήσει ο,τι άκουγε, να είναι σήμερα αμήχανο, οργισμένο και εκπαιδευμένο να αντιδρά με το συναίσθημα και όχι τη λογική.