Του Γιάννη Παντελάκη
Κατά κοινή σχεδόν ομολογία, αν μια οποιαδήποτε κυβέρνηση με μια σύνθεση από τα παλαιά κόμματα πολιτευόταν όπως η σημερινή, θα είχαν ξεσηκωθεί και οι πέτρες.
Ας αρκεστούμε στα τρέχοντα. Καθημερινά σχεδόν αποκαλύπτονται και μερικοί διορισμοί συγγενών ή πολιτικών φίλων κυβερνητικών στελεχών. Ένας υπουργός καταθέτει νομοθετική ρύθμιση για τις αγροτικές αποζημιώσεις, αλλά παράλληλα δηλώνει πως δεν θα εφαρμοστεί. Η ανικανότητα στη διαχείριση του μεγάλου προσφυγικού ζητήματος είναι κάτι παραπάνω από εμφανής, ενώ συνοδεύεται από επικίνδυνες παρενέργειες, όπως η συζήτηση για έξοδο από τη Σένγκεν. Ετοιμάζονται μεγάλες περικοπές στις ήδη ψαλιδισμένες συντάξεις. Ένας κυβερνητικός βουλευτής κατηγορεί το ίδιο το Μαξίμου ότι διογκώνει τις συζητήσεις για οικουμενικά σχήματα. Οι τράπεζες χάνουν την αξία τους μέσα σ'' ελάχιστο χρόνο.
Και αυτά είναι μόνο λίγα. Ειδήσεις μερικών μόνο ωρών. Όσα συμβαίνουν και έχουν αρνητικό πρόσημο για την κυβέρνηση είναι πολλά. Και κυριαρχούν. Όπως κυριαρχεί και η απόλυτη απαισιοδοξία συνοδευόμενη από την απουσία προοπτικής. Παρ'' όλα αυτά, καμία... πέτρα δεν έχει ξεσηκωθεί. Οι κινητοποιήσεις που οργανώνονται από κορυφαίες συνδικαλιστικές οργανώσεις συγκεντρώνουν κόσμο δυσανάλογα μικρό σε σχέση με αυτά που συμβαίνουν και τα δικαιώματα που χάνονται. Οι οργανωμένες αντιδράσεις είναι περιορισμένες. Και αν δεν υπήρχε και αυτή η εύθραυστη κυβερνητική πλειοψηφία των 153 εδρών, θα έμοιαζε με μια κυβέρνηση που παίρνει τα πιο σκληρά μέτρα με τον πιο ανέμελο τρόπο.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Μια πρώτη απάντηση αφορά στο συνολικό έλλειμμα αξιοπιστίας των πολιτικών σχηματισμών. Το δεύτερο κόμμα εξουσίας (ακούγεται ειρωνικό να αποκαλείται κόμμα εξουσίας, ένας σχηματισμός με ποσοστά επιρροής 14,9% - Kapa Research), με την αδυναμία του να εκλέξει αρχηγό-μια κορυφαία δηλαδή κομματική επιλογή- απλά επιβεβαιώνει την απόλυτη παρακμή του. Η οποία, άλλωστε, φαίνεται και από τα πρόσωπα και τον τρόπο με τον οποίο αυτά διεκδικούν αυτήν τη θέση.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Η Ν.Δ., ένα βαθιά γερασμένο κόμμα, χρεώνεται, και όχι άδικα, πολλές από τις αιτίες που μας έφεραν ως εδώ. Κυβέρνησε πολλά χρόνια και άφησε πολλά σκουπίδια κάτω από το χαλί. Γιατί (για παράδειγμα) να κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στον μέσο πολίτη ο διορισμός από μια σημερινή υπουργό δυο συγγενικών της προσώπων; Η Ν.Δ. έχει παρελθόν σ αυτές τις λογικές, τις εφάρμοσε για χρόνια. Είναι εθισμένη η κοινωνία σ'' αυτές τις παρακμιακές τακτικές. Οι μισοί πολίτες αποδέκτες μιας σχετικής είδησης για ρουσφετολογικούς διορισμούς αναρωτιούνται σκωπτικά «και οι άλλοι τα ίδια δεν έκαναν;». Και ενδεχομένως κάνουν προσπάθειες προσέγγισης της νέας εξουσίας ώστε να γευτούν κι αυτοί από το μέλι. Και οι άλλοι μισοί μάλλον γυρίζουν αηδιασμένοι την πλάτη εκφράζοντας μια γενικευμένη απογοήτευση.
Τις ίδιες αμαρτίες, χρεώνεται και το ΠΑΣΟΚ. Το οποίο, άλλωστε, έχει υποστεί ήδη το σχετικό κόστος. Δεν είναι πια κόμμα εξουσίας, εδώ και καιρό. Και απλά κάνει αγώνα πολιτικής επιβίωσης. Τα υπόλοιπα κόμματα δεν έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν προϋποθέσεις για μια εναλλακτική πρόταση. Φάνηκε στις τελευταίες εκλογές, αναδεικνύεται και τώρα. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχουν πολιτικοί σχηματισμοί ικανοί να φέρουν μια καινούργια ελκυστική πρόταση που θα μπορούσε ο μέσος ψηφοφόρος να την θεωρήσει ως εκείνη που θα καλύψει το κενό και την απογοήτευση από τη σημερινή διαχείριση.
Ένας βασικός παράγοντας κριτικής απέναντι σε μια εξουσία, τα ΜΜΕ δηλαδή, στην πλειονότητά τους περνάνε μια ανάλογη-αν όχι μεγαλύτερη-κρίση σαν και αυτή της χώρας. Ταυτισμένα για πολλά χρόνια με την οικονομική και πολιτική εξουσία, συμμετέχοντας σ'' ένα παιχνίδι διαπλοκής που σημάδεψε τη μεταπολιτευτική περίοδο, έχουν το ίδιο πρόβλημα με το πολιτικό προσωπικό: έλλειμμα αξιοπιστίας. Ένα έλλειμμα μάλιστα για πολλά χρεοκοπημένα οικονομικά Μέσα, τα οποία στέκονται αμήχανα απέναντι στη νέα εξουσία μέχρι να δουν τις προθέσεις της. Και ως τότε, τα περισσότερα κάνουν αυτό που ήξεραν πάντα. Να συμπορεύονται με αυτήν. Τώρα, η προσωρινή έστω αιχμαλωσία τους (μπροστά στον φόβο του νέου τηλεοπτικού χάρτη) τα έχει μετατρέψει σε συνοδευτικά οχήματα της κυβέρνησης. Και όσα επιχειρούν να κάνουν το αντίθετο, γνωρίζουν ότι πια έχουν μειωμένη επιρροή.
Κανένας δεν γνωρίζει πόση διάρκεια μπορεί να έχει όλο αυτό που συμβαίνει. Να κυβερνά δηλαδή αυτό το συνονθύλευμα ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με αυτόν τον τρόπο. Αυτό που με βεβαιότητα μπορούμε να πούμε είναι πως αν είχαν μια μεγαλύτερη κυβερνητική πλειοψηφία, θα μιλάγαμε για μια κυβέρνηση μακράς διάρκειας. Και ας έπαιρνε τα πιο επώδυνα για την κοινωνία μέτρα...