Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Αρκετές συζητήσεις πάνω σε θέματα οικονομίας καταλήγουν στην κλασσική επωδό, πως η λύση θα βρεθεί, όταν το κράτος το διαχειριστούν τεχνοκράτες και όχι γραφειοκράτες. Επομένως καλούμεθα να απαντήσουμε στο ποιος είναι ο καλύτερος διαχειριστής. Είναι όμως έτσι;
Φυσικά και δεν είναι. Η απάντηση είναι πως σήμερα απαιτείται ένα μικρότερο κράτος και όχι απλά μια ορθολογικότερη διαχείριση του. Η διαχείριση του κράτους είναι ουσιαστικά, διαχείριση των δημοσίων χρημάτων. Και επειδή όπως είχε αναφέρει και η Μάργκαρετ Θάτσερ, στο συνέδριο των Συντηρητικών το 1983, “there is no public money, only taxpayers money”, αντιλαμβανόμαστε πως μικρότερο κράτος, σημαίνει πως το κράτος θα διαχειρίζεται λιγότερα χρήματα των φορολογουμένων.
Το μέγεθος του Κράτους και της Κυβέρνησης, έχει αντιστρόφως ανάλογη επίδραση στους οικονομικούς δείκτες. Και αυτό όχι γιατί συμβαδίζει με τις φιλελεύθερες ιδεολογικές αρχές, αλλά γιατί το μέγεθος του κράτους από μόνο του καθορίζει το βαθμό στον οποίο επιτρέπει στους πολίτες και τους επιχειρηματίες να αποφασίζουν για το πως θα χειριστούν τα εισοδήματα τους και τα περιουσιακά στοιχεία τους. Το κράτος με βασικό κριτήριο τις χρηματοδοτικές του ανάγκες και την παρεμβάσεις του, που καθορίζονται από το μέγεθος και τη πολυπλοκότητα του, αποφασίζει για τα φορολογικά βάρη πάνω στα εισοδήματα και στις περιουσίες των πολιτών. Γίνεται με αυτόν τον τρόπο ο αόρατος συνέταιρος των επιχειρήσεων και το αόρατο οικογενειακό μέλος στις οικογένειες και στον οικογενειακό προγραμματισμό των επιχειρηματιών, των επαγγελματιών και των ιδιωτικών υπαλλήλων που επωμίζονται το κόστος της λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού.
Όσο μεγαλύτερο είναι το φορολογικό βάρος στα εισοδήματα και την περιουσία, τόσο χαμηλότερη είναι η ανταμοιβή των πολιτών για τις προσπάθειες που κατέβαλαν στην επαγγελματική τους δραστηριότητα και για στο οικονομικό τους αποτέλεσμα. Οι υψηλοί φόροι στερούν εισόδημα από τους πολίτες, εισόδημα για το οποίο έχουν κοπιάσει. Το μέγεθος του κράτους καθορίζει ασφυκτικά τον τρόπο με τον οποίο ο πολίτης θα αποφασίσει τα της ζωής του. Οι φόροι εισοδήματος, οι φόροι περιουσίας, οι φόροι κατανάλωσης, οι φόροι προστιθέμενης αξίας, οι ειδικοί φόροι που βαφτίζονται ως έκτακτοι, αποτελούν τροχοπέδη στις οικονομικές αποφάσεις των πολιτών και στον τρόπο της ζωής τους.
Το κράτος στηριζόμενο στη φορολόγηση των πολιτών, προβαίνει στις δαπάνες που επιλέγει αυθαίρετα. Κάποιες δαπάνες αφορούν στην εκτέλεση μεγάλων έργων υποδομής, ερευνητικών προγραμμάτων, κάποιες άλλες αφορούν κοινωνικές πολιτικές και την περίφημη αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου. Μιας πολιτικής που συναντάται ευρέως στην ΕΕ και κυρίως στη χώρα μας. Συνηθέστατα οι δαπάνες κατευθύνονται υπό μορφήν βοηθημάτων στην εκλογική πελατεία του κυβερνητικού κόμματος.
Οι υψηλές δαπάνες που οφείλονται στο μεγάλο κράτος και τις υπέρμετρες παρεμβάσεις του, δεν οδηγούν μόνο σε υψηλότερη φορολογία. Οδηγούν και στη δημιουργία μεγάλων και δυσλειτουργικών γραφειοκρατικών μηχανισμών, στηρίζουν δομές χαμηλής παραγωγικότητας και γεννούν κρατικά χρέη. Οι δαπάνες αυτές δημιουργούν στρεβλώσεις, αθέμιτους ανταγωνισμούς και λειτουργούν αποτρεπτικά απέναντι στην ελεύθερη οικονομία και στις δραστηριότητες που δημιουργούν θέσεις εργασίας και παράγουν πλούτο. Είναι απόλυτη αναγκαιότητα να μικρύνει το κράτος και να συρρικνωθεί η παρέμβαση του στα οικονομικά δρώμενα. Μόνο αν μετατοπιστεί και επικεντρωθεί εκεί το θέμα των συζητήσεων, των αναλύσεων και των δράσεων, υπάρχει ελπίδα για την αυριανή ημέρα.