Μια μακρά προεκλογική περίοδος, με ανεύθυνες πολιτικές θα μας κοστίσει ακριβά, προειδοποιεί ο Νίκος Βέττας για την εντεινόμενη πολιτική αβεβαιότητα.
Σχολιάζοντας τις αναταράξεις στην οικονομία από το πολιτικό σκηνικό, ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι «ένας πολύμηνος προεκλογικός κύκλος και μάλιστα ακραίας κομματικής αντιπαράθεσης, θα καθυστερήσει τη σταδιακή πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές», οι οποίες, όπως λέει, «βλέπουν μια χώρα δίχως πειστικό σχέδιο, και με μοναδική έγνοια να μοιράζει επιδόματα, παρά τη δεκαετή περιπέτεια».
Κάθε μήνας εκτός αγορών θα μας κοστίσει ακριβά, σημειώνει ο κ. Βέττας, καθώς αυξάνει ο κίνδυνος να βρεθεί η χώρα μελλοντικά σε δυσμενείς διεθνείς χρηματοδοτικές συνθήκες, ενώ στο μεταξύ επιβαρύνει τις επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και τις τράπεζες.
Στην παραπάνω άποψη συνηγορούν τα στοιχεία για τον προϋπολογισμό του 2018, για τον οποίο λέει ότι «δεν έχουμε ούτε κατά διάνοια τη πολυτέλεια να πέσει έξω», ενώ θυμίζει τις βόμβες που έχει να αντιμετωπίσει η οικονομία από δικαστικές αποφάσεις για την επιστροφή των αναδρομικών, οι οποίες δύσκολα αντιμετωπίζονται μέσα σε προεκλογική περίοδο.
Ερωτηθείς πως εξηγεί τη συμπεριφορά των αγορών απέναντι στα ελληνικά ομόλογα, που παραμένουν στο ύψος τους, απαντά ότι οι επενδυτές βλέπουν μια χώρα που παρά το δραματικά υψηλό κόστος που πλήρωσε τα προηγούμενα χρόνια, δεν κάνει ό,τι χρειάζεται για να εκμηδενίσει την πιθανότητα μιας νέας κρίσης.
Χαρακτηρίζει υπαρκτό τον κίνδυνο προσφυγής κάποια στιγμή της Ελλάδας σε νέα δανειακή βοήθεια, όπως όμως και τη δυνατότητα αυτή να αποφευχθεί, εφόσον δεν υπάρξει ανωριμότητα και εφησυχασμός
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Όλο και περισσότεροι ξένοι αναλυτές εκτιμούν ότι όσο πιο γρήγορα προκηρυχθούν εκλογές στην Ελλάδα, τόσο το καλύτερο για την οικονομία. Ποια η γνώμη σας και γιατί;
Δεν είναι τόσο ο χρόνος των εκλογών από μόνος του που έχει σημασία, αλλά τα χαρακτηριστικά της οικονομική πολιτικής μέχρι τις εκλογές.
Ένας υπερβολικά μακρύς προεκλογικός κύκλος και μάλιστα ακραίας κομματικής αντιπαράθεσης, δημιουργεί πολλές ανησυχίες. Ένας πρώτος και πιο άμεσος κίνδυνος είναι πως θα καθυστερήσει η δημιουργία των συνθηκών για σταδιακή αλλά ομαλή χρηματοδότηση της χώρας από τις διεθνείς αγορές.
Αυτή είναι μια πορεία όπου αρκετά βήματα πρέπει να γίνουν το συντομότερο, για βελτίωση της αξιολόγησης της χώρας από επενδυτικούς οίκους και μείωση επιτοκίων. Κάθε μήνας που χάνεται αντιστοιχεί σε πραγματικό κόστος καθώς δεν βελτιώνονται οι όροι χρηματοδότησης του δημόσιου χρέους, αυξάνει ο κίνδυνος να βρεθεί η χώρα μελλοντικά σε δυσμενείς διεθνείς χρηματοδοτικές συνθήκες και τελικά ίσως αδυναμία χρηματοδότησης, και επιβαρύνει στο μεταξύ τις επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και τις τράπεζες,
Ποιο μπορεί να είναι το κόστος για την πραγματική οικονομία;
Πέρα από το κρίσιμο θέμα της χρηματοδότησης, δεν υπάρχει η πολυτέλεια η οικονομική πολιτική να χάσει πολύτιμο χρόνο σε ένα μακρύ προεκλογικό κύκλο όπου δεν θα αντιμετωπίζονται με ειλικρίνεια τα σημαντικά οικονομικά προβλήματα στο εσωτερικό της χώρας.
Χωρίς συνεχιζόμενη προσπάθεια στο μέτωπο της αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας, της δημόσιας διοίκησης και του ευρύτερου επενδυτικού περιβάλλοντος, οι επενδύσεις θα κυμανθούν χαμηλότερα από ό,τι απαιτείται για να επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν τεθεί για την ανάπτυξη στο σύνολο του έτους.
Η προοπτική μιας παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου δεν είναι συμβατή με μια χώρα που μόλις βγήκε από 8 χρόνια προγραμμάτων, με πολύ υψηλό χρέος, χωρίς να έχει ακόμη πρόσβαση στις αγορές, ούτε υψηλή αναπτυξιακή δυναμική.
Τα προ ημερών στοιχεία του προϋπολογισμού για το 2018, που δείχνουν κόπωση στην πληρωμή-είσπραξη φορολογικών εσόδων, και άρα υψηλότερο έλλειμμα και χαμηλότερο πλεόνασμα σε σχέση με τους στόχους, δεν συνηγορούν στην παραπάνω άποψη;
Δεν έχουμε, ούτε κατά διάνοια, την πολυτέλεια να μην υπάρξει κανονική εκτέλεση του προϋπολογισμού και οι πιέσεις τόσο στην πλευρά των εσόδων όσο και των δαπανών πρέπει να ελαχιστοποιηθούν.
Εκτός των άλλων, η οικονομική πολιτική πρέπει να είναι σε εγρήγορση για να αντιμετωπίσει τις πολύ ισχυρές πιέσεις που δέχεται το δημόσιο ταμείο από δικαστικές αποφάσεις που επιβάλουν την επιστροφή αναδρομικών σε συνταξιούχους και μισθωτούς. Το σχετικό κόστος είναι τόσο υψηλό που χωρίς έγκαιρη αντιμετώπιση μπορεί να οδηγήσει εκ νέου σε κρίση στα δημοσιονομικά και ανάγκη για νέα μέτρα και νέο συνολικό σχεδιασμό. Ασφαλώς, οι απαραίτητες κινήσεις θα είναι δύσκολο να γίνουν μέσα σε μια προεκλογική περίοδο.
Το ρωτώ γιατί αυτή η κόπωση αναμένεται να συνεχιστεί και φέτος. Στις εκλογικές χρονιές είθισται να τηρείται στάση αναμονής από τις επιχειρήσεις, περιορισμένοι έλεγχοι, και γενικά εκτροχιασμός των στόχων. Επομένως;
Η κόπωση οφείλεται στο μείγμα της ακολουθούμενης πολιτικής, ιδίως στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών, την υπερβολική επιβάρυνση μιας στενής παραγωγικής και φορολογικής βάσης και την ανάγκη να υπάρξουν έσοδα παρά την χαμηλή δυναμική ανάπτυξης.
Eπιπλέον, πράγματι, προεκλογικά πάντα υπήρχε ιστορικά υπερβολικά χαλαρή παρακολούθηση της είσπραξης φόρων και εισφορών και αύξηση δαπανών. Επίσης μια στάση αναμονής από τους επενδυτές και τις επιχειρήσεις. Αν και αυτό είναι πάντα μια κακή πολιτική, με μεγάλο κόστος για την οικονομία, στην σημερινή συγκυρία, μιας χώρας που φιλοδοξεί να κάνει τα πρώτα βήματα εκτός της προστασίας των προγραμμάτων μπορεί να είναι καταστροφική και πρέπει να αποφευχθεί.
Την τελευταία εβδομάδα, κατά την οποία είχαμε πυκνές πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα, οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων υποχώρησαν, όχι όμως σημαντικά. Τι βλέπουν οι αγορές και παραμένουν επιφυλακτικές απέναντι στην Ελλάδα;
Οι επενδυτές δεν έχουν πεισθεί πως η χώρα έχει τη βούληση και τις δυνάμεις να κινηθεί μεσοπρόθεσμα σε σχετικά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Παρατηρούν μια χώρα που μόλις ήρθε η τυπική λήξη του προγράμματος και ενώ δεν έχει διασφαλίσει την ομαλή χρηματοδότησή της, έστρεψε την προσοχή της οικονομικής πολιτικής σε ευκαιριακά επιδόματα, μεταβιβάσεις και υποσχέσεις.
Βλέπουν μια χώρα που δεν έχει ένα πειστικό αναπτυξιακό σχέδιο. Μια χώρα που πέρασε από μια δεκαετή περιπέτεια και παρά το δραματικά υψηλό κόστος δεν κάνει ό,τι χρειάζεται για να εκμηδενίσει την πιθανότητα μιας νέας κρίσης.
Συμφωνείτε με τις απόψεις κάποιων αναλυτών ότι σε μερικά χρόνια από σήμερα υπάρχει ισχυρή πιθανότητα η Ελλάδα να χρειασθεί ξανά προσφυγή σε δανειακή βοήθεια;
Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός, όπως όμως και η δυνατότητα να αποφευχθεί μια δυσμενής εξέλιξη. Δεν πρέπει να υπάρξει ανωριμότητα και εφησυχασμός.