Του Κωνσταντίνου Βέργου*
Υπάρχει διάχυτη η αντίληψη στην Ελληνική κοινωνία, από τον περιπτερά της γειτονιάς, ως και εκπροσώπους της πολιτικής ηγεσίας, ασχέτως κομμάτων, ότι η λύση στο σημερινό πρόβλημα με τις Ελληνικές Τράπεζες, έρχεται με μια κίνηση-αστραπή: με την άμεση εθνικοποίηση των μεγάλων συστημικών τραπεζών.
Σήμερα θα εστιάσω στο θέμα του οικονομικού οφέλους από τις υπεραξίες. Με την άμεση εθνικοποίηση των Ελληνικών τραπεζών, λένε μερικοί, το Κράτος θα πετύχει χτύπημα-καραμπόλα καθώς οι τεράστιες κρυμμένες υπεραξίες που διαθέτουν οι τράπεζες θα περάσουν σε συλλογικό έλεγχο, ενώ με τόσες υπεραξίες, ο λαός δεν θα χρειαστεί να πληρώνει από τώρα και στο εξής για τα σπασμένα των τραπεζών σε αυξήσεις κεφαλαίου, και έτσι θα υπάρχει γενικότερη ευημερία.
Υπάρχουν, μεγάλες υπεραξίες στις Τράπεζες σήμερα; Ορισμένοι αναφέρουν ότι η χρηματιστηριακή αξία των τραπεζών είναι μια απάτη, ενώ έπρεπε να λαμβάνεται υπόψη το… τεράστιο ενεργητικό που διαθέτουν. Μάλιστα, αναφέρουν ότι το… Ενεργητικό των τραπεζών ήταν… 600 δισ. στο ξεκίνημα της κρίσης και συγχέουν, ενεργητικό, δάνεια και πραγματικά κεφάλαια των τραπεζών.
Ας το δούμε αναλυτικά, λοιπόν, με μια απλή προσέγγιση, αγγίζοντας μόνο τις βασικές παραμέτρους. Αν είμαι τραπεζίτης, και έχω Ίδια Κεφάλαια (δικά μου κεφάλαια, από τους μετόχους μου) 10 δισ., και έχω παράλληλα υποχρεώσεις έναντι τρίτων 90 δισ., αυτό σημαίνει ότι έχω ενεργητικό 100 δισ., το οποίο διαθέτω σε διάφορες δραστηριότητες για να κερδίζω.
Παράλληλα, για να ενισχύω τα κέρδη μου, μπορεί να έχω εκδώσει εγγυητικές επιστολές αξίας 80 δισ. (έναντι απλής προμήθειας 0,3%), και να επενδύω χρήματα σε παράγωγα ή άλλα προϊόντα, επιπλέον 130 δισ., των οποίων η έκθεση κινδύνου (80+130=210 δισ.) δεν φαίνεται εύκολα, καθώς απεικονίζονται ως επί το πλείστον ως «εκτός ισολογισμού». Αν χάσω 13 δισ. είτε από δάνεια ή παράγωγα ή εγγυητικές που «έσκασαν» στα χέρια μου, διότι οι εταιρίες για τις οποίες τις χορήγησα χρεοκόπησαν σε κάποια φάση, σημαίνει ότι την επόμενη μέρα βρίσκομαι με κεφάλαια 10 δισ.-13 δισ.=-3 δισ. Έχω δηλαδή πλέον κεφάλαια ΜΕΙΟΝ ΤΡΙΑ ΔΙΣΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΕΥΡΩ. Είμαι στο απόλυτο κόκκινο!
Το παράδειγμά μου είναι απλό, διότι υπέθεσα ότι έχασα μόλις 13 δισ.. Θα μπορούσα κάλλιστα να είχα χάσει 20 ή 40 δισ. σε καταστάσεις οικονομικής κρίσης, όπου οι ''χασούρες'' μου έρχονται από παντού (δάνεια, εγγυητικές, trading σε παράγωγα προϊόντα). Αν κάποιος πάρει την τράπεζά μου με -3 δισ. ευρώ κεφάλαια, τότε βρίσκεται με ένα περιουσιακό στοιχείο που έχει αφενός αρνητική αξία ΚΑΙ αφετέρου πρέπει εντός 6 μηνών, με βάση την υπάρχουσα κοινοτική Νομοθεσία, είτε να κάνει αύξηση κεφαλαίου 13 δισ., ώστε να πάει πίσω στη σχέση Ίδια Κεφάλαια / Ενεργητικό=10 δισ./100 δισ.=10%, ώστε να καλύπτει το ελάχιστο κεφαλαιακών απαιτήσεων που απαιτείται, είτε να κλείσει την τράπεζα, και να οριστεί εκκαθαριστής, να πληρώσει τις υποχρεώσεις στο βαθμό που πληρώνονται.
Αν λοιπόν τώρα περάσουν οι 4 Ελληνικές Συστημικές τράπεζες στα χέρια του Δημοσίου, και καλώς ας κάνουν αν αυτό αποφασιστεί, τότε το Δημόσιο θα έπρεπε να κάνει μεταξύ άλλων τα παρακάτω. Πρώτον να εισφέρει 15 περίπου δισ. από τα χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων για τις παρούσες αυξήσεις κεφαλαίου. Δεύτερο, να εισφέρει 20 περίπου δισ. του χρόνου και περίπου το ίδιο ποσό σε ετήσια βάση για όσο θα διαρκεί η κρίση, καθώς θα βγαίνουν συνεχώς «χασούρες» όσο διαρκεί η κρίση. Αν η κρίση λήξει σε ένα χρόνο (μακάρι) σημαίνει ότι το Δημόσιο θα έχει συνεισφέρει μόλις 15+20=35 δισ. ευρώ σε διάστημα 12 μηνών, δηλαδή θα χρειαζόμαστε δύο νέα μνημόνια, ένα 15 δισ. και ένα 20 δισ., σε 12 μήνες.
Αντίθετα, τώρα τις χασούρες τις χρεώνονται το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (σε Εθνική, Πειραιώς και Alpha) και οι τολμηροί επενδυτές της Fairfax (στην περίπτωση της Eurobank). Αν πέρναγε από το χέρι μας, και ήμασταν ορθολογιστές, επομένως, θα λέγαμε, να δοθούν οι τράπεζες στους ξένους και μάλιστα δωρεάν, καθώς θα μας απάλλασσαν από την υποχρέωση να εμπλακούμε στην πολύχρονη χρηματοδότηση μιας σπασμένης στάμνας που θα «κολλήσει» όταν η Ελλάδα βγει από την κρίση!
* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία
Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.