Του Γιάννη Παντελάκη
Η Νέα Δημοκρατία είχε ανάγκη να δει προοπτική ανακατάληψης της εξουσίας. Έστω σε κάποιο μακρινό χρόνο. Για ένα κόμμα με τα χαρακτηριστικά της (εθισμός στην κυβερνησιμότητα, με ο,τι αυτό συνεπάγεται) και μετά από τρεις συνεχόμενες εκλογικές ήττες, η απουσία μιας τέτοιας προοπτικής οδηγούσε στην απόλυτη μιζέρια. Ο Μεϊμαράκης είχε μόλις χάσει τις εκλογές του Σεπτεμβρίου και δεν ανήκει σ'' αυτούς που έστω σε επικοινωνιακό επίπεδο θα μπορούσε να εμπνεύσει τους συγκεκριμένους ψηφοφόρους. Ο Μητσοτάκης δεν είχε χάσει εκλογές, είχε έναν πιο έξυπνο και πολιτικό λόγο και, το βασικότερο, έδινε σ'' αυτούς του ψηφοφόρους μια ελπίδα γι'' αυτό τ'' όνειρο: της εξουσίας. Αφηρημένη ελπίδα έστω.
Η εκλογική διαδικασία συνέπεσε με τις χειρότερες ημέρες της κυβέρνησης, η οποία στον συγκεκριμένο πολιτικό χρόνο της εκλογής Μητσοτάκη υπόσχεται γενναίες περικοπές στις συντάξεις, εμφανίζονται βουλευτές της που υμνούν τον Σημίτη, άλλοι που διορίζουν τους συζύγους τους, ενώ υπάρχει διάχυτη στο περιβάλλον η αίσθηση (όχι αβάσιμα) πως ο Τσίπρας έχει ενός είδους δίαυλο επικοινωνίας με τον Καραμανλή. Την ίδια στιγμή, ψηφοφόροι άλλων κομμάτων ομολογούν ότι ψήφισαν τον Μητσοτάκη ως μια απάντηση στην κυριαρχία Τσίπρα. Σαν να συνωμότησαν κάποιοι, για να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες για την εκλογή Μητσοτάκη. Δεν αναφέρομαι στα λεγόμενα διαπλεκόμενα συμφέροντα. Αυτά παίζουν με όλους. Αναφέρομαι στη χρονική συγκυρία.
Η επικράτηση Μητσοτάκη πήρε έναν πανηγυρικό χαρακτήρα. Παρ'' ότι οι αριθμοί δεν συμφωνούν σ'' αυτό. Η διαφορά των δυο ήταν τελικά 16.073 ψήφοι, όχι κανένας τεράστιος αριθμός. Οι λόγοι των πανηγυρισμών οφείλονται σε διαφορετικές αιτίες: 1) το αουτσάιντερ κέρδισε 2) η προαναφερόμενη δίψα των ψηφοφόρων της Ν.Δ. για προοπτική 3) η ελπίδα πολλών και πέραν της Ν.Δ. ψηφοφόρων ότι δημιουργείται ένα αντίπαλο δέος στο κυβερνητικό δίδυμο που κυριαρχεί πολιτικά 4) η εκτίμηση κάποιων ότι ο Μητσοτάκης δεν θα ακολουθήσει τον λαϊκισμό στον οποίο έχει επιδοθεί και το ίδιο το κόμμα του στο παρελθόν και το σημερινό κυβερνητικό σχήμα.
Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι πάντα όπως φαίνονται. Η εικόνα θα είναι σαφής όταν περάσει κάποιος χρόνος και κατακάτσει η σκόνη που σηκώθηκε, κάτι το οποίο συμβαίνει πάντα μετά από μια εκλογική νίκη. Με δεδομένο ότι η πλειονότητα των ψηφοφόρων της Ν.Δ. δεν έκανε επιλογή με βάσει έναν ιδεολογικό διαχωρισμό, ο Μητσοτάκης θα έχει ένα πολύ δύσκολο έργο ώστε ν'' αποδείξει αυτά που έλεγε προεκλογικά. Ο οικονομικός φιλελευθερισμός (η οικονομία αποτελεί το βασικό κίνητρο της εκλογικής συμπεριφοράς) που υιοθετεί φραστικά τουλάχιστον δεν θα βρει πολλά πρόθυμα ώτα στο εσωτερικό του κόμματός του. Η λεγόμενη «λαϊκή δεξιά» εξακολουθεί να έχει ισχυρά ερείσματα. Όπως ισχυρά ερείσματα έχει και η σύνδεση μελών - φιλων της Ν.Δ. με το κράτος. Αλλά υπάρχει και ένας δεύτερος -γι αυτόν- κίνδυνος που έρχεται από τον εκτός του κόμματός του χώρο, ο οποίος έχει κάνει την εμφάνισή του, έστω με άτσαλο τρόπο. Αναφέρομαι στη σημερινή κυβέρνηση, η οποία -και- λόγω των αναγκαστικών επιλογών του μνημονίου, ακολουθεί τον ίδιο οικονομικό δρόμο.
Λίγα εικοσιτετράωρα πριν, ο πρόεδρος του ΤΑΙΠΕ, Στ. Πιτσιόρλας, έδωσε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συνέντευξη, στην οποία αναφερόταν και στις ιδιωτικοποιήσεις. Έλεγε, μεταξύ άλλων, πως «η αριστερά πρέπει ν'' απελευθερώσει την κοινωνία από τον κρατισμό, ο οποίος κατατρώει κάθε δημιουργική πρωτοβουλία στην Ελλάδα». Ο Πιτσιόρλας δεν είναι απλά ένας πρόεδρος ενός δημόσιου οργανισμού. Είναι μια επιλογή Τσίπρα, ο οποίος τον υποστηρίζει απόλυτα σε ό,τι κάνει. Και ήδη έχει κάνει πολλά. Δεκατέσσερα περιφερειακά αεροδρόμιο και ο Αστέρας Βουλιαγμένης βρίσκονται ήδη στα χέρια ιδιωτών. Και έχει συνέχεια.
Προσπαθώ ν'' ανακαλύψω, τι διαφορετικό θα έλεγε ως προς τις ιδιωτικοποιήσεις ο Μητσοτάκης. Νομίζω τίποτα. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήδη κάνει τη δουλειά. Αν αυτό συμβεί και σε μια σειρά από άλλους τομείς πολιτικής, απορώ στο τι διαφορετικό θα έχει να προτείνει η νέα ηγεσία της Ν.Δ. Ιδιαίτερα, αν η κυβέρνηση σε κάποια στιγμή υιοθετήσει και το πολιτικό αφήγημα Πιτσιόρλα. Την «επανασυσπείρωση όλου του κόσμου της Αριστεράς που δεν βρίσκεται σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ». Κάτι που, σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΤΑΙΠΕΔ, σημαίνει και δημιουργία νέων όρων συζήτησης με το Ποτάμι και το ΠΑΣΟΚ.
Με δυο λόγια, όταν κατακάτσει ο κουρνιαχτός, θα μετρηθεί τα ασκέρι…