Την απελευθέρωση των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας μετά από πολλά χρόνια, σηματοδοτεί ο προϋπολογισμός του 2020, βάζοντας τέλος στα υπερπλεονάσματα και άρα στην υπερφορολόγηση, χωρίς να διακινδυνεύει την συμβατική υποχρέωση της χώρας για στόχο 3,5%, δηλώνει στο liberal.gr ο Ναπολέων Μαραβέγιας, καθηγητής του ΕΚΠΑ και πρώην υπουργός.
Σχολιάζοντας τις αναπτυξιακές προοπτικές του νέου προϋπολογισμού, ο πρώην υπουργός σημειώνει ότι αποπνέει αισιοδοξία για την επίτευξη ενός φιλόδοξου στόχου στο 2,8% για το 2020, και ότι στο μέτωπο των φοροελαφρύνσεων ενισχύεται τόσο η πλευρά της προσφοράς, μέσω των επιχειρήσεων που ενθαρρύνονται από τη μείωση της φορολογίας να παράγουν περισσότερο, όσο και η πλευρά της ζήτησης, δηλαδή των καταναλωτών.
Χαρακτηρίζει φιλόδοξη την πρόβλεψη για αύξηση των επενδύσεων κατά 13,4% το 2020, καθώς, όπως λέει, ο χρονικός ορίζοντας προετοιμασίας, πραγματοποίησης και απόδοσής τους είναι πολύ μεγαλύτερος του ενός έτους, ενώ θεωρεί χαμηλότερη από αυτήν που τελικά θα πραγματοποιηθεί, την εκτίμηση για αύξηση 1,8% της ιδιωτικής κατανάλωσης.
«Η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία, σε συνδυασμό με τις φοροελαφρύνσεις των χαμηλών εισοδημάτων και την προβλεπόμενη αύξηση της απασχόλησης, συνηγορούν στην επέκταση της ιδιωτικής κατανάλωσης, πέρα της σχετικής πρόβλεψης για το 2020. Μια τέτοια επέκταση, όμως, μπορεί να αυξήσει τις εισαγωγές, καθώς οι εξαγωγές, λόγω των διεθνών δυσκολιών, δεν αναμένεται να αυξηθούν αναλόγως», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο διευθυντής του Ερευνητικού Κέντρου Οικονομικής Πολιτικής Διακυβέρνησης και Ανάπτυξης του ΕΚΠΑ.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Κάντε μας ένα γενικό σχόλιο για τον προϋπολογισμό του 2020. Σηματοδοτεί το τέλος της λιτότητας;
Ο προϋπολογισμός του 2020 έχει τρία βασικά χαρακτηριστικά : το πρώτο είναι ότι με τις φορολογικές ελαφρύνσεις που εισάγει και σε συνδυασμό με τον πρόσφατο αναπτυξιακό νόμο, απελευθερώνει τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας μετά από πολλά χρόνια.
Το δεύτερο είναι ότι βάζει, πράγματι, τέλος στα υπερβολικά πλεονάσματα και συνεπώς στην υπερφορολόγηση χωρίς να διακινδυνεύει το συμβατικό όριο του 3,5% του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Εν ολίγοις δεν δείχνει να ανησυχεί για μια πιθανή αστοχία. Προϋπολογίζει το όριο του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,6%, μόλις 164 εκ πάνω από το συμβατικό όριο, πράγμα που προσθέτει αξιοπιστία στην οικονομική πολιτική.
Το τρίτο χαρακτηριστικό, είναι ότι αποπνέει αισιοδοξία για την επίτευξη ενός φιλόδοξου αναπτυξιακού στόχου στο 2,8% για το 2020. Η αισιοδοξία αυτή μπορεί να δημιουργήσει ένα θετικό οικονομικό κλίμα και έτσι να ξεφύγει οριστικά η χώρα μας από το φαύλο κύκλο της οικονομικής κρίσης.
- Ποια η γνώμη σας για το σενάριο να διατεθούν τα 436 εκατ. ευρώ του φετινού πλεονάσματος σε μείωση κάποιου φόρου; Είναι πιο αποτελεσματικό αυτό ή πρέπει να μοιραστεί στοχευμένα σε αδύναμες κοινωνικές ομάδες;
Η μείωση κάποιου φόρου, μέσω της χρησιμοποίησης του φετινού υπερπλεονάσματος, μπορεί να έχει πιθανό αναπτυξιακό αποτέλεσμα. Όμως, η μείωση αυτή δεν μπορεί να είναι μόνιμη, καθώς την επόμενη χρονιά, ίσως να μην υπάρχει τέτοιο υπερπλεόνασμα. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν εισοδηματικά στρώματα που βρίσκονται σε πολύ άσχημη οικονομική κατάσταση και η διάθεση του πλεονάσματος προς τα στρώματα αυτά δικαιολογείται κοινωνικά. Επιπλέον, είναι βέβαιο ότι με τον τρόπο αυτό θα αυξηθεί η κατανάλωση των στρωμάτων αυτών, κυρίως για εγχώρια προϊόντα. Έτσι, αυξάνεται η εγχώρια παραγωγή, χωρίς να αυξηθούν οι εισαγωγές.
- Σε επίπεδο φοροελαφρύνσεων, τα μέτρα ύψους 1,18 δισ ευρώ του προϋπολογισμού, θα έχουν αντίκτυπο σε πολλούς ή σε λίγους, όπως κατηγορεί την κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, και αν ναι, γιατί;
Το συνολικό ποσό των φοροελαφρύνσεων κατανέμεται μεταξύ των επιχειρήσεων και των χαμηλών εισοδημάτων μέχρι 20.000 ευρώ ετησίως. Η αναπτυξιακή επίπτωση και των δύο ειδών φοροελαφρύνσεων είναι φανερή. Ενισχύεται τόσο η πλευρά της προσφοράς, μέσω των επιχειρήσεων που ενθαρρύνονται από τη μείωση της φορολογίας να παράγουν περισσότερο, όσο και η πλευρά της ζήτησης, λόγω της κατανάλωσης που προέρχεται από τα χαμηλά αυτά εισοδηματικά στρώματα και όπως είπαμε ευνοεί την εγχώρια παραγωγή.
-Έτερο ορόσημο, οι επενδύσεις. Μήπως η αύξηση 13,4% που προβλέπει ο προϋπολογισμός, είναι φιλόδοξη σαν στόχος, δεδομένου ότι τα εμβληματικά ειδικά έργα, χρειάζεται κάποιο διάστημα μέχρι να ωριμάσουν;
Είναι μάλλον βέβαιο, ότι η πρόβλεψη για αύξηση των επενδύσεων κατά 13,4% του 2020 είναι φιλόδοξη, διότι, πράγματι, ο χρονικός ορίζοντας προετοιμασίας, πραγματοποίησης και απόδοσής τους είναι πολύ μεγαλύτερος του ενός έτους. Υπάρχουν ωστόσο σχέδια επενδύσεων από το παρελθόν που περιμένουν να υλοποιηθούν. Ιδίως, στον χώρο των τουριστικών επενδύσεων. Το στοίχημα που βάζει ο προϋπολογισμός για την επίτευξη του στόχου αυτού, είναι μεγάλο αλλά όχι ανέφικτο.
-Έχει γκρίζες ζώνες αυτός ο προϋπολογισμός , και αν ναι, ποιες είναι;
Στο σκέλος της αύξησης των εσόδων του προϋπολογισμού με στόχο την αντιστάθμιση των δαπανών, υπάρχουν προφανείς αβεβαιότητες ως προς την απόδοση των μέτρων που εξαγγέλθηκαν. Εξαρτάται από την αποφασιστικότητα της Κυβέρνησης και την ικανότητα των φορολογικών αρχών η επιτυχία των σχετικών μέτρων.
-Ποια μέτρα απ' όσα περιλαμβάνει το νομοσχέδιο, θα μπορούσαν να έχουν άμεση απόδοση; Μήπως αυτά για την οικοδομή;
Υπάρχουν όπως είπαμε και πιο πάνω δυνατότητες άμεσης απόδοσης των επενδύσεων, κυρίως στον τουριστικό τομέα. Ωστόσο, ορθώς επισημαίνετε ότι οι ευνοϊκές φορολογικές ρυθμίσεις για την οικοδομή και τις κατασκευές γενικότερα, μπορούν να έχουν άμεσα αναπτυξιακά αποτελέσματα. Όμως, όπως έχουμε γράψει και αλλού, χρειάζεται προσοχή ώστε να μην επιστρέψει η ελληνική οικονομία στις παλιές της συνήθειες, όπου οι επενδύσεις στις κατοικίες αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος των επενδύσεων σε σχέση με τη γεωργία και τη βιομηχανία, οι οποίες είναι οι μόνες παραγωγικές δραστηριότητες που μπορούν να παράγουν εξαγώγιμα προϊόντα.
-Ο στόχος για ανάπτυξη 2,8% το 2020 είναι πάνω από τις προβλέψεις όλων των διεθνών οίκων. Μπορεί άραγε να επιτευχθεί ή μήπως το στοίχημα επιτάχυνσης της ανάπτυξης δεν μπορεί να κερδηθεί μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα;
Όπως είπαμε και στην αρχή ο αναπτυξιακός στόχος του 2,8% είναι φιλόδοξος και αποπνέει αισιοδοξία, κυρίως όταν λόγω του διεθνούς και ευρωπαϊκού περιβάλλοντος, οι σχετικές προβλέψεις για την αύξηση του ΑΕΠ στην Ελλάδα το 2020 είναι χαμηλότερες. Όμως, η απελευθέρωση των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας μπορεί να αποδώσει σε συνδυασμό με το κλίμα εμπιστοσύνης που δημιουργείται τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Εξάλλου, μπορεί η πρόβλεψη της αύξησης των επενδύσεων να είναι φιλόδοξη, αλλά η πρόβλεψη της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,8% είναι μάλλον χαμηλότερη από αυτήν που θα πραγματοποιηθεί.
Η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία, σε συνδυασμό με τις φοροελαφρύνσεις των χαμηλών εισοδημάτων και την προβλεπόμενη αύξηση της απασχόλησης, συνηγορούν στην επέκταση της ιδιωτικής κατανάλωσης, πέρα της σχετικής πρόβλεψης για το 2020. Μια τέτοια επέκταση, όμως, μπορεί να αυξήσει τις εισαγωγές, καθώς οι εξαγωγές, λόγω των διεθνών δυσκολιών, δεν αναμένεται να αυξηθούν αναλόγως.