Του Γιάννη Παπαδόπουλου*
Η Εφορία κατέχει αναμφίβολα τις καλύτερες εισπρακτικές ικανότητες, μιας και έχει τη δυνατότητα να παίρνει όσο εισόδημα επιθυμεί από τον κάθε φορολογούμενο, και ακολουθούν πολλές άλλες δημόσιες υπηρεσίες με εντυπωσιακά υψηλές εισπράξεις, ειδικά συγκριτικά με τα εισοδήματα των πολιτών/πελατών. Ωστόσο, φαίνεται να υπάρχουν κάποιες λίγες, όπως η Δημοτική Επιχείρηση Ύδρευσης - Αποχέτευσης του παρακάτω παραδείγματος, οι οποίες δεν τα πάνε και τόσο καλά. Ας δούμε το περιστατικό.
Ενοικιαστής επισκέπτεται την εν λόγω ΔΕΥΑ και ζητά να έρχεται ο λογαριασμός του νερού στο όνομά του, καθότι μόλις μετακόμισε στο εν λόγω διαμέρισμα. Η υπηρεσία τού απαντά ότι δεν δύναται, καθότι ακόμα και αν μετακομίσει σε διπλανό δήμο δεν θα μπορεί να τον εντοπίσει. Έτσι, ο λογαριασμός συνεχίζει να έρχεται στο όνομα του ιδιοκτήτη..
Περνάει το πρώτο δίμηνο και ο νέος ένοικος πάει να πληρώσει τον λογαριασμό που έχει έρθει στο όνομα του ιδιοκτήτη. Προς μεγάλη του έκπληξη, ο υπάλληλος αρνείται! Ζητώντας τον λόγο από τον υπάλληλο, παραπέμπεται στην προϊσταμένη. Εκείνη του λέει πως δεν μπορεί να πληρώσει τον νέο λογαριασμό γιατί ο ιδιοκτήτης του ακινήτου δεν έχει πληρώσει τα χρέη που άφησε ο προηγούμενος ένοικος.
Ο ένοικος της εξηγεί πως αυτό είναι μάλλον δύσκολο, καθότι ο ιδιοκτήτης δεν δύναται να αποπληρώσει ούτε καν τα δικά του χρέη: μέσω της λεγόμενης «Κατάσχεση εις χείρα τρίτου» ο ενοικιαστής καταθέτει το ενοίκιο απευθείας σε λογαριασμό της εφορίας.
Η απάντηση, όμως, που παίρνει είναι αποστομωτική: η προϊσταμένη δεν μπορεί να του επιτρέψει να πληρώσει τον λογαριασμό που αντιστοιχεί στην χρήση που έκανε, γιατί έτσι δεν θα ανέβει αρκετά το χρέος ώστε να του κόψει το νερό και να πιέσει τον ιδιοκτήτη να πληρώσει!
Δηλαδή, επειδή η εν λόγω υπηρεσία, με ευθύνη αυτών που την έφτιαξαν και τη διοικούν, δεν μπορεί, με τις υπάρχουσες τεχνολογικές δυνατότητες και με τον δημόσιο χαρακτήρα της, να χρεώσει τον πραγματικό χρήστη των υπηρεσιών της, μία δημόσια λειτουργός θέλει να εξαναγκάσει έναν τρίτο σε αδυναμία (τον ιδιοκτήτη) να πληρώσει τα χρέη ενός άλλου (του πρώην ενοίκου), κόβοντας το νερό στα ανήλικα παιδιά ενός τέταρτου (του νέου ενοικιαστή), με πιθανότερο αποτέλεσμα τελικά, όχι μόνο να μην πάρει τα λεφτά της, αλλά να φέρει τον ιδιοκτήτη σε ακόμα πιο δυσχερή θέση, αφού το σπίτι του θα μείνει ξενοίκιαστο!
Δηλαδή, μία κρατική επιχείρηση στην οποία έχει δοθεί μονοπώλιο ώστε να προστατεύσει τον κόσμο από την «λαίλαπα του νεοφιλελευθερισμού», δεν διστάζει να χρησιμοποιεί τους πελάτες της ως μέσο για να εισπράξει την αμοιβή της, μετατρέποντας το πολύ μικρό κόστος τού να έρθει σε συνεννόηση με την εφορία, σε εκβιασμό προς μία οικογένεια και έναν ιδιοκτήτη σε αδυναμία.
Τα παραδείγματα χρήσης των ανθρώπων ως μέσo από το δημόσιο είναι πολλά: ιατρικά τμήματα που κάνουν παιδί και οικογένεια μπαλάκι για να λύσουν οι δύο διευθυντές τις προσωπικές τους διαφορές, πολιτικοί που ψηφοθηρούν εις βάρος της υγείας ανθρώπων που παραγκωνίζονται σε νοσοκομεία για να εξυπηρετηθούν ημέτεροι, κτλ.
Τελικά, μάλιστα, ίσως η λέξη «μέσο» που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε τη χρήση διαμεσολαβητή με το δημόσιο, να μην αναφέρεται στον ενδιάμεσο, αλλά στον άνθρωπο που παραγκωνίζεται και ο οποίος έχει μειωθεί από αξιοσέβαστο υποκείμενο σε μέσο επίτευξης των στόχων κάποιου άλλου.
Ποιος φταίει, όμως, και τι μπορούμε να κάνουμε;
Το πρώτο πράγμα που φταίει είναι η έλλειψη περιβάλλοντος ανταγωνισμού και το συνεπαγόμενο αίσθημα οκνηρούς παντοδυναμίας που προκαλεί το προστατευόμενο μονοπώλιο. Δηλαδή, αν δραστηριοποιούνταν παραπάνω από μία επιχείρηση π.χ. στη διαχείριση (και όχι απαραίτητα στην ιδιοκτησία) του συστήματος διανομής του νερού και υπήρχε ανταγωνισμός μεταξύ τους, οι εταιρείες θα αναγκάζονταν να βελτιώσουν κατά πολύ τις προσφερόμενες υπηρεσίες τους, καθώς και να καινοτομήσουν για να προσελκύσουν πελάτες – κάτι αντίστοιχο που γίνεται τώρα με το ηλεκτρικό ρεύμα και έγινε στο παρελθόν με τις τηλεπικοινωνίες.
Το δεύτερο πράγμα που φταίει είναι ο διττός ρόλος του κράτους ως εγγυητής της νομιμότητας και ως επιχειρηματίας. Δηλαδή, όταν το κράτος είναι επιχειρηματίας, σε ποιο βαθμό θα μπορέσει να εγγυηθεί τους όρους ορθού ανταγωνισμού με τους ανταγωνιστές του ή να παίξει τον ρόλο του διαιτητή μεταξύ τους; Δηλαδή, πώς είμαστε σίγουροι ότι θα ακολουθήσει τον δύσκολο δρόμο της καινοτομίας και της βελτίωσης των προσφερόμενων υπηρεσιών για να προσελκύσει πελάτες, και όχι τον εύκολο δρόμο για όποιον έχει και το καρπούζι και το μαχαίρι, δηλαδή να χρησιμοποιήσει και τις επιχειρήσεις ως μέσα για να πετύχει τους δικούς του στόχους;
Συμπερασματικά, λοιπόν, όπως τα Κράτη Δικαίου έχουν μεριμνήσει για τον διαχωρισμό των εξουσιών (νομοθετική-εκτελεστική-δικαστική), έτσι ίσως θα πρέπει να υπάρξει διάκριση μεταξύ της εποπτικής εξουσίας και της επιχειρηματικότητας. Αλλιώς, είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε το γράσο στα γρανάζια του κρατισμού.
*Ο κος Γιάννης Παπαδόπουλος είναι μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας