Της Μαρίας Χούκλη
Μέχρι που γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν έχουν γίνει γνωστοί οι ακριβείς λόγοι της παραίτησης του Γιάννη Τροχόπουλου από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, λίγους μήνες πριν παραδοθεί το γιγαντιαίο σύμπλεγμα του Φαλήρου στο ελληνικό δημόσιο.
Για τους δημοσιογράφους του πολιτιστικού ρεπορτάζ η είδηση ήταν κεραυνός εν αιθρία, καθώς επί τέσσερα χρόνια συνέβαλε τα μάλα στην υλοποίηση του εγχειρήματος και είναι παράξενο να αποχωρεί τώρα που πλησιάζει η μεγάλη στιγμή, να περάσει η σκυτάλη στον αποδέκτη της δωρεάς.
Από την απάντηση που έδωσε σε όσους τον ρώτησαν προκύπτει σαφέστατα ότι κάτι συνέβη. Δεν πρόκειται να κάνω εικασίες.
Αργά ή γρήγορα θα αποκαλυφθεί τι κρύβεται πίσω από την αιφνίδια παραίτησή του.
Αξίζει, όμως, να παραθέσω τι πρεσβεύει ο Γιάννης Τροχόπουλος για διαχείριση των δημοσίων πραγμάτων, είτε αφορούν στη λειτουργία μια βιβλιοθήκης της περιφέρειας, είτε στη διακυβέρνηση μιας χώρας.
Αποδίδει το μυστικό της επιτυχίας της Βιβλιοθήκης της Βέροιας επί των ημερών του στο όραμα, στους ανθρώπους, στις δομές, στην εφαρμογή των κανόνων, στην επιμονή, στην πειθαρχία και στην ευελιξία. Η μεγάλη προσέλευση του κοινού ήταν το τοπικό γέρας, το βραβείο του Ιδρύματος Gates, η παγκόσμια αναγνώριση.
Χρειάζονται όλα τα υλικά για να πετύχει η συνταγή, λέει ο βορειοελλαδίτης manager. Διαφορετικά η προσπάθεια θα σταματά στις καλές προθέσεις των ανθρώπων ή στις ανεπαρκείς δομές ή στις εξαιρέσεις από τους κανόνες, στην έλλειψη επιμονής, στην απουσία πειθαρχίας, στη δογματική πρόσληψη της πραγματικότητας.
Ο επικεφαλής χωρίς την ομάδα αλλά και η ομάδα χωρίς χαρισματικό επικεφαλής, αλληλοακυρώνονται. Χρειάζεται σοφή δόση συγκεντρωτισμού και αποκέντρωσης αρμοδιοτήτων, πρωσική προσήλωση στις αρχές που διέπουν ένα σύστημα αλλά και ετοιμότητα να διορθωθούν ξεπερασμένοι κανόνες. Μετρήσιμοι στόχοι, καθημερινή αξιολόγηση του παραγόμενου αποτελέσματος, αλλά και συμφιλίωση με την ιδέα της αποτυχίας.
«Αξιοπιστία» είναι λέξη που χρησιμοποιεί ξανά και ξανά.
Ο ηγέτης κάθε χώρου αυτό που υπόσχεται πρέπει να το πραγματοποιήσει, αν δεν τα καταφέρει το αναγνωρίζει και ξανα-προσπαθεί. Αναζητά τις υγιείς δημιουργικές δυνάμεις, τους ικανούς και τους πρόθυμους να εργαστούν σκληρά για να το δημόσιο καλό.
Σε όσους υποστηρίζουν ότι σε καιρούς οικονομικής δυσπραγίας, όπως αυτή που βιώνει η Ελλάδα, οι επενδύσεις σε πολιτιστικές δραστηριότητες και υποδομές αποτελούν πολυτέλεια, απαντά. Οι εστίες πολιτισμού μπορούν να καταστήσουν πιο ανοιχτές τις κοινωνίες, βοηθούν στην καλλιέργεια της συμμετοχής, της ατομικής ανάπτυξης και της διεύρυνσης των πνευματικών άρα και των ψυχικών οριζόντων. Συμβάλλουν στη γνωριμία με τον άλλο, κατανόηση, ανοχή, συμπάθεια, είναι εγγυητές δημοκρατίας, μεταμορφωτές του κόσμου, τόποι μη βίας.
Τον ρώτησα* αν έχει εμπιστοσύνη στο ελληνικό δημόσιο ότι θα μπορέσει να διαχειριστεί αποτελεσματικά το έργο του Φαλήρου. Ήταν εμφανώς δύσπιστος, το είπε και δημόσια.
Λείπουν οι ηγέτες, είπε και σκοτείνιασε. Ηγέτες με ουσιαστική αντίληψη της πραγματικότητας, που έχουν όραμα για τα δημόσια πράγματα, κινούν γη και ουρανό για να το υλοποιήσουν, μπορούν να εμπνεύσουν τους γύρω τους, δεν φοβούνται την προσωπική δουλειά, ούτε την ευθύνη, αλλά πιστεύουν στην ομάδα, απεχθάνονται τη σοβαροφάνεια, έχουν τα μάτια και τα αυτιά ανοιχτά στο καινούργιο, στο χρήσιμο, στη συνέργεια. Προσφέρουν το καλύτερο και παραμένουν ταπεινοί. Και διάβασε ένα απόσπασμα από τις διαλέξεις που είχε δώσει ο Karl Jaspers κατά τη διάρκεια του χειμώνα 1945-1946 σχετικά με την πνευματική κατάσταση της Γερμανίας.
Ο Γιάννης Τροχόπουλος περιφρονεί τα άσκοπα λόγια, πιστεύει ότι μιλούν τα έργα και γελάει, όταν του θυμίζουν τη Βέροια. «Δουλεύει μια χαρά και χωρίς εμένα», λέει.
Μα, αυτός δεν είναι ο πλέον χρήσιμος δημόσιος λειτουργός; Όχι ο αναντικατάστατος, αλλά εκείνος που έχει φροντίσει ώστε το σύστημα να δουλεύει περίφημα και μετά από εκείνον.
Αλλιώς, θα ήταν κοινός εκβιαστής, σύμφωνα με τον Μπρεχτ.