Χθες εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο η εισήγηση του Υπουργείου Παιδείας η οποία περιλαμβάνει μια σημαντική δέσμη μέτρων με στόχο τον εξορθολογισμό της λειτουργίας των ΑΕΙ.
Ανάμεσα σε αυτά τα μέτρα περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων δυο πολύ σημαντικές προβλέψεις: α) η θέσπιση ελάχιστης βάσης εισαγωγής από τα ίδια τα Τμήματα των ΑΕΙ εντός ενός ορίου το οποίο θα αντιστοιχεί σε ένα ποσοστό του μέσου όρου της επίδοσης των υποψηφίων στα μαθήματα του αντίστοιχου επιστημονικού πεδίου και β) η επαναφορά της πρόβλεψης η οποία υπήρχε και στο νόμο 4009/2011 (γνωστό ως νόμο Διαμαντοπούλου) περί ανώτατου ορίου σπουδών (Ν+Ν/2 όπου Ν ο αριθμός εξαμήνων κανονικής φοίτησης).
Και οι δυο αυτές προβλέψεις είναι σωστές καθώς: η μεν πρώτη θέτει ένα αυτονόητο ελάχιστο όριο επίδοσης, το οποίο δεν θα επηρεάζεται από τις διακυμάνσεις του βαθμού δυσκολίας των θεμάτων, η δε δεύτερη αναμένεται να καταργήσει στην πράξη το φαινόμενο των «αιώνιων φοιτητών».
Προσοχή όμως. Τα μέτρα θα έχουν και σοβαρές επιπτώσεις οι οποίες μπορεί να επιφέρουν πολιτικό κόστος.
Η πρώτη επίπτωση είναι η σημαντική μείωση του αριθμού των εισακτέων (με βάση κάποιο πρώτο πρόχειρο υπολογισμό γύρω στο 15-20%). Η δεύτερη πιθανή επίπτωση είναι η σταδιακή κατάργηση διαφόρων τμημάτων των ΑΕΙ με πολύ χαμηλή βάση εισαγωγής. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τα στοιχεία των τελευταίων εισαγωγικών εξετάσεων το 42% των Τμημάτων (κυρίως των πρώην ΤΕΙ) είχαν βάση εισαγωγής κάτω από το 10.
Η Κυβέρνηση έχει πλέον να διαχειριστεί τις συνέπειες των σωστών κατ’ αρχήν επιλογών της. Για το λόγο αυτό θα πρέπει πρώτον να διαμορφώσει αξιόπιστες εναλλακτικές εκπαιδευτικές διαδρομές για όσους υποψηφίους δεν περάσουν στα ΑΕΙ.
Μια αναβαθμισμένη τεχνική επαγγελματική εκπαίδευση θα μπορούσε να είναι μια τέτοια διαδρομή. Ούτως ή άλλως πολλά από αυτά τα παιδιά που έμπαιναν με χαμηλή επίδοση στα ΑΕΙ δεν κατάφερναν να τα τελειώσουν και σύντομα αναζητούσαν μόνα τους εναλλακτικούς δρόμους έχοντας όμως χάσει εν τω μεταξύ σημαντικό χρόνο για τη ζωή και το μέλλον τους. Δεύτερον θα πρέπει η Κυβέρνηση να αξιοποιήσει τις υποδομές και το προσωπικό των Τμημάτων που ενδεχομένως θα κλείσουν προκειμένου μέσω ενός συστήματος ενδοπανεπιστημιακής κινητικότητας να ενισχυθούν άλλα βιώσιμα Τμήματα. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε πως μετά από τόσα χρόνια κρίσης τα ΑΕΙ έχουν μεγάλες ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό και ειδικά σε μέλη ΔΕΠ.
Το σημαντικότερο όμως είναι η Κυβέρνηση να μην υποχωρήσει στις πιέσεις των σειρήνων του πολιτικού κόστους, ακόμα και εάν αυτές βρίσκονται πολύ «κοντά της». Η επιτυχία των μέτρων που ανακοινώθηκαν θα κριθεί από αυτό.
* Ο κ. Κώστας Δημόπουλος είναι καθηγητής εκπαιδευτικής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου