«Αναστάτωση Γονέων» – «Συνδικαλιστική Αναταραχή»: Σημειώστε Ένα.
Στην αναμέτρηση της συνηθισμένης συνδικαλιστικής πρακτικής με την διαφαινόμενη ιερή αγανάκτηση γονέων εξεταζόμενων στις πανελλαδικές εξετάσεις, το αουτσάιντερ, εκείνη η πλευρά που σχεδόν πάντα υποχρεώνεται σε ταλαιπωρία, πέρασε εύκολα, αγόγγυστα, μπροστά.
Η πλευρά του κοινού κατήγαγε, τελικά, μια σπάνια πλην περιφανή νίκη. Χρειάστηκε η επιστράτευση του φόβου της οργής των πρωινάδικων, ο οποίος οδήγησε σε αναδίπλωση της αντίπαλης ομάδας.
Η επιτυχία αυτή ξενίζει όχι μόνο λόγω της ευκολίας της, αλλά, κυρίως, λόγω της σπανιότητάς της.
Δεν έχουμε συνηθίσει στον συνυπολογισμό του ευρύτερου κοινωνικού κόστους στις κινητοποιήσεις. Ακόμη λιγότερο σε ένα διεκδικητικό πλαίσιο που να πείθει για την ορθότητά του.
Το αν τα αιτήματα στέκουν – αν δηλαδή προωθούν τα ίδια τα συμφέροντα όσων κινητοποιούνται και, πολύ περισσότερο, τα συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου δεν μπαίνει κάν μέσα στην συνδικαλιστική εξίσωση κόστους-ωφέλειας.
Οι μεγάλες κινητοποιήσεις για το Νόμο Γιαννίτση κρίθηκαν και κρίνονται από τους ίδιους τους συνδικαλιστές ως ορθές και επιτυχημένες.
Όμως, είναι σίγουρο ότι συνεισέφεραν στην χρεοκοπία της χώρας. Είναι ακόμη πιο βέβαιο ότι δεν εξυπηρέτησαν τα συμφέροντα των άμεσα ενδιαφερόμενων. Το ‘Κάτω τα χέρια από τις συντάξεις’ του 2001 και 2008 τελικά οδήγησε σε 12 περικοπές συντάξεων, που άγγιξαν για κάποιους σωρευτικά το 60%.
Έχουμε δηλαδή ένα παράδοξο: Οι συνδικαλιστές αναδιπλώνονται άμεσα στο σημερινό επεισόδιο, ενώ επιμένουν χωρίς συζήτηση σε θέσεις που αποδείχθηκαν επικίνδυνες. Τι μας λέει αυτό για τον συνδικαλισμό στην Ελλάδα και τι για την ποιότητα της πολιτικής συζήτησης;
Πρώτο δίδαγμα: Ο συνδικαλισμός αντανακλά πιστά το επίπεδο της πολιτικής συζήτησης. Ο φόβος του άμεσου πολιτικού κόστους οδηγεί σε υποχώρηση απέναντι σε όσες φωνές είναι δυνατές – αλλά μόνο σε αυτές.
Οι άνεργοι, οι ηλικιωμένοι, οι νέοι (χωρίς τους κηδεμόνες τους) αφού δεν πλησιάζουν τα μικρόφωνα, εύκολα αγνοούνται. Το ότι δεν υποχωρούν οι συνδικαλιστές σε άλλα θέματα σηματοδοτεί απλώς ότι αυτά δεν τίθενται καν και με αυτόν τον τρόπο είναι σαν να μην υπάρχουν.
Αν κυριαρχεί η λογική της «πολιτικής συζήτησης της βρεγμένης γάτας», όταν τα μεγάλα ζητήματα εισάγονται «στα μουλωχτά» και χωρίς προετοιμασία, τότε τον έλεγχο της ατζέντας θα τον έχουν οι συνδικαλιστές.
Δεύτερο δίδαγμα, η κυριαρχία του βραχυχρόνιου ορίζοντα. Η υποχώρηση ήλθε όταν ο απειλούμενος θόρυβος από γονείς θα γινόταν περίπου ‘σε πραγματικό χρόνο’.
Αν η ενόχληση είχε λίγο πιο μεσοπρόθεσμο χαρακτήρα -π.χ. τον επόμενο μήνα- θα συμψηφιζόταν με όλα τα υπόλοιπα που υφίστανται οι συνήθεις ύποπτοι και τα συνήθη υποζύγια. Οσο υποχωρεί χρονικά ο εντοπισμός του κόστους, τόσο θεωρείται θεωρητικό και άρα άξιο περιφρόνησης.
Τρίτο δίδαγμα, η ρηχότητα των εσωτερικών διαδικασιών των συνδικάτων. Η ταχύτατη αναδίπλωση έγινε με περίσσια ευκολία, προδίδοντας έτσι το ότι και η αρχική απόφαση ελήφθη εξίσου επιπόλαια.
Το μπρος-πίσω είναι αποτέλεσμα εύκολων αποφάσεων ηγεσιών οι οποίες σπάνια διαλέγονται και σπανιότερα προσπαθούν να πείσουν όσους εκπροσωπούν.
Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες – ένας θεσμός που πέρασε δέκα χρόνια κρίση και τρία μνημόνια χωρίς καμιά ανανέωση – με τον τρόπο που λαμβάνουν και αναθεωρούν αποφάσεις αναδεικνύουν γιατί χρειάζονται ουσιαστικές αλλαγές – και μάλιστα επειγόντως.
Ο συνδικαλισμός ήταν πράγματι μια κατάκτηση των εργαζομένων. Για να συνεχίσει να αποδίδει, όμως πρέπει να κινείται μαζί με την κοινωνία. Ο φόβος του συνδικαλιστή εμπρός στο πρωϊνάδικο προέρχεται από την αμηχανία του ηγέτη σχετικά με τον ρόλο του.
* Ο Πλάτων Τήνιος είναι οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.