Του Γιάννη Παντελάκη
Σ'' ένα ενδιαφέρον άρθρο του πέρυσι το καλοκαίρι, ο βρετανικός Guardian αναρωτιόταν «γιατί οι αριστεροί πολιτικοί του ΣΥΡΙΖΑ δεν προωθούν μεγαλύτερη μείωση των αμυντικών δαπανών, αντί να επιβάλουν νέους φόρους». Ήταν νωρίς ακόμα για να κατανοήσει ο συντάκτης του άρθρου για το πόσο αριστεροί είναι αυτοί που λίγους μήνες πριν είχαν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Και γι'' αυτό είχε τέτοιες απορίες σημειώνοντας πως «θα ήταν ένα προφανές σχέδιο δράσης για ένα Αριστερό κίνημα».
Μετά τους μήνες που ακολούθησαν και τον τρόπο διακυβέρνησης, σίγουρα σήμερα δεν θα διατύπωνε ανάλογα ερωτηματικά. Ιδιαίτερα αν πληροφορείτο πως η κυβέρνηση προτιμά να περικόπτει αναπηρικές συντάξεις ή να επιβάλλει νέους σκληρούς φόρους σε μια παραπαίουσα κοινωνία, παρά να τηρήσει μια πρόβλεψη του προϋπολογισμού που η ίδια ψήφισε πριν λίγους μήνες. Και η οποία προβλέπει πως το 2016 πρέπει να περικοπούν οι αμυντικές δαπάνες κατά 400 εκατ. ευρώ. Οι χθεσινές προτάσεις της κυβέρνησης προς τους δανειστές αναθεωρούν αυτόν τον στόχο και προβλέπουν περικοπές μόλις 100 εκατ. ευρώ από τον συγκεκριμένο τομέα. Τα υπόλοιπα ας τα πληρώσουν τα συνήθη υποζύγια, κανένα πρόβλημα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του δημοσιεύματος εκείνου, «η πιο αριστερή κυβέρνηση της Ε.Ε. δαπανά αναλογικά περισσότερα για την άμυνα από οποιαδήποτε άλλη. Οι στρατιωτικές δαπάνες στην Ελλάδα ανήλθαν σε 2,2% του ΑΕΠ το προηγούμενο έτος. Μεταξύ των χωρών του ΝΑΤΟ, μόνο οι ΗΠΑ ξόδεψαν περισσότερα σε αναλογία με το μέγεθος της οικονομίας τους»! Εντυπωσιακό; Κι όμως, αυτό το εντυπωσιακό στοιχείο δεν συζητείται στη χώρα μας. Αν όχι σε δημόσιο διάλογο, επειδή ενδεχομένως συνδέεται με θέματα ασφαλείας, θα μπορούσε να συζητηθεί μεταξύ των πολιτικών κομμάτων. Καμμία τέτοια συζήτηση δεν έγινε ώστε ν'' αναζητηθεί ένας τρόπος να σταματήσει αυτή η αιμορραγία.
Προφανώς και τα πράγματα δεν έχουν μια μόνο ανάγνωση. Η χώρα μας δεν είναι Βέλγιο ή Ελβετία, έχει δίπλα την Τουρκία. Ωστόσο, μιλάμε για τεράστια ποσά που δαπανώνται χωρίς καν να έχει διερευνηθεί το ενδεχόμενο περιορισμού τους. Και όχι μόνο αυτό. Πέρυσι, μια από τις πρώτες αποφάσεις της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ήταν ο εκσυγχρονισμός κάποιων αμφίβολης αναγκαιότητας αεροσκαφών με κόστος 500 εκατ. ευρώ. Την ίδια χρονιά που για την αντιμετώπιση της φτώχειας δόθηκαν λιγότερα από 200, ίσως και 100 εκατ.
Δυο χρόνια πριν, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ είχε αποδώσει εύσημα στη χώρα μας για το γεγονός ότι μαζί με τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και την Εσθονία είναι οι μόνες χώρες μέλη της συμμαχίας που διαθέτουν ένα τόσο μεγάλο ποσοστό για αμυντικές δαπάνες! Σε μια χρεοκοπημένη χώρα, όπως τη δική μας, δεν θα έπρεπε αυτό ν'' αποτελεί θέμα –τουλάχιστον– προβληματισμού και συζήτησης;
Η άρνηση της κυβέρνησης να το συζητήσει προφανώς και συνδέεται με τον κυβερνητικό της εταίρο Καμμένο, ο οποίος αντιδρά σε κάθε ενδεχόμενο μείωσης των δαπανών του υπουργείου του. Όπως και αντέδρασε στη μεταφορά στο ΤΑΙΠΕΔ περιουσιακών στοιχείων του υπουργείου. Ωστόσο, αυτό δεν μπορεί να λειτουργεί ως δικαιολογία. Ο Καμμένος –όπως έδειξε και η πρόσφατη προσχηματική του αντίδραση με το θέμα Μουζάλα –δεν θα έριχνε ποτέ τη σημερινή κυβέρνηση στην οποία είναι κι αυτός γαντζωμένος. Απλά, δεν υπάρχει διαφορετική βούληση για το θέμα αυτό, ούτε από τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ. Που όλα δείχνουν πως σε μια σειρά από θέματα χρησιμοποιεί τον Καμμένο ως άλλοθι…