Του Γιάννη Παντελάκη
Τον Λαζόπουλο τον παρακολουθούν πολλοί, υπερβολικά πολλοί για το προϊόν που παράγει. Με αντικειμενικούς όρους, το προϊόν αυτό διακρίνεται κυρίως από λαϊκισμό, δημαγωγία, μελοδραματισμό, χυδαιότητα, εντυπωσιασμό και εκμετάλλευση των αδύναμων τους οποίους χρησιμοποιεί για τα σόου του. Τα καταφέρνει καλά σ'' αυτό, ποιος αμφιβάλει. Χιλιάδες τηλεθεατές στήνονται στις οθόνες τους για να τον παρακολουθήσουν. Γιατί συμβαίνει αυτό, γιατί δηλαδή τα μηχανάκια της AGB τον επιδοκιμάζουν; Κάπου εδώ, βρίσκεται και το κλειδί. Σ'' αυτούς τους υπερβολικά πολλούς που αποδέχονται αυτό που βλέπουν, το επικροτούν, το επιδοκιμάζουν, τελικά συμφωνούν με το θέαμα.
Ο Λαζόπουλος δεν συμπεριφέρεται ως καλλιτέχνης ή όχι μόνο ως τέτοιος. Κάνει πολιτική με τις εκπομπές του. Και σ'' αυτό όμως δεν πρωτοτυπεί παράγοντας κάτι καινούργιο, καινοτόμο και ενδιαφέρον, ανεξάρτητα από τον βαθμό συμφωνίας ή διαφωνίας με αυτό. Αναπαράγει, αυτό που συμβαίνει σε καφενεία, εκεί όπου πολλοί γνωρίζουν τις απόλυτες αλήθειες, αποκαλύπτουν θεωρίες συνωμοσίας, είναι επιφυλακτικοί στο διαφορετικό, δεν έχουν πρόβλημα να ερμηνεύσουν αυτά που συμβαίνουν με «κάτι που άκουσαν», με πολλές δόσεις ημιμάθειας.
Ο Λαζόπουλος είναι αρκετά εύστροφος για να αγγίξει αυτόν τον Έλληνα που εκστασιάζεται με τον εντυπωσιασμό. Είναι πάνω από τον μέσο όρο εκείνων που κουβαλάνε πολλές παθογένειες της κοινωνίας. Αυτό, σε συνδυασμό με την εμπειρία στο σανίδι και το όποιο ταλέντο του τον μετατρέπει σε ηγετική μορφή ανάμεσά τους. Είναι ο χαρισματικός εικονικός ηγέτης τους. Δεν αμφιβάλω πως αν έκανε ένα κόμμα, θα τον ακολουθούσαν πολλοί. Προς το παρόν αυτό δεν χρειάζεται, έχει ταυτιστεί με το βασικό κυβερνητικό κόμμα το οποίο απ'' ό,τι έλεγαν σκεφτόταν να τον τοποθετήσει στο τιμητικό ψηφοδέλτιό του, αλλά αυτός αρνήθηκε. Το ότι θεωρείται άλλωστε εκλεκτός της σημερινής εξουσίας επιβεβαιώνεται από την επίσκεψη Τσίπρα και σχεδόν του μισού υπουργικού συμβουλίου στην παράστασή του.
Ο Λαζόπουλος συνωμοσιολογεί μέσα από τις εκπομπές του, αναπτύσσει θεωρίες που δεν στοιχειοθετούνται, αφήνει υπονοούμενα, αλλά δεν βρίζει ποτέ. Αυτό το αναλαμβάνει ένα μέρος του κοινού του. Οι κάμερες του επισκέπτονται λαϊκές αγορές και δρόμους ή αναπαράγουν βίντεο από εκπομπές σκουπίδια και μεταφέρει στους θεατές του αγοραίες εκφράσεις και λογικές οι οποίες ωστόσο δεν ακούγονται από τον ίδιο. Αναπαράγει ό,τι λένε άλλοι και σε μεγάλο βαθμό έμμεσα τις εντάσσει στον ορθό πολιτικό λόγο ερμηνείας όσων συμβαίνουν.
Υποτίθεται ότι κάνει κριτική προς όλους. Μόνο αυτό δεν συμβαίνει. Η κριτική του περιορίζεται σε πράγματι ευάλωτους για κριτική φορείς της (πολιτικής, οικονομικής ή μιντιακής) εξουσίας, αλλά είναι επιλεκτική. Έχει ακούσει κάποιος τον Λαζόπουλο να μιλάει για τις κακουργηματικές πράξεις για τις οποίες κατηγορείται για παράδειγμα ο ιδιοκτήτης του καναλιού που τον φιλοξενεί; Επιλέγει ποιους θ'' ανεβάσει στο βάθρο (π.χ. Δήμητρα Λιάνη, Τσίπρα κ.ο.κ.) και ποιους όχι. Όπως επιλέγει κατά καιρούς και διάφορους φορείς εξουσίας με τους οποίους ταυτίζεται. Και το πιο ακραίο. Προσπαθώντας να στηρίξει τις θεωρίες του, οδηγείται σε επικίνδυνες λογικές. Ο Ρουπακιάς, ο δολοφόνος του Φύσσα, περίμενε, σύμφωνα με τον Λαζόπουλο, να τον συλλάβουν, εννοώντας πως ήταν μια στημένη ιστορία!
Στο διαδίκτυο διάβασα την πιο σωστή ερμηνεία για τον Λαζόπουλο: είναι το σύμπτωμα και όχι η ασθένεια. Αυτό συμβαίνει. Η ασθένεια βρίσκεται αλλού, αλλά ποιος από τους φορείς εξουσίας να μιλήσει γι'' αυτή; Είναι μέρος της πελατείας και, σύμφωνα με την παλιά ρήση, ο πελάτης έχει πάντα δίκιο…