Του Δημήτρη Καμπουράκη
Πείτε εσείς ό,τι θέλετε, εγώ τον Γιάννη τον Μπαλάφα τον αγαπάω. Είναι η προσωποποίηση της Συριζαϊκής ανεμελιάς και αθωότητας. Όταν μιλά για τα πεπραγμένα της κυβέρνησης, μοιάζει με παππού που εξηγεί στο καφενείο του χωριού του στα Ζαγόρια ή στον Ψηλορείτη, τι ακριβώς δουλειά κάνει ο εγγονός του στο βιοχημικό εργαστήριο της Silicon Valley όπου εργάζεται. Τα λέει τόσο υπεραπλουστευμένα αλλά και τόσο χαριτωμένα, που είναι αδύνατο να του εναντιωθείς.
Θα μου πείτε ότι τα βάλε με τρόπο απαράδεκτο και προσβλητικό με τους συναδέλφους μας στην ΕΡΤ, όταν αυτοί τόλμησαν να μιλήσουν για επίδομα και όχι για 13 η σύνταξη. Σύμφωνοι, όμως η δικαιολογία που πρόβαλε την επόμενη
μέρα δεν ήταν ένα ποίημα, ένα αριστούργημα; «Είναι άλλο πράγμα η ενίσχυση η οικονομική, είναι άλλο πράγμα το μόνιμο οικονομικό μέτρο, άλλο πράγμα το επίδομα. Όταν λέχθηκε επίδομα, διαμαρτυρήθηκα στο όνομα της υποστήριξης της ελληνικής γλώσσας». Αυτό είπε επί λέξει.
Συγνώμη, και μόνο η εφεύρεση ενός τέτοιου υπερβατικού επιχειρήματος, δεν αρκεί για να τον αθωώσουμε μετ' επαίνων; Άκουσα κάποιους να ανταπαντούν οργισμένοι, ότι δεν γίνεται να επικρίνει (δήθεν) την γλώσσα των δημοσιογράφων, όταν οι καθημερινές ελληνικούρες του Τσίπρα μας έχουν βγάλει εκατό φορές το μάτι. Μα τώρα πλάκα μου κάνετε; Αυτές είναι απαντήσεις σε κοινούς θνητούς, όχι σε ιδέες της αριστεράς όπως είναι ο Γιάννης.
Κι έπειτα, είναι δυνατόν να νιώσει κάποιος απειλή από τον Γιάννη τον Μπαλάφα; Και να θέλει να γίνει απειλητικός, δεν μπορεί. Και με πιστόλι να μπει μέσα, κανένας δεν θα τρομοκρατηθεί. Ο Πετρόπουλος που χθες στάθηκε πάνω από υπάλληλο του ΕΦΚΑ στην Λάρισα και τον χρονομέτρησε με το ρολόι του σε πόση ώρα βγάζει μια σύνταξη, είναι πράγματι απειλητικός. Οι φαρμακερές ειρωνείες της Τασίας είναι απειλητικές, το ίδιο ήταν και οι παρεμβάσεις της Ζωής ως προέδρου της Βουλής. Αλλά ο Μπαλάφας; Σας παρακαλώ. Προσβάλουμε την έννοια της απειλής.
Παρακαλώ, εφεξής και ως την ώρα της κάλπης να είμεθα επιεικείς, κατευναστικοί και χιουμορίστες. Άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι. Ο φίλος μου ο κυρ- Γιάννης βέβαια, πάντα ήξερε και τι έκανε και τι έλεγε. Στους υπόλοιπους αναφέρομαι. Τώρα αγαπητοί μου, δεν είναι η ώρα της αντιπαράθεσης μαζί τους. Αυτό έγινε επί πέντε χρόνια. Τώρα είναι ο μήνας που πρέπει να κάτσουμε στην εξέδρα και να χαζεύουμε γελώντας τα καμώματα τους. Έτσι που είναι αγκιστρωμένοι, θα κάνουν από μόνοι τους και μια γκάφα κάθε μέρα. Και να μου το θυμηθείτε, πριν φθάσουμε στην 7 η Ιουλίου, θα πλακωθούν άγρια και μεταξύ τους.