«Η πολιτική δεν πρέπει να ασκείται με τυχοδιωκτικούς όρους», τονίζει ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας, Νίκος Δένδιας, σε συνέντευξή του στο liberal.gr, ασκώντας σκληρή κριτική σε μία κυβέρνηση που, όπως λέει, «δεν έχει ιερό και όσιο στα μέσα που μετέρχεται για να εξυπηρετήσει υστερόβουλους στόχους».
Χαρακτηρίζει εύλογη την ανησυχία της ΝΔ πως «ο θεσμικός κατήφορος της κυβέρνησης δεν έχει τέλος», ενώ σχολιάζει την πρωτοβουλία για την συνταγματική αναθεώρηση κάνοντας λόγο για «ένα ακόμα επικοινωνιακό πυροτέχνημα της κυβέρνησης». Προειδοποιεί, εξάλλου, ενόψει της συζήτησης στη Βουλή ότι «ενδεχόμενη άρνηση της κυβέρνησης στο αίτημα σύστασης εξεταστικής επιτροπής θα αποτελέσει ουσιαστικά ομολογία ενοχής της και απόπειρα συγκάλυψης των ευθυνών της».
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ μιλά επίσης για την κατάσταση στην οικονομία, στην Παιδεία, στη δημόσια ασφάλεια, αλλά και για το μεταναστευτικό.
Συνέντευξη στον Απόστολο Χονδρόπουλο
- Κύριε Δένδια, ο στόχος του ΣΥΡΙΖΑ για αυξημένη πλειοψηφία ώστε να εφαρμοστεί άμεσα η απλή αναλογική δεν επετεύχθη, αλλά ο νέος εκλογικός νόμος πέρασε και θα εφαρμοστεί στις μεθεπόμενες εκλογές. Γιατί η ΝΔ μιλά για μεγάλη πολιτική ήττα της κυβέρνησης; Και γιατί είπατε πως εάν δεν ισχύσει σε αυτές τις εκλογές δεν πρόκειται να ισχύσει ποτέ;
Η ίδια η κυβέρνηση ανήγαγε σε μέγιστο ζήτημα τον εκλογικό νόμο και έφτασε μάλιστα στο σημείο να εκλιπαρεί… τη Χρυσή Αυγή! Η πραγματικότητα είναι απλή: ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, ευρισκόμενοι με την πλάτη στον τοίχο, λόγω των οικονομικών μέτρων που πρόσφατα υπέγραψαν, επιχείρησαν «να πετάξουν τη μπάλα στην εξέδρα» από επικοινωνιακή άποψη αλλά και να μεταβάλλουν κατά τις δικές τους προσδοκίες τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς, με το βλέμμα στις επόμενες εκλογές, όποτε κι αν αυτές διεξαχθούν, συναισθανόμενοι την επερχόμενη μεγάλη ήττα τους. Το μόνο που κατάφεραν τελικά ήταν να χρεωθούν μια και μια μεγάλη πολιτική αποτυχία, καθώς δεν πέτυχαν να συγκεντρώσουν τον αριθμό των 200 βουλευτών, όπως προεξοφλούσαν. Θεωρώ πάντως ότι δεν θα ισχύσει ο εκλογικός νόμος, διότι θα τον αλλάξει η επόμενη Βουλή.
- Οι 50 έδρες είναι για εσάς αδιαπραγμάτευτες ή θα μπορούσατε σε άλλο πολιτικό χρόνο, ουδέτερο, να συζητήσετε και προτάσεις για μικρότερο μπόνους ή σύνδεσή του με το ποσοστό του πρώτου κόμματος;
Στην πράξη δεν είναι 50, αλλά σαφώς λιγότερες οι έδρες του bonus για το πρώτο κόμμα. Αλλά για την εκλογίκευση του bonus, εκτιμώ ότι μπορούμε να καταλήξουμε σε μία ενιαία γραμμή με άλλα κόμματα που θέλουν ένα αναλογικότερο ίσως σύστημα, αλλά όχι την απλή αναλογική της ακυβερνησίας.
Εξορθολογισμός άλλωστε χρειάζεται και στην κατανομή των εδρών, όπου σε ορισμένες εκλογικές περιφέρειες είχαμε παράδοξα φαινόμενα αναντιστοιχίας μεταξύ εκλογικής βούλησης και κοινοβουλευτικής αντιπροσώπευσης. Μπορούμε να συμφωνήσουμε επίσης στην κατάτμηση των μεγάλων εκλογικών περιφερειών. Γενικότερα, εκτιμώ ότι υπάρχει έδαφος για συμφωνία το οποίο μπορούμε να αξιοποιήσουμε, προχωρώντας ακόμη και σε μία ρηξικέλευθη αλλαγή του εκλογικού νόμου.
- Με τη σύμφωνη γνώμη των δύο μεγαλύτερων κομμάτων δρομολογείται και η διαδικασία συνταγματικής αναθεώρησης. Ο τρόπος με τον οποίο ξεκίνησε και εξελίσσεται αυτή η συζήτηση, σας κάνει να πιστεύετε ότι διαμορφώνονται προϋποθέσεις για να υπάρξει πράγματι ευρεία συναίνεση;
Δυστυχώς, πρόκειται για ένα ακόμη επικοινωνιακό πυροτέχνημα της Κυβέρνησης. Δεν είναι το Σύνταγμα το μεγάλο πρόβλημα της χώρας αυτή τη στιγμή, αλλά η κατάσταση σε όλους τους κρίσιμους τομείς - και όχι μόνο στην οικονομία - εξαιτίας της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Αλλά και ο διχαστικός τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει τα πάντα η σημερινή κυβέρνηση, δεν διασφαλίζει ότι αποσκοπεί πράγματι στο να διεξαχθεί μια σοβαρή συζήτηση, με την επιδίωξη συναίνεσης, στα σημεία που όντως είναι απαραίτητες οι αλλαγές, όπως στο άρθρο 16 του Συντάγματος, ώστε να επιτραπεί επιτέλους η ίδρυση μη κρατικών Πανεπιστημίων. Αντιθέτως, παρατηρούμε μία διάθεση ενασχόλησης με επικίνδυνα για τις ισορροπίες στον τρόπο λειτουργίας του πολιτεύματος ζητήματα, όπως σχετικά με τις αρμοδιότητες και τον τρόπο εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας. Πιθανόν, να πρέπει πράγματι να αποσυνδεθεί η συγκεκριμένη διαδικασία από την πτώση μιας κυβέρνησης, καθώς ο τόπος το πλήρωσε ακριβά αυτό τόσο το 2009 (με την απειλή τότε της πτώσης της) όσο και το 2014. Αλλά η δημιουργία ενός δεύτερου πόλου εξουσίας, είναι ένα εξαιρετικά επικίνδυνο «παιχνίδι» με τους θεσμούς από τον κ. Τσίπρα, με την προσδοκία μόνο και μόνο «να ανακατέψει την τράπουλα». Αλλά η πολιτική, ειδικά σε μία ταλαιπωρημένη από την κρίση χώρα, δεν πρέπει να ασκείται με τυχοδιωκτικούς όρους.
- Ο κ. Μητσοτάκης προειδοποίησε πάντως τον πρωθυπουργό «να μην διανοηθεί να παίξει θεσμικά παιχνίδια με τη διαδικασία αναθεώρησης». Τι είναι αυτό που σας κάνει να ανησυχείτε ότι μπορεί η κυβέρνηση να έχει τέτοια πρόθεση; Και πως ακούτε τα περί ενδεχόμενου συμβουλευτικού δημοψηφίσματος;
Η μέχρι σήμερα άσκηση πολιτικής τακτικισμών από την κυβέρνηση, αποδεικνύει ότι δεν έχει «ιερό και όσιο» στα μέσα που μετέρχεται για να εξυπηρετήσει υστερόβουλους στόχους σε γενικότερο επίπεδο. Οι χειρισμοί στο ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών και ο «ακρωτηριασμός» του ΕΣΡ αποδεικνύουν για παράδειγμα ότι θέλει να ελέγξει τον χώρο της ενημέρωσης, εφευρίσκοντας ακόμη και απίθανους τρόπους για να το πράξει. Είναι εύλογη συνεπώς η ανησυχία του Προέδρου του κόμματός μας κ. Μητσοτάκη, αλλά και όλων μας, ότι ο θεσμικός κατήφορος της Κυβέρνησης δεν έχει τέλος. Η συνεχιζόμενη μάλιστα συντήρηση του ζητήματος της προκήρυξης - διχαστικών από την φύση τους - δημοψηφισμάτων, δείχνει ότι η πρόθεση της κυβέρνησης παραμένει υστερόβουλη, αδιαφορώντας για τους κινδύνους. Δυστυχώς, το πάθημα του Ιουλίου του 2015 φαίνεται ότι δεν έγινε μάθημα.
- Σήμερα θα διεξαχθεί και η συζήτηση για την εξεταστική που προτείνετε για την διαπραγμάτευση του πρώτου εξαμήνου του 2015. Ποιο είναι το επιχείρημα με το οποίο καλείτε και την κυβέρνηση να στηρίξει το αίτημά σας ώστε να συγκεντρώσει την απαιτούμενη πλειοψηφία;
Είναι αδιανόητο ότι η Κυβέρνηση, την ίδια στιγμή που ζητά τεράστιες θυσίες από τους Έλληνες πολίτες, επιχειρεί μέχρι στιγμής να παρεμποδίσει τη δημόσια συζήτηση για το κόστος άνω των 100 δισ. ευρώ που κόστισαν στην πραγματική οικονομία τα capital controls, με αποτέλεσμα περαιτέρω ύφεση και λουκέτα, όπως και τη διερεύνηση για το πώς οδηγηθήκαμε σε αυτό το σημείο. Αλλά είναι αδιανόητο επίσης να έχουν διατυπωθεί καταγγελίες που αγγίζουν ακόμα και τη λειτουργία του πολιτεύματος, όπως το σχέδιο εμπλοκής των Ενόπλων Δυνάμεων ύστερα από τυχόν Grexit και να μην υπάρχει λεπτομερής δημόσια συζήτηση για αυτό, πέραν γενικόλογων διαψεύσεων και αφορισμών. Ενδεχόμενη άρνηση της κυβέρνησης στο αίτημα σύστασης εξεταστικής επιτροπής, θα αποτελέσει ουσιαστικά ομολογία ενοχής της και απόπειρα συγκάλυψης των ευθυνών της.
- Η ΝΔ εξακολουθεί να ζητά εκλογές, αλλά δεν μπορεί να τις επιβάλλει και αντιλαμβάνομαι πως ούτε μπορεί να προβλέψει αν και πότε θα γίνουν. Η πολιτική σας εκτίμηση ωστόσο ποια είναι; Τα δύσκολα που έχει μπροστά της η κυβέρνηση, π.χ στα εργασιακά, θα μπορούσαν να οδηγήσουν ακόμη και σε πολιτικές εξελίξεις;
Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, από τον αριθμό και μόνο των 153 βουλευτών που την στηρίζουν, είναι αυτονόητο ότι είναι εύθραστη. Βεβαίως, η μέχρι τώρα εμπειρία δείχνει ότι το κυρίαρχο κριτήριο εκ μέρους της κυβέρνησης είναι η κατά το δυνατόν παράταση της θητείας της, όπως οι 500 περίπου τροπολογίες, μέσα σε 17 μόλις μήνες, για εξυπηρετήσεις «ημετέρων» κυρίως, αποδεικνύουν. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει όμως πώς θα επηρεάσει τις πολιτικές εξελίξεις το γεγονός ότι ο νέος εκλογικός νόμος θα ισχύσει από τις μεθεπόμενες εκλογές και όχι από τις επόμενες, όπως προσδοκούσε.
- Διαπιστώνετε ως κόμμα «καθολική δυσαρμονία μεταξύ κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και κοινωνίας». Βλέπετε όμως και ταυτόχρονη αύξηση της εμπιστοσύνης των πολιτών στη ΝΔ; Κερδίζει, πιστεύετε, η αξιωματική αντιπολίτευση στο βαθμό που ενδεχομένως θα μπορούσε από την φθορά της κυβέρνησης ή πρέπει και εκείνη να βελτιώσει ή ακόμη και να αλλάξει πτυχές της αντιπολιτευτικής της τακτικής;
Η δυσαρμονία στην κοινωνία είναι ήδη ορατή και θα καταστεί ακόμη πιο ευδιάκριτη από το φθινόπωρο, όταν θα καταστούν ολοφάνερες οι συνέπειες της ολέθριας πολιτικής της κυβέρνησης στην πραγματική οικονομία και θα καταβληθούν οι φορολογικές επιβαρύνσεις. Βεβαίως, εχθρός του καλού είναι πάντοτε το καλύτερο και η παρουσίαση του προγράμματός μας μπορεί να αποτελέσει μία νέα αρχή στη σχέση μας με τους πολίτες. Η ΝΔ οφείλει να παρουσιάσει έναν συγκεκριμένο οδικό χάρτη για την μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων και παράλληλα να μην αποκοπεί από τα λαϊκά στρώματα. Στόχος μας πρέπει να είναι πάντα η δημιουργία ενός πλειοψηφικού ρεύματος στην κοινωνία, ώστε σε συνεργασία με άλλες μεταρρυθμιστικές δυνάμεις σε αυτή τη συγκυρία, να βγάλουμε οριστικά την Ελλάδα από την κρίση και τα μνημόνια.
- Βασική δέσμευση της ΝΔ είναι ότι θα επιδιώξει μία νέα συμφωνία με τους θεσμούς που θα στηρίζεται σε διαφορετικό μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής. Τι σας κάνει να αισιοδοξείτε πως θα την πετύχει όταν η εμπειρία και της κυβέρνησης της ΝΔ έχει δείξει ότι κάθε προσπάθεια επαναδιαπραγμάτευσης δεν είναι εύκολη και χρειάζεται χρόνο.
Δεν είναι εύκολη, πράγματι. Αλλά η μέχρι τώρα εμπειρία - και η προσωπική μου από το διάστημα που διατέλεσα υπουργός Ανάπτυξης της κυβέρνησης Σαμαρά - αποδεικνύει ότι όταν θέτουμε στους εταίρους πλήρως αιτιολογημένα και τεκμηριωμένα αιτήματα, με στόχο παράλληλα τη βελτίωση της δημοσιονομικής κατάστασης, τείνουν να τα αποδέχονται. Όπως έγινε δηλαδή και με τη μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση, αλλά και με το νόμο για τα «κόκκινα δάνεια» τον οποίο εισηγήθηκα. Εκτιμώ ότι όλοι έχουν αντιληφθεί πλέον ότι τέτοιοι όροι τεράστιων πλεονασμάτων οδηγούν σε υπερφορολόγηση και τελικά στην ύφεση.
- Είναι γνωστό πως η ΝΔ θεωρεί συνολικά την σημερινή κυβέρνηση ως την χειρότερη της μεταπολίτευσης. Αν σας αναφέρω όμως τρεις τομείς όπου της ασκείτε πάρα πολύ σκληρή αντιπολιτευτική κριτική, σε ποιον από αυτούς θα λέγατε ότι σας ανησυχούν περισσότερο οι πολιτικές και οι επιδόσεις της; Στην οικονομία, στην Παιδεία ή στην ασφάλεια του πολίτη;
Δυστυχώς, σε όλους τους τομείς και ακόμη περισσότερο ίσως σε αυτούς τους τρεις, η κατάσταση είναι τραγική, εξαιτίας των ιδεοληψιών και της ερασιτεχνικής αντιμετώπισης συγκεκριμένων προβλημάτων από την κυβέρνηση. Πραγματικά όμως δεν ξέρεις ποιον τομέα διαχείρισης να επιλέξεις ως περισσότερο προβληματικό, με την σημερινή κυβέρνηση! Στην οικονομία, τα λουκέτα σε μεγάλες επιχειρήσεις, η τρομακτική επιβάρυνση της πραγματικής οικονομίας και οι τεράστιες αυξήσεις σε φόρους και εισφορές, έχουν δημιουργήσει κατάσταση ασφυξίας. Στην Παιδεία, η εχθρική αντιμετώπιση της αριστείας, τα τρομακτικά κενά εκπαιδευτικών και η «φιλοσοφία» ισοπέδωσης, όπως στην περίπτωση της κατάργησης των εξετάσεων για εισαγωγή στα δημόσια πρότυπα σχολεία, την έχουν οδηγήσει δεκαετίες πίσω. Στη δημόσια ασφάλεια, η κατακόρυφη αύξηση της εγκληματικότητας, η σταδιακή επιστροφή του κέντρου της πρωτεύουσας στην προ του 2012 οικτρή κατάσταση και οι ιδεολογικές αγκυλώσεις της πολιτικής ηγεσίας του αρμόδιου Υπουργείου, που δεν επιτρέπουν στην Ελληνική Αστυνομία να πράξει τα αυτονόητα - όπως αποδείχθηκε πρόσφατα με το camping αντιεξουσιαστών στο ΑΠΘ και με την ανοχή στις επιδρομές των κουκουλοφόρων από τα Εξάρχεια - δείχνουν το μέγεθος του προβλήματος. Προσθέστε το χάος που οδήγησε η πολιτική των ανοιχτών συνόρων στο μεταναστευτικό και η αρχική ταύτιση προσφύγων και μεταναστών, όπως και την εικόνα διάλυσης στη Δημόσια Υγεία, για να έχετε, σε ορισμένους κρίσιμους τομείς και μόνο, μία εφιαλτική αποτύπωση της πραγματικότητας για την καθημερινότητα του πολίτη.
- Στο μεταναστευτικό πιστεύετε ότι τα πράγματα έστω και με όλη αυτή την καθυστέρηση έχουν μπει πλέον σε μία κατεύθυνση πιο σωστής διαχείρισης από την ελληνική κυβέρνηση; Δεν δείχνει να υπερβαίνει και «ιδεοληψίες» που χαρακτήριζαν την πολιτική της ως κυβέρνηση ή και την κριτική της παλαιότερα; Ο κ. Μουζάλας, για παράδειγμα, αναγνώρισε πως η πραγματικότητα είναι διαφορετική απ'' ότι νόμιζε όταν σας ασκούσε κριτική για τις συνθήκες στα προαναχωρησιακά κέντρα.
Επί θητείας του κ. Μουζάλα είναι αλήθεια ότι υπήρξαν κινήσεις στην κατεύθυνση μιας πιο ρεαλιστικής αντιμετώπισης της κατάστασης. Προφανώς όμως ήταν και ο ίδιος δέσμιος μιας συνολικής κυβερνητικής αντίληψης που οδήγησε σε φαινόμενα τύπου Ειδομένης. Με ανησυχεί όμως σε μεγάλο βαθμό το γεγονός ότι με ευθύνη της Κυβέρνησης εξαρτιόμαστε πλήρως σχεδόν από την στάση της Τουρκίας στο συγκεκριμένο ζήτημα, η οποία είναι άγνωστο πώς θα αξιοποιήσει αυτή την κατάσταση, μετά τις πρόσφατες δραματικές εξελίξεις στο εσωτερικό της. Το γεγονός πάντως ότι ο κ. Μουζάλας είχε το θάρρος να ζητήσει συγγνώμη, είναι μία γενναία πράξη και τον τιμά. Δεν είναι σύνηθες στον πολιτικό μας βίο αυτό που έπραξε.