Προτείνω να κάνουμε ένα πείραμα. Αν κάνετε μια αναζήτηση στο διαδίκτυο αναφορικά με τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, θα βρείτε άρθρα για το Ιράν, τον ρόλο των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, τις πολιτικές της Τουρκίας στην περιοχή, τις εξελίξεις στη Λιβύη ή την απόπειρα πραξικοπήματος στην Ιορδανία.
Γενικώς, θα βρείτε άρθρα τα οποία κυριαρχούν στον ελληνικό έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο διότι αφορούν την Ελλάδα, έμμεσα ή άμεσα. Υπάρχει ωστόσο ένας πόλεμος για τον οποίο δε διαβάζουμε συχνά αναλύσεις, παρά το γεγονός ότι πρόκειται για μια σύρραξη η οποία επηρεάζει ολόκληρη τη Μέση Ανατολή και όχι μόνο. Πρόκειται για τον πόλεμο στην Υεμένη.
Η Υεμένη βιώνει σήμερα τη χειρότερη ανθρωπιστική κρίση στον κόσμο. Οι κάτοικοί της, πέραν των εμπόλεμων συγκρούσεων και των βομβαρδισμών, αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα όπως ακραία φτώχεια η οποία τους έχει φέρει στα πρόθυρα του λιμού, επιδημίες όπως η χολέρα και η ελονοσία, την πανδημία του κορονοϊού, φυσικές καταστροφές κ.α.
Οι ανθρωπιστικές επιπτώσεις του πολέμου είναι εξαιρετικά σημαντικές, αλλά δε θα σταθώ σε αυτές. Και αυτό διότι οι εξελίξεις σε τακτικό και στρατηγικό επίπεδο είναι μεγάλες. Προτού ασχοληθώ με τις τρέχουσες εξελίξεις, καλό θα ήταν να υπενθυμίσω στον αναγνώστη ποιοι πολεμούν στην Υεμένη και γιατί. Η Αραβική Άνοιξη του 2011 ώθησε σε παραίτηση τον επί χρόνια πρόεδρο Ali Abdullah Saleh. Την εξουσία ανέλαβε ο αντιπρόεδρος Abdrabbuh Mansur Hadi ο οποίος είναι άνθρωπος της Σαουδικής Αραβίας.
Ο Hadi δεν κατάφερε να γεφυρώσει τα χάσματα μεταξύ των φυλών και μεταξύ της κυβέρνησής του και των διαφόρων ένοπλων ή πολιτικών κινημάτων. Κατάφερε, ωστόσο, να εξασφαλίσει τη στήριξη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας η οποία χαίρει μεγάλης υποστήριξης στους Σουνίτες της Υεμένης. Το 2014, οι Σιίτες αντάρτες Houthis κατέλαβαν, με την υποστήριξη του έκπτωτου προέδρου Saleh, την πρωτεύουσα Σαναά. Το 45% του πληθυσμού στην Υεμένη είναι Σιίτες, αλλά η επέκταση των Houthis δεν έχει να κάνει τόσο με τη διαμάχη Σουνιτών-Σιιτών.
Οι Houthis, θέλουν να καταλάβουν την κυβέρνηση και όχι να δημιουργήσουν ένα σιιτικό κράτος. Παρόλα αυτά, υποστηρίχθηκαν από το Ιράν. Μετά την πτώση της Σαναά, η κυβέρνηση κατέφυγε στο λιμάνι του Άντεν, στον Νότο. Οι Houthis, προήλαυσαν μέχρι το Άντεν και παραλίγο να θέσουν υπό τον έλεγχό τους το μεγαλύτερο μέρος της χώρας.
Για τον λόγο αυτόν, τον 2015, η Σαουδική Αραβία και οι σύμμαχοί της αποφάσισαν τη διεξαγωγή στρατιωτικών επιχειρήσεων στην Υεμένη. Πέραν των Houthis και της κυβέρνησης, στον πόλεμο συμμετέχουν η Al-Qaeda, οι αποσχιστές του Νότου και το Ισλαμικό Κράτος (ISIS).
Ας πάμε όμως στο σήμερα. Η Σαουδική Αραβία έχει καταφέρει να απωθήσει τους Houthis στο βόρειο τμήμα της χώρας. Κατάφερε επίσης, να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ της κυβέρνησης και των αποσχιστών του Νότου. Το φιλοκυβερνητικό στρατόπεδο, ωστόσο, βρίσκεται αντιμέτωπο με μια πλειάδα προβλημάτων. Το σημαντικότερο των προβλημάτων αυτών είναι η προσπάθεια των Houthis να καταλάβουν την πόλη Μαρίμπ.
Η πόλη αυτή αποτελεί το τελευταίο κυβερνητικό προπύργιο στον Βορρά. Η στρατηγική αξία της πόλης είναι μεγάλη: συνδέεται οδικά με την πρωτεύουσα και είναι πλούσια σε πετρέλαιο. Αν η πόλη περάσει υπό τον έλεγχο των Houthis, τότε η κυβέρνηση θα χάσει το τελευταίο της οχυρό στη βόρεια Υεμένη και η Σαουδική Αραβία θα βρεθεί εκτεθειμένη.
Παρά τους συνεχείς βομβαρδισμούς, οι Σαουδάραβες και οι σύμμαχοί τους δεν κατάφεραν να κερδίσουν τους συμμάχους του Ιράν στην Υεμένη. Μάλιστα, η κυριαρχία των Houthis στη βόρεια Υεμένη έχει δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα ασφαλείας στο Βασίλειο των Σαούντ, εξαιτίας των συχνών πυραυλικών επιθέσεων εντός της σαουδαραβικής επικράτειας. Πολλές φορές οι Houthis στοχεύουν πετρελαϊκές εγκαταστάσεις γεγονός που είναι επίσης προβληματικό. Τα προβλήματα για το Ριάντ διογκώθηκαν μετά την απόφαση του Αμερικανού προέδρου Biden να σταματήσει την υποστήριξη των ΗΠΑ στον πόλεμο της Σαουδικής Αραβίας στην Υεμένης.
Όμως αυτά δεν είναι τα μοναδικά προβλήματα για την κυβέρνηση Hadi και τους Σαουδάραβες: στα εδάφη τα οποία ελέγχουν οι φιλοκυβερνητικές δυνάμεις, ο Hadi έχει να αντιμετωπίσει τρία σοβαρά προβλήματα: πρώτον, τις ολοένα και πιο συχνές επιθέσεις της Al-Qaeda και των άλλων τρομοκρατικών οργανώσεων που δραστηριοποιούνται στην περιοχή.
Δεύτερον, τη δυσαρέσκεια ορισμένων αποσχιστών του Νότου εξαιτίας της καθυστέρηση μεταρρυθμίσεων εκ μέρους της κυβέρνησης. Παρά την παύση των συγκρούσεων μεταξύ των δύο πλευρών, οι αποσχιστές συνεχίζουν να βλέπουν εχθρικά τη Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Δεν αποκλείεται, επομένως, να δούμε, κάποια στιγμή, την αποχώρηση των αποσχιστών από την κυβέρνηση και την επανέναρξη των εχθροπραξίων. Αυτό φυσικά, θα εξαρτηθεί και από τη στάση των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων τα οποία υποστηρίζουν τους αποσχιστές μαχητές. Τρίτον, η κυβέρνηση έχει χάσει τη νομιμοποίησή της σε αρκετές περιοχές της κεντρικής και νότιας Υεμένης και πολλοί ντόπιοι φύλαρχοι έχουν σταματήσει να υποστηρίζουν την κυβέρνηση με χρήματα και μαχητές.
Η απόφαση του Biden να απομακρυνθεί στρατιωτικά από την Υεμένη ήταν σωστή διότι βασίζεται στον ρεαλισμό. Και αυτό διότι είναι σαφές, μετά από επτά περίπου χρόνια πολέμου, ότι οι Houthis δε γίνεται να εξουδετερωθούν. Οι Houthis δεν είναι πλέον απλώς αντάρτες. Πρόκειται για μια κυβέρνηση – έστω και μη αναγνωρισμένη – η οποία, παρά τα εγκλήματα που διαπράττει χαίρει μεγάλης υποστήριξης στη βόρεια Υεμένη. Επομένως, ο μόνος τρόπος τερματισμού του πολέμου είναι η επανέναρξη των ειρηνευτικών συνομιλιών.
Η Σαουδική Αραβία πρέπει να αποχωρήσει από την Υεμένη διότι, όχι μόνο δεν κατάφερε αυτό που ήθελε, αλλά έχει εκτεθεί. Δεν κατάφερε να εξουδετερώσει τους αντιπάλους της, η εμπλοκή της στον πόλεμο δημιούργησα προβλήματα ασφαλείας εντός των συνόρων της και, είναι πλέον φανερό, ότι έχει ηττηθεί και ότι δεν είναι αποτελεσματική στρατιωτικά.
Ο πόλεμος στην Υεμένη δεν αφορά μόνο τους κατοίκους της Υεμένης ή τη Σαουδική Αραβία. Σχετίζεται με την επιδιωκόμενη επέκταση του Ιράν στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, με τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας και με την ασφαλή ναυσιπλοΐα δεδομένου ότι η χώρα βρίσκεται στις «Πύλες των Δακρύων» δηλαδή στα στενά (γνωστά και ως Μπαμπ ελ Μαντέμ) τα οποία συνδέουν την Ερυθρά Θάλασσα με τον Ινδικό Ωκεανό.
Με δυο λόγια, οι εξελίξεις στην Υεμένη είναι πολλές και ο εκεί πόλεμος είναι από τις πιο μείζονες εστίες αστάθειας στην ευρύτερη γειτονιά μας. Μένει να δούμε τι επιπτώσεις θα φέρει η αποχώρηση των Αμερικανών και τι θα κάνει η Σαουδική Αραβία. Η αναλγησία της διεθνούς κοινότητας για την ανθρωπιστική κρίση είναι απίστευτη. Όμως η κρίση αυτή θα αντιμετωπιστεί μόνο όταν τερματιστεί ο πόλεμος. Και ο πόλεμος αυτός δε γίνεται να τελειώσει με στρατιωτικά μέσα. Γι’ αυτό λοιπόν οι ΗΠΑ, η ΕΕ και οι διεθνείς οργανισμοί πρέπει να πιέσουν για την επανέναρξη των συνομιλιών και την εξεύρεση μιας μέσης λύσης.