Του Γιάννη Παντελάκη
Σε θέση μάχης η κυβέρνηση για το ασφαλιστικό, διαβάζω σε μέσα ενημέρωσης. Αυτό, μάλλον πρέπει ν'' ανησυχεί ιδιαίτερα τους συνταξιούχους. Όσες φορές η κυβέρνηση έδωσε ανάλογες μάχες με τους δανειστές, οι μάχες σχεδόν πάντα χάθηκαν. Προσπαθώ να θυμηθώ μια από αυτές που είχε μια διαφορετική τύχη. Δεν βρίσκω. Από τη μεγάλη μάχη του καλοκαιριού που κατέληξε σ'' ένα τρίτο σκληρό μνημόνιο, μέχρι τις μικρότερες με τα περίφημα ισοδύναμα που ποτέ δεν βρέθηκαν.
Το ασφαλιστικό είναι ένα κορυφαίο ζήτημα για τη χώρα. Όχι ωστόσο κυρίως λόγω των μεγεθών του, του κόστους, της δημοσιονομικής του πλευράς. Αυτή συνδέεται με πολλές άλλες παραμέτρους όπως η ανεργία, η ανασφάλιστη απασχόληση, η ανταποδοτικότητα εισφορών, ο κατακερματισμός του συστήματος κ.ο.κ. Αλλά για έναν άλλο ιδιαίτερα σημαντικό λόγο. Στις συνθήκες που βιώνουμε, οι συντάξεις δεν αφορούν μόνο τους συνταξιούχους, αλλά μια ευρύτερη ομάδα ανθρώπων γύρω από αυτούς. Σε πολλές, παρά πολλές περιπτώσεις από μια σύνταξη ζει μια ολόκληρη οικογένεια, είναι γνωστό αυτό. Από μια σύνταξη που έχει κοπεί δώδεκα φορές (και όχι έντεκα φορές, που λέει η κυβέρνηση, έχει κάνει και η ίδια ήδη τη δωδέκατη περικοπή αυξάνοντας τις εισφορές των συνταξιούχων για την περίθαλψη), προσπαθούν να επιβιώσουν πολλοί περισσότεροι από τον ίδιο τον συνταξιούχο.
Πώς διαχειρίστηκε έως τώρα η κυβέρνηση το κορυφαίο ζήτημα αυτό; Με τον συνήθη επικοινωνιακό τρόπο. Εδώ και μήνες, βομβαρδίζει την κοινή γνώμη με σενάρια και ιδέες, οι οποίες αποσύρονται λίγο μετά, για να σκαρφιστεί μερικές άλλες. Αρχικά σκέφτηκαν τον επαναϋπολογισμό των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων ώστε ν'' αποκτήσουν έναν χαρακτήρα κάποιας ανταποδοτικότητας. Πέρασαν εβδομάδες μέχρι να συνειδητοποιήσουν πως αυτό δεν μπορεί να γίνει, τα ασφαλιστικά ταμεία δεν έχουν καν την τεχνική δυνατότητα να το κάνουν. Ακολούθησαν πορίσματα «σοφών» και εκθέσεις ιδεών, χωρίς καμία από αυτές να περιέχει ρεαλιστικά στοιχεία. Αλλά ακόμα και αν κάποιες περιείχαν, τις απέρριπτε η ίδια η κυβέρνηση που σύστησε την επιτροπή που έβγαλε τα πορίσματα. Ακόμα και τώρα, στο παρά πέντε, σκαρφίζονται διάφορα για να πουν οι κυβερνητικοί στα κανάλια. Γιατί αυτό είναι το κυρίαρχο, η επικοινωνιακή μάχη εντυπώσεων και όχι η ουσία.
Η κυβέρνηση είχε τον χρόνο να κάνει έναν ουσιαστικό διάλογο με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις αλλά και ειδικούς, επάνω στο θέμα. Ενδεχομένως κάτι τέτοιο να έδινε τη δυνατότητα δημιουργίας ενός σχεδίου με ρεαλιστικά χαρακτηριστικά το οποίο θα προέκυπτε από μια ουσιαστική συζήτηση. Για να συμβεί κάτι τέτοιο όμως, θα έπρεπε ο διάλογος να γινόταν επάνω σ'' ένα συγκεκριμένο κυβερνητικό σχέδιο στο οποίο θα ήταν εφικτό να κατατεθούν και εναλλακτικές προτάσεις. Τέτοιο σχέδιο δεν υπήρξε ποτέ. Ιδέες μόνο ακουγόντουσαν οι οποίες άλλαζαν κάθε τόσο. Η μοναδική πρωτοβουλία προς αυτήν την κατεύθυνση ήταν αυτή του συμβουλίου αρχηγών που προκάλεσε ο πρωθυπουργός. Αλλά αυτή είχε το χαρακτήρα εγκλωβισμού των άλλων κομμάτων σε μια κυβερνητική τακτική και όχι κάτι διαφορετικό. Ήταν ενός είδους παγίδα για να μοιραστούν οι ευθύνες. Το συμβούλιο είχε ένα προδιαγεγραμμένο άδοξο τέλος.
Τα χρονικά περιθώρια πια είναι ασφυκτικά. Μέσα στις δυο επόμενες εβδομάδες πρέπει να υπάρξει μια συμφωνία με τους δανειστές. Δεν είναι σίγουρο τι θα τους λέει ο Κατρούγκαλος. Ακούγεται πως θα προτείνει να βρεθούν έσοδα και από τις κλήσεις που θα δίνει η τροχαία! Φαντάζομαι πως θ'' αντιδράσουν όταν ακούσουν τέτοιες ιδέες. Πάντως τέτοιου είδους μέτρα έχουν δοθεί από το αρμόδιο υπουργείο στον Τσίπρα. Ο οποίος βάζει πάλι κόκκινες γραμμές, αυτήν τη φορά για τη μη μείωση των κύριων συντάξεων. Για τις επικουρικές (που ήταν μια άλλη κόκκινη γραμμή του παρελθόντος) θεωρούνται βέβαιες οι περικοπές. Η μάχη θα δοθεί, αλλά φοβάμαι πως η έκβασή της θα έχει το ίδιο αποτέλεσμα με τις προηγούμενες. Και για την κυβέρνηση, θα ευθύνεται πάλι κάποιος άλλος…