Του Γιώργου Φλωρίδη
Όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές μειώνεται σημαντικά ο αριθμός των πολιτών που αξιολογούν τα βασικά στοιχεία με τα οποία κρίνεται κάθε διακυβέρνηση: αν, δηλαδή, ήταν σταθερή στον προσανατολισμό της, συνεπής στις δεσμεύσεις της, αποδοτική στο έργο της, σοβαρή και υπεύθυνη στο ύφος και το ήθος της.
Ο πήχης της κρίσης των πολιτών για την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ τίθεται όλο και πιο χαμηλά. Πλέον, το βασικό κριτήριο δεν είναι τι έκανε απ' όσα υποσχέθηκε, αλλά σε ποια κατάσταση θα παραδώσει τη χώρα που παρέλαβε. Αν, δηλαδή, μετά την επερχόμενη ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, η Ελλάδα θα έχει βελτιώσει τη θέση της για την υπέρβαση της κρίσης σε σχέση με το 2014, ή αν οπισθοδρομεί και θα κληθεί να ξεκινήσει εκ νέου από μηδενική βάση.
Ο εξουσιαστικός ξεπεσμός
Ο απολογισμός είναι προφανώς απογοητευτικός και η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων τον μετατρέπει σε αντι-ΣΥΡΙΖΑ κίνημα. Ομως, πώς και γιατί συνέβη αυτό; Η εξήγηση, κατά τη γνώμη μου, βρίσκεται σε τρία κομβικά στοιχεία της θητείας ΣΥΡΙΖΑ.
Πρώτον, υποσχέθηκε μια αντιμνημονιακή Ελλάδα με επιστροφή στο παρελθόν και, μάλιστα, με αλλαγή της Ευρώπης. Το αφήγημα αυτό χρεοκόπησε γρήγορα και τον οδήγησε στην πλήρη διαγραφή των προσανατολισμών και δεσμεύσεών του.
Δεύτερον, πιεζόμενος να προσαρμόσει την πολιτική του στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα, δεν μπόρεσε να παράξει προωθημένο έργο, αρκούμενος σε μια εξαναγκασμένη και παρελκυστική διαχείριση.
Τρίτον, μέσα από την αδυναμία του να ασκήσει τη δική του πολιτική, επειδή αυτή συγκρουόταν με την πραγματικότητα και τις ανάγκες της χώρας, και, ταυτόχρονα, ανίκανος να αφομοιώσει τη νέα πολιτική, που ούτε την ήξερε ούτε την ήθελε, οδηγήθηκε στην πεπατημένη της εξουσιαστικής επιβίωσης, που αποτελεί το τελευταίο καταφύγιο των χρεοκοπημένων κυβερνήσεων.
Αφού, λοιπόν, ηττήθηκε ιδεολογικοπολιτικά και αφού δεν μπόρεσε να παραγάγει έργο στο πλαίσιο μιας βίαιης πολιτικής προσγείωσης, έθεσε ως προτεραιότητα το εξουσιαστικό σχέδιο «διατήρηση-αναπαραγωγή-επιστροφή». Αυτό το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ στηρίζεται σε δύο κεντρικούς άξονες. Πρώτον, «έχουμε την κυβέρνηση, αλλά δεν φτάνει και πρέπει να πάρουμε την εξουσία».
Δεύτερον, «για να πάρουμε την εξουσία πρέπει να εργαλειοποιήσουμε στρατηγικούς τομείς και θεσμούς της χώρας». Αυτό επιχειρήθηκε στην περίπτωση του «Μακεδονικού ζητήματος» με την ομολογημένη απόπειρα διάλυσης των πολιτικών αντιπάλων και ανασύνθεσης του πολιτικού σκηνικού και τη Δικαιοσύνη με την ομολογημένη επίσης επιλογή για εκλογές με δίκες των αντιπάλων.
Καμένη γη
Το σημείο όπου βρισκόμαστε σήμερα ορίζεται από την εντατικοποίηση της συγκεκριμένης στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ για τη ναρκοθέτηση της οικονομίας και την πολιτική αιχμαλωσία των αντιπάλων. Μέχρι τα μέσα της τετραετίας, που σε λίγο συμπληρώνεται, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε την εκτίμηση ότι μπορεί να «γυρίσει» το πολιτικό παιχνίδι.
Όμως τα γεγονότα τού έδειχναν και, τελικά, τον έπεισαν για το αντίθετο. Η ηγεσία του πλέον κατάλαβε ότι η στρατηγική συνέχειας και επανεκλογής φαντάζει αδύνατη. Επέλεξε, λοιπόν, μια καταστροφική πολιτική υποθήκευσης και μπλοκαρίσματος της επόμενης διακυβέρνησης. Δεν πρόκειται απλά για πολιτική που στοχεύει στη «Δεξιά παρένθεση». Κάποια επιπόλαια σκεπτόμενα στελέχη ενδέχεται να το κατανοούν αυτάρεσκα ως τέτοιο. Στην ουσία πρόκειται για έναν επικίνδυνο σχεδιασμό που θα έχει ευρύτερες εθνικές επιπτώσεις γιατί θα ξαναβάλει σε κίνδυνο τη διεθνή θέση της χώρας.
Τα πεδία που μπαίνουν σε κίνδυνο από την απερχόμενη διακυβέρνηση είναι εμφανή και κρίσιμα. Οι αγορές, ως ψυχροί και κυνικοί συντελεστές, ήδη τα προεξοφλούν. Είναι η καρκινοβατούσα οικονομία και η πολιτική αστάθεια. Ο ΣΥΡΙΖΑ ναρκοθετεί απροκάλυπτα την οικονομία, κάνοντας τη χώρα ένα απέραντο χρεοστάσιο. Το κράτος υπερφορολογεί και δεν πληρώνει, μαζεύοντας πλεονάσματα, τα δάνεια των τραπεζών δεν εκκαθαρίζονται, οι πολίτες συσσωρεύουν χρέη σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία, η βιωσιμότητα καθοριστικών επιχειρήσεων, όπως η ΔΕΗ, απειλείται.
Αυτά συμβαίνουν ενόσω η χώρα παραμένει εκτός αγορών και η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει μια ακατάσχετη παροχολογία επιδοματικού τύπου, που έχει στο επίκεντρό της τη μη περικοπή των συντάξεων, για την οποία -εδώ είναι το τραγικό- ό,τι κι αν αποφασιστεί, κατάργηση ή αναστολή, είναι βέβαιο ότι δεν θα αποφευχθεί στο προσεχές μέλλον και σε πολύ χειρότερες συνθήκες.
Ανάλογο είναι το σκηνικό και στο πολιτικό πεδίο. Κεντρικός πολιτικός στόχος της κυβέρνησης είναι το μπλοκάρισμα της επόμενης Βουλής για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Θεσμικός της στόχος με την ψήφιση της απλής αναλογικής ήταν η αδυναμία σταθερής διακυβέρνησης. Το σκηνικό που επιδιώκεται να διαμορφωθεί είναι μια ασταθής και παραλυτική πολιτική συνθήκη, ένα παραπαίον πολιτικό σύστημα ήδη τραυματισμένο.
Αποκάλυψη και αποτροπή
Η χώρα, λοιπόν, οικονομικά και πολιτικά ναρκοθετείται και ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει καταφανώς και συνειδητά η επόμενη διακυβέρνηση να τεθεί σε πολιτική και οικονομική αιχμαλωσία.
Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί και η κυνική συναίνεση των εταίρων και δανειστών στις λαθροχειρίες της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, στο πλαίσιο μιας σιωπηρής αλληλοεξυπηρέτησης, με αντάλλαγμα την επείγουσα προώθηση των γεωπολιτικών επιλογών και συμφερόντων τους σε βάρος της χώρας μας.
Η δύναμη για την αποτροπή μιας τέτοιας επικίνδυνης εξουσιαστικής, χωρίς φραγμούς και αρχές, πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ ανήκει στους πολίτες και μπορεί να ασκηθεί αποτελεσματικά στις κρίσιμες επερχόμενες εκλογές. Ο ουσιαστικός κίνδυνος που διατρέχουμε είναι η χώρα να επιστρέψει στα διλήμματα και τα μονοπάτια του 2015, όχι όμως μέσα από μια ιδεολογικοπολιτική σύγκρουση, αλλά μέσα από μια καθολική αποτυχία.
Η ευθύνη της αντιπολίτευσης ν' αποκαλύψει, έγκαιρα και συνολικά, τον καταστροφισμό της συριζέικης εξουσιολαγνείας, που δεν ορρωδεί προ ουδενός, είναι μεγάλη. Κυρίως είναι ευθύνη της επόμενης διακυβέρνησης να δώσει λύσεις. Όχι εφήμερες, αλλά μόνιμες. Όχι πρόχειρες, αλλά ουσιαστικές. Όχι δήθεν για τους πολλούς, αλλά για το συνολικό εθνικό και κοινωνικό όφελος.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 9 Νοεμβρίου