O πρωθυπουργός στη Βουλή έδωσε ηχηρές απαντήσεις στις δυο βασικές αιτιάσεις, που έχουν γίνει της μόδας στη χώρα μας. Η πρώτη, αφορούσε το εύρος της αμυντικής συμφωνίας με τη Γαλλία και η δεύτερη αφορούσε την στρεβλή ερμηνεία της στατιστικής καταγραφής των θανάτων λόγω covid. Ωστόσο αναμένουμε να απαντήσει και στην δήθεν ανάγκη της χώρας για κυβέρνηση συνεργασίας.
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός, ότι οι απαντήσεις δόθηκαν στον αγγελιοφόρο των αιτιάσεων. Στον ταχυδρόμο Αλέξη Τσίπρα, που προσπάθησε δια της τεθλασμένης, να μεταφέρει στη κεντρική κομματική αντιπαράθεση, κάποιες ενστάσεις, που αφορούν μόνον αυτούς, που τις διατυπώνουν και κανέναν άλλον στον πραγματικό κόσμο. Έτσι ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ σαν πρόθυμος και χρήσιμος εθελοντής, τις μετέφερε μέσα στη Βουλή. Οι απαντήσεις που δόθηκαν, ασφαλώς και έφτασαν και στα αυτιά των εμπνευστών τους.
Οι απαντήσεις που δόθηκαν σχετικά με την αμυντική συμφωνία με τη Γαλλία, δόθηκαν ίσως και εκ του περισσού, αφού η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων από όλο το πολιτικό φάσμα, είχε επικροτήσει τα αποτελέσματα. Όσον αφορά τις απαντήσεις σχετικά με τις δήθεν πρωτιές της χώρας μας στους θανάτους ανά εκατομμύριο, αυτές στοιχειοθετήθηκαν μέσα από τα ευρωπαϊκά στατιστικά δεδομένα, προς θλίψη όσων νόμισαν ότι βρήκαν Κερκόπορτα για να δημιουργήσουν θέματα εκεί, που δεν υπάρχουν.
Η αλήθεια είναι ότι στον τομέα της υγειονομικής κρίσης, εκφράζεται μια σχετική δυσαρέσκεια των ερωτώμενων πολιτών για την πολιτική που ακολουθείται. Και αυτό είναι απολύτως φυσικό, λόγω της ψυχολογικής καταπόνησης, της οικονομικής ανασφάλειας και του φόβου, που επικράτησαν καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας. Ωστόσο το δημοσκοπικό προβάδισμα της Νέας Δημοκρατίας παραμένει σταθερό, με μικρές αποκλίσεις.
Οι αξιολογήσεις των πολιτών για τα μεγάλα θέματα, φωτογραφίζουν σκηνές από την καθημερινότητα της κοινωνίας και των κοινωνικών προβλημάτων. Αντίθετα η πρόθεση ψήφου, εστιάζει στον πυρήνα του κομματικού συστήματος και στο φάσμα των εναλλακτικών επιλογών, μέσα από το οποίο οι πολίτες κάνουν τις επιλογές τους. Και οι συγκρίσεις έχουν κραυγαλέα αποτελέσματα. Διότι γίνονται, ανάμεσα σε δυνάμεις που έχουν δώσει απτά δείγματα γραφής, τόσο από τη θέση της κυβέρνησης όσο και της αντιπολίτευσης. Και το τεκμήριο της κυβερνητικής απειρίας και αθωότητας, έχει εξαϋλωθεί.
Ευτυχώς οι πολίτες δεν έχουν μνήμη χρυσόψαρου. Θυμούνται για τα καλά την κυβέρνηση συνεργασίας ανάμεσα στον Σύριζα και το κόμμα Καμμένου, που μας οδήγησε στο χείλος του γκρεμού. Θυμούνται για τα καλά την κυβέρνηση συνεργασίας Νέας Δημοκρατίας, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, που χαρακτηρίστηκε από συμβιβασμούς και αναποτελεσματικότητα, αφού όχι μόνο τα κόμματα, αλλά και τα πρόσωπα, είχαν αυστηρά προσωπικές ατζέντες, εστιάζοντας στην επόμενη ημέρα.
Η δημοσκόπηση της Metron Analysis, έδειξε ότι το 57% των ερωτηθέντων επιθυμεί κυβέρνηση συνεργασίας την επόμενη μέρα των εκλογών με απλή αναλογική, ενώ το 39% επιθυμεί επανάληψη εκλογών, με ενισχυμένη αναλογική, έτσι ώστε να προκύψει μονοκομματική κυβέρνηση. Υπέρ της κυβέρνησης συνεργασίας τάσσεται το 33% των ψηφοφόρων της ΝΔ, 75% του Σύριζα και 56% του ΚινΑλ.
Οι «επιθυμίες» των ερωτώμενων προσεγγίζουν σενάρια επιστημονικής φαντασίας, αφού για παράδειγμα εκφράζονται επιθυμίες για κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – Μέρα25, ή κυβέρνηση ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ. Η μόνη ορατή πιθανότητα συγκυβέρνησης, αν δεν υπάρξει αυτοδυναμία στις προσεχείς εκλογές που γίνονται με τη απλή αναλογική είναι ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και το ΚΙΝΑΛ, που συγκεντρώνει την προτίμηση του 60% των ψηφοφόρων της ΝΔ, αλλά και του 60% των ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ.
Όμως για ποιο λόγο προσπαθούν κάποιοι με το ζόρι να σταθούμε στο αποτέλεσμα των πρώτων επόμενων εκλογών; Για ποιον ακριβώς λόγο ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία, θα επιλέξουν την αδυναμία, την ακυβερνησία, τους εκβιασμούς και τις μάχες ανάμεσα σε συμφέροντα και καπετανάτα; Για να διασωθεί το ΚΙΝΑΛ; Για να διασωθούν κάποιοι πολιτικοί του πρώην ΠΑΣΟΚ;
Δεν έχει κανένα απολύτως λόγο, σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης που είναι ο κυρίαρχος της πολιτικής σκηνής, να τεθεί υπό καθεστώς ομηρείας από πλευρές που στηρίζουν τον κρατισμό, τους συνδικαλιστικούς εργατοπατέρες και τις δυνάμεις της οπισθοδρόμησης.
«Μα, τα λένε ωραία», ακούγεται ως αντεπιχείρημα. «Έχουν να προσφέρουν». Η απάντηση είναι απλή. Κρίθηκαν στο πεδίο. Εκεί που μετρούν οι πράξεις και όχι τα λόγια. Και κρίθηκαν ανεπαρκείς, αναποτελεσματικοί και τραγικοί. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και το κυβερνόν κόμμα, αν δεν παρουσιάσουν αυτοκτονικές τάσεις, θα πρέπει να συνεχίσουν το έργο τους, δίχως κυβερνητικούς εταίρους, που δεν έχουν να προσφέρουν απολύτως τίποτα, παρά μόνο να προσφέρουν στους εαυτούς τους.