Ένα από τα μυστήρια του ελληνικού συστήματος υγείας ήταν ότι οι δαπάνες για φάρμακα στην Ελλάδα ήταν ανέκαθεν από τις υψηλότερες στον κόσμο.
Μειώθηκαν από την τρόικα με τα Μνημόνια μετά το 2012 κατά περίπου 2 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως, ωστόσο και πάλι το μερίδιο των δαπανών υγείας που πληρώνουν από την τσέπη τους οι ασφαλισμένοι είναι δυσανάλογα μεγάλο σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ. Σύμφωνα με τα ευρήματα της τελευταίας έκθεσης του ΟΟΣΑ «Health at a Glance», στην Ελλάδα, το 35% των δαπανών υγείας πληρώνεται από την τσέπη των ασφαλισμένων, έναντι 21% που είναι ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ. Η χώρα με τα υψηλότερα ποσοστά στον κόσμο είναι η Ινδία με 65% και ακολουθούν το Μεξικό με 41% και η Ρωσία με 40%.
To ερώτημα της φαρμακευτικής δαπάνης είναι πιο επίκαιρο παρά ποτέ. Ανακύπτει ξανά μαζί με την αδιαφορία της πολιτείας για την επιβολή προστίμων στην υπόθεση της Novartis, σε αντίθεση με την αμερικανική κυβέρνηση που ανακάλυψε περιττές δαπάνες φαρμάκων από την πολυεθνική στην Ελλάδα (την Νότια Κορέα και το Βιετνάμ) και επέβαλε πρόστιμα μόνο στις ΗΠΑ, ύψους 347 εκατ. δολαρίων.
Οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα είναι απλές. Ένας από τους λόγους της μεγάλης φαρμακευτικής δαπάνης στην χώρα μας ήταν η υπερσυνταγογράφηση. Είναι το κύριο χαρακτηριστικό της «προκλητής ζήτησης» που παρατηρείται σε αρκετά συστήματα υγείας του πλανήτη. Στην Ελλάδα το φαινόμενο παραμένει υπερβολικό διότι η χώρα διαθέτει τον μεγαλύτερο αριθμό γιατρών σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο, αλλά με τις χαμηλότερες αμοιβές. Και το πρόβλημα διαιωνίζεται διότι η καθυστέρηση στον εκσυγχρονισμό του συστήματος υγείας της χώρας ξεπερνά πλέον τα 30 χρόνια.
Στην περίοδο 2003-2006 το ΙΚΑ ξεκίνησε την μηχανογραφική επεξεργασία 2.000.000 συνταγών φαρμάκων μηνιαίως, που συνταγογραφούσαν οι 8.000 γιατροί του ΙΚΑ και εκτελούνταν σε 12.000 φαρμακεία όλης της χώρας. Στο τέλος του μήνα όλοι οι γιατροί ελάμβαναν έκθεση με τα πεπραγμένα τους και προσάρμοζαν ανάλογα την συνταγογράφησή τους. Το αποτέλεσμα ήταν η σημαντική περιστολή της φαρμακευτικής δαπάνης. Αυτή ήταν η πρώτη εφαρμογή ΣΔΙΤ (Σύμπραξης Δημόσιου Ιδιωτικού Τομέα) στην Ελλάδα, όμως η σύμβαση με τους ιδιώτες δεν ανανεώθηκε όταν έληξε η πρώτη τριετία. Το ίδιο σύστημα επιβλήθηκε στη χώρα από την τρόικα μέσω των Μνημονίων το 2012.
Το εν λόγω σύστημα επιτρέπει την πλήρη τεκμηρίωση της φαρμακευτικής δαπάνης: Παρακολουθεί σε ημερήσια βάση τον γιατρό που συνταγογραφεί το συγκεκριμένο φάρμακο, έπειτα τον ασθενή που το αγοράζει και το φαρμακείο που εισπράττει από εκείνον. Εν συνεχεία διασυνδέει όλα τα παραπάνω με το ιατρικό ιστορικό του ασθενή. Επομένως, με την κατάλληλη επεξεργασία των συλλεγόμενων στοιχείων μπορεί να γίνει πλήρης τεκμηρίωση της συμπεριφοράς οποιασδήποτε φαρμακευτικής εταιρείας.
Το εν λόγω μηχανογραφικό σύστημα επιβάλλει την αξιοπιστία στις συναλλαγές και προστατεύει την επαγγελματική και προσωπική αξιοπρέπεια των γιατρών. Το κύριο όφελος από την λειτουργία τέτοιων μεθόδων είναι ότι δημιουργούνται τα κατάλληλα κίνητρα για όλους τους συναλλασσόμενους ούτως ώστε να προσαρμόσουν ανάλογα την συμπεριφορά τους. Εκτεταμένες βάσεις δεδομένων επιτρέπουν την τεκμηρίωση της παράνομης συμπεριφοράς μίας εταιρείας ή κάποιου επαγγελματία του χώρου της υγείας, και τότε μπορούν να επιβληθούν τα προβλεπόμενα πρόστιμα, χωρίς δυνατότητα αμφισβήτησης.
Δυστυχώς, εδώ και χρόνια η δημόσια διοίκηση στην υγεία αγνοεί τα παραπάνω. Είτε δείχνει αδράνεια στην εγκατάσταση μηχανογραφικών εφαρμογών, είτε αδιαφορεί για την τεχνική επεξεργασία των σχετικών βάσεων δεδομένων. Αρεσκόμαστε στο κυνήγι πολιτικών φαντασμάτων και δεν επικεντρωνόμαστε στο πραγματικό σκάνδαλο, μας αρέσουν οι σκιαμαχίες που θυμίζουν τις παροιμίες για τον «ξένο αχυρώνα» και τα «περί όνου σκιάς».
* Ο Μιλτιάδης Νεκτάριος είναι καθηγητής στο Τμήμα Στατιστικής και Aσφαλιστικής Eπιστήμης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς