Το ερώτημα κατά πόσο ο επιχειρηματικός τομέας θα ανταποκριθεί αυτή την φορά στη μεγάλη πρόκληση, θα βάλει χρήματα για επενδύσεις και θα αξιοποιήσει τους κοινοτικούς πόρους, θέτει ο επικεφαλής του ΚΕΠΕ Παναγιώτης Λιαργκόβας, με αφορμή τις χθεσινές διαβουλεύσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο για το Ταμείο Ανάκαμψης.
«Η διατηρήσιμη ανάπτυξη είναι όπως το τανγκό, θέλει δύο παρτενέρ, δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Όσα προγράμματα ψηφιακής διακυβέρνησης και να κάνει η πολιτεία (και κάνει πολλά) εάν δεν συμμετάσχει ο ιδιωτικός τομέας, η χώρα δεν θα πάει μακριά», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Και εκφράζει την ελπίδα ότι αυτή την φορά η επιχειρηματική τάξη θα προχωρήσει μαζικά σε επενδύσεις, όχι όπως συνέβη κατά την τελευταία δεκαετία, όταν πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν συνεισέφερε με δικά της κεφάλαια στην προσπάθεια της χώρας.
Στο ζήτημα της επίτευξης συμφωνίας μεταξύ των χωρών - μελών για το Ταμείο Ανάκαμψης θεωρεί ότι η λύση θα δοθεί τον Ιούλιο «ως ένας ανώδυνος συμβιβασμός μεταξύ Βορρά και Νότου». Και επισημαίνει ότι για την Α. Μέρκελ αυτό είναι πολύ σημαντικό καθότι θα αντανακλά την μεγαλύτερη και υστερότερη πολιτική της παρέμβαση για την Ευρώπη που θα ταυτίζεται με το ευρωπαϊκό ιδεώδες και θα συγκαλύπτει την παλαιότερη της στάση στις πολιτικές λιτότητας.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη:
- Στόχος είναι η τελική συμφωνία για το Ταμείο Ανάκαμψης να επιτευχθεί στα μέσα Ιουλίου, δηλαδή επί γερμανικής προεδρίας, με την Α.Μέρκελ να έχει προφανώς τον πρώτο λόγο. Πόσο εύκολο είναι να επιτευχθεί ένας συμβιβασμός με τις χώρες που αντιδρούν;
Θεωρώ ότι η λύση θα δοθεί πράγματι τον Ιούλιο ως ένας ανώδυνος συμβιβασμός μεταξύ Βορρά και Νότου. Για την Α. Μέρκελ αυτό είναι πολύ σημαντικό καθότι θα αντανακλά την μεγαλύτερη και υστερότερη πολιτική της παρέμβαση για την Ευρώπη. Μια υπέρβαση που θα ταυτίζεται με το ευρωπαϊκό ιδεώδες και θα συγκαλύπτει την παλαιότερη εμμονή της στις πολιτικές λιτότητας.
- Εκτιμάτε πως οτιδήποτε διαφορετικό από την αρχική πρόταση της Κομισιόν ως προς την αναλογία επιχορηγήσεων-δανείων θα συνιστούσε πρόβλημα;
Ναι, θα δημιουργούσε πρόβλημα γιατί πάνω σε αυτές τις προτάσεις έχουν διαμορφωθεί προσδοκίες και έχουν προεξοφληθεί συμπεριφορές. Οι ευρωπαϊκές αγορές έχουν ενσωματώσει πλήρως την αρχική πρόταση της Κομισιόν και οποιαδήποτε απόκλιση θα έδινε λάθος μήνυμα. Από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να αποκλείουμε κάποιες διαφοροποιήσεις. Όμως αυτές δεν θα αλλάξουν την μεγάλη εικόνα.
- Τι σημαίνει το γεγονός ότι η απόφαση να ενταχθεί το Ταμείο Ανάκαμψης στον προϋπολογισμό της ΕΕ, αφαιρεί οποιοδήποτε δικαίωμα για εμπροσθοβαρείς εκταμιεύσεις, αφού αυτές θα γίνουν σταδιακά και σε βάθος 7ετίας από το 2021 και μετά;
Δεν πρέπει να μας προβληματίζουν τέτοιου είδους τεχνικά ζητήματα. Έχουμε το ΕΣΠΑ και το ΠΔΕ που τρέχουν. Αυτό που πρέπει να μας ανησυχεί είναι η κατάλληλη προετοιμασία. Ο κρατικός μηχανισμός πρέπει να είναι έτοιμος και να υπάρξει συντονισμός. Όχι μόνο για να απορροφήσουμε τα ευρωπαϊκά κονδύλια γιατί το ζητούμενο δεν είναι να χρηματοδοτηθούν σιντριβάνια και σουβλατζίδικα, όπως έχει γίνει αρκετές φορές στο παρελθόν. Χρειάζεται και αποτελεσματικότητα.
Και για να γίνει αυτό είναι απαραίτητο να διαμορφωθεί ένα ευρύτερο σχέδιο ανάκαμψης και μεταρρυθμίσεων δεκαετίας (2020-2030) όπου θα εντάξει μέσα σε αυτό όλα τα Αναπτυξιακά Προγράμματα, ανεξάρτητα από την πηγή χρηματοδότησής τους (ΕΣΠΑ, Εθνικό ΠΔΕ, ΣΔΙΤ, SURE, Ταμείο Ανάκαμψης, ΕΤΕ, Ίδιοι πόροι των ΟΤΑ κλπ), υπό τον συντονισμό μιας υπερκείμενης Αρχής (π.χ. Προεδρία της Κυβέρνησης ή το Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων) με ένα ενιαίο λειτουργικό σύστημα το οποίο θα συμβαδίζει με τις στρατηγικές προτεραιότητες της ΕΕ (πράσινη ανάπτυξη, ψηφιακός μετασχηματισμός, κλπ).
- Πόσο έτοιμη είμαστε ως χώρα να αξιοποιήσουμε αυτό το πακέτο; Δεν εννοώ μόνο τον κρατικό μηχανισμό, αλλά και τον ιδιωτικό τομέα. Είναι σε θέση η επιχειρηματική τάξη να δει την ευκαιρία, να συμμετάσχει με δικά της κεφάλαια σε επενδύσεις και ταυτόχρονα να αξιοποιήσει όλους αυτούς τους ευρωπαϊκούς πόρους;
Έχετε δίκιο που το ρωτάτε αυτό γιατί η διατηρήσιμη ανάπτυξη είναι… όπως το τανγκό… θέλει δύο παρτενέρ, δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Όσα προγράμματα ψηφιακής διακυβέρνησης και να κάνει η πολιτεία (και κάνει πολλά) εάν δεν συμμετέχει ο ιδιωτικός τομέας, η χώρα δεν θα πάει μακριά.
Δυστυχώς, την τελευταία και πλέον δεκαετία η επιχειρηματική τάξη δεν έχει συνεισφέρει (με ελάχιστες εξαιρέσεις) με δικά της κεφάλαια σε επενδύσεις. Αντιλαμβάνομαι ότι εν μέρει αυτό οφειλόταν στην αβεβαιότητα και το ρίσκο που περιτριγύριζε τη χώρα στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης αλλά και πρόσφατα λόγω της πανδημίας. Ωστόσο, η διαχείριση της υγειονομικής κρίσης και συναφώς η ενίσχυση της κυβερνητικής αξιοπιστίας έχουν ανάψει το πράσινο φως για επενδύσεις από την επιχειρηματική τάξη. Θέλω να πιστεύω ότι θα ανταποκριθεί.