Της Δέσποινας Λιμνιωτάκη*
Στη δουλειά μου συναντώ εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων οι οποίοι μου δίνουν μια εντελώς διαφορετική εικόνα για το σχολείο από αυτή που συνήθως συζητάμε δημόσια. Η εικόνα αφορά στη σχέση εκπαιδευτικών-γονέων, μια εναλλάξ σχέση εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου, ένα σύνδρομο Στοκχόλμης από το οποίο υποτίθεται ότι επιδιώκουμε να ξεφύγουμε αλλά δεν θέλουμε κιόλας: οι Έλληνες είναι τρομερά επιφυλακτικοί απέναντι στις αλλαγές και επιπλέον επιθυμούν να ρίχνουν το φταίξιμο για τα ναυάγια της ζωής τους σε κάποιους άλλους. Συνεπώς αν τα σχολεία υποφέρουν, αν η αξιολόγηση της επίδοσης των μαθητών είναι χαμηλή, φταίει το σύστημα αλλά ένα άλλο σύστημα που δεν πιστεύουν ότι τους εμπεριέχει. Η συζήτηση ανάμεσα σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς είναι τέτοια που δεν ξέρεις τελικά από πού αρχίζει και που τελειώνει το πρόβλημα του ότι τα παιδιά μας αποστηθίζουν αλλά δεν μαθαίνουν, εισάγονται στα πανεπιστήμια χωρίς να αποκτούν ποτέ κριτική σκέψη, αντίληψη επί οικονομικών θεμάτων και βαθιά συναίσθηση του κοινωνικού γίγνεσθαι. Τι να τα κάνουν όλα τα παραπάνω; Σε τι μπορούν να τους χρησιμεύσουν άλλωστε;
Η σχολική ζωή ξεκινάει με την παραγγελία ενός πακέτου από χαρτί φωτοτυπικού για κάθε παιδί και από εκείνη τη στιγμή, καλός δάσκαλος ορίζεται αυτός που θα φωτοτυπήσει τις περισσότερες ασκήσεις προς επίλυση. Νεωτερισμοί όπως το να βάλεις λιγότερη εργασία για το σπίτι - αφού η περισσότερη δουλειά γίνεται στο σχολείο - να χρησιμοποιήσεις βιωματικές μεθόδους παρουσίασης ενός γνωστικού αντικειμένου, να βάλεις τα θρανία στην άκρη, να επεκτείνεις την τάξη σου πέρα από τα στενά όρια των τεσσάρων τοίχων ενός σχολικού συγκροτήματος, χαρακτηρίζονται ως μοντερνιές που κινδυνεύουν να σε στείλουν στο πειθαρχικό συμβούλιο. Κι αν ο πρωθυπουργός της χώρας αποφάσισε να εισάγει την σεξουαλική αγωγή και την ένταξη των προσφυγόπουλων στα σχολεία (εύχομαι καλή επιτυχία σε αυτούς που θα τα παρουσιάσουν, καθώς είναι βέβαιο ότι θα συναντήσουν την απόλυτη εναντίωση των συλλόγων γονέων), ίσως θα έπρεπε να πληροφορηθεί πρώτα το πώς κάποιοι δάσκαλοι που αποφάσισαν απλά και ανθρώπινα να μιλήσουν για θέματα ταμπού, κατέληξαν στα δικαστήρια από διαμαρτυρόμενους γονείς. Προχωρώντας στις βαθμίδες εκπαίδευσης, οι γονείς επιθυμούν για τα παιδιά τους γρήγορη πιστοποίηση (βλέπε ξένες γλώσσες) για «να φεύγουν από την μέση μαθήματα», επειδή γνώση είναι ο κατάλογος αναγνώρισης του ΑΣΕΠ. Τελικά, για την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο, χρειάζεσαι ατέλειωτες φροντιστηριακές εργατοώρες που δημιουργούν ταλαιπωρημένα παιδιά που κοιμούνται όρθια στην κυριολεξία από την κούραση, ενώ σε αυτές τις ηλικίες έρχεται και η πρώτη γνωριμία με τις ψυχοδραστικές ουσίες και το ντιβάνι του επαγγελματία ψυχικής υγείας.
Υπάρχει μια ειρωνεία στο να αναστενάζουμε διαβάζοντας την κατάταξη των ελληνοπαίδων στο πρόγραμμα PISA κουνώντας το κεφάλι αποδοκιμαστικά, αφού όλοι συμμετέχουμε οικειοθελώς σε αυτό το γαϊτανάκι κατάντιας του εκπαιδευτικού συστήματος, από το νηπιαγωγείο μέχρι το Λύκειο και από τις λίστες υλικών που τρέχουν αλαφιασμένοι οι γονείς να αγοράσουν μέχρι τις συζητήσεις για τις ντίβες των ιδιαίτερων μαθημάτων που πρέπει να αγωνιστείς για να «κλείσεις» εγκαίρως, οι οποίοι αμείβονται χαριστικά με τριάντα ευρώ την ώρα για να στείλουν το μονάκριβό μας παιδί στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Κοντολογίς, δεν επιθυμούμε Programmes for International Student Assessments, όσο υπάρχει η υποψία ότι για να σκοράρουμε σε ψηλές θέσεις θα πρέπει να αλλάξουμε, να αξιολογηθούμε μεταξύ μας, να κάνουμε αυτοκριτική, να ξεπεράσουμε το στερεότυπο ότι ο μαθητής που αξίζει είναι ο μαθητής που περνάει σε ελληνικό πανεπιστήμιο και όχι αυτός του οποίου οι γονείς θα πρέπει να πληρώσουν δίδακτρα σε κάποιο ιδιωτικό ίδρυμα εκπαίδευσης. Κι ακόμα, δεν το επιθυμούμε επειδή ούτε οι ίδιοι δεν έχουμε κριτική σκέψη και αναλυτική διάθεση, είμαστε σε μεγάλο ποσοστό οικονομικά αναλφάβητοι, δεν μπορούμε να συναινέσουμε σε βασικά ζητήματα που αφορούν στις εκπαιδευτικές διαδικασίες και η φιλοδοξίες μας φτάνουν μέχρι τον κήπο του γείτονα που είναι πάντα πιο πράσινος από τον δικό μας. Από όλη αυτή την ιστορία, ίσως το μόνο θλιβερό είναι που εστιάζουμε στα παιδιά που δεν φταίνε σε τίποτα και όχι στους πραγματικούς φταίχτες για τον πάτο που έχει πιάσει, δηλαδή στους εαυτούς μας.
* Η Δέσποινα Λιμνιωτάκη είναι Πρόεδρος της Φιλελεύθερης Συμμαχίας